Το κατώφλι των ανακριτών περνά η σύζυγος του
Έκλεισε ο κύκλος της απολογίας του Γιάννου Παπαντωνίου ο οποίος έδωσε εξηγήσεις ενώπιον της δικαιοσύνης κατηγορούμενος για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος περίπου τριών εκατομμυρίων Ελβετικών φράγκων που φέρονται να συνδέονται με την προώθηση της σύμβασης εκσυγχρονισμού έξι φρεγατών τύπου S του Πολεμικού Ναυτικού, το 2003.
Ο πρώην υπουργός απολογήθηκε στους ανακριτές διαφθοράς για συνολικά 16 ώρες. Το κατώφλι των ανακριτών περνά η σύζυγος του Σταυρούλας Κουράκου η οποία είναι, επίσης, κατηγορούμενη στην υπόθεση.
Μετά την ολοκλήρωση της απολογία της κ. Κουράκου ανακριτές και εισαγγελέας θα αποφασίσουν για την προφυλάκιση ή όχι των κατηγορουμένων.
Ο κατηγορούμενος πρώην υπουργός δέχτηκε βροχή ερωτήσεων σχετικά με την επίμαχη σύμβαση η οποία, σύμφωνα με την κατηγορία, ζημίωσε το ελληνικό δημόσιο 400 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Γιάννος Παπαντωνίου φέρεται να χαρακτήρισε το κατηγορητήριο σε βάρος του διάτρητο και κατασκευασμένο ισχυριζόμενος ότι όλες οι κινήσεις των λογαριασμών του είναι διαφανείς.
«Δεν υπάρχει προηγούμενο στα δικαστικά χρονικά να αποδίδονται βαρύτατες κατηγορίες, όπως η «νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα», χωρίς καμιά απολύτως ένδειξη, ηλεκτρονική διαβίβαση ή μαρτυρική κατάθεση, μεταφοράς χρημάτων μεταξύ των εμπλεκομένων προσώπων» φέρεται να ανέφερε.
Ο Γιάννος Παπαντωνίου επεσήμανε πως μετά από 15 χρόνια ερευνών «δεν έχει προκύψει σε βάρος μου καμιά απολύτως ένδειξη παράνομης λειτουργίας, ούτε έμβασμα, ούτε τραπεζική ροή, ούτε μαρτυρία παράνομης συναλλαγής».
Αναφερόμενος δε στους ελβετικούς λογαριασμούς, τους οποίους όπως λέει ο ίδιος έδωσε στη δικαιοσύνη, φέρεται να λέει πως αποδείχτηκε μετά από έρευνα ότι είναι «καθαροί». «Είχαν εξάλλου ανοίξει πριν από τριανταπέντε χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν ζούσα και εργαζόμουν στο εξωτερικό. Η απόλυτη ανυπαρξία στοιχείων παράνομης λειτουργίας έφερε τους διώκτες μου σε πλήρες αδιέξοδο» ισχυρίστηκε.
Όσο για το αδίκημα της απιστίας, το οποίο είναι το βασικό για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και έχει παραγραφεί, υποστήριξε πως «η υλοποίηση του προγράμματος εκσυγχρονισμού των έξι φρεγατών διασφάλισε απολύτως το συμφέρον του ελληνικού Δημοσίου και ενίσχυσε την εθνική ασφάλεια». Μάλιστα φέρεται να ισχυρίστηκε πως εάν προχωρούσε στη διακοπή τους, θα υπήρχε ελάττωση της περιουσίας του Δημοσίου λόγω ραγδαίας απαξίωσης των έξι φρεγατών, θα δεσμεύονταν δεκαπλάσιο περίπου ποσό για την υλοποίηση του εναλλακτικού προγράμματος, ενώ θα υπονομεύοντας η εθνική ασφάλεια.