Στο μικροσκόπιο της Εισαγγελίας Εφετών Ευβοίας το βούλευμα
Αναταράξεις έχει προκαλέσει η υπόθεση αποφυλάκισης του Αριστείδη Φλώρου, καθώς το βούλευμα με το οποίο διατάχθηκε η αποφυλάκισή του με όρους, στηριζόμενο στο πιστοποιητικό αναπηρίας που προσκόμισε ο καταδικασθείς για απάτη σε βάρος του Δημοσίου επιχειρηματίας, εξετάζεται από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Ευβοίας, προκειμένου να κρίνει αν πρέπει να ασκήσει έφεση σε αυτό.
Την ίδια ώρα, δικαστικές ενώσεις τάσσονται στο πλευρό των μελών του δικαστικού συμβουλίου Χαλκίδας, που αποφάσισε την αποφυλάκιση με όρους του Αριστείδη Φλώρου. Όπως τονίζουν, είναι «εσφαλμένες οι υπόνοιες σε βάρος τους καθώς το μόνο που έκαναν ήταν να εφαρμόσουν το νόμο ο οποίος δεν προβλέπει καμία απόκλιση. Μετά την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος συντάσσεται με τους συναδέλφους της, του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου, που δέχτηκαν βολές για το επίμαχο βούλευμα αποφυλάκισης, για την εφαρμογή και μόνο του σχετικού νόμου.
Στην ανακοίνωση του ΔΣ της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος αναφέρεται: «Μετά την κριτική που ασκήθηκε σε βούλευμα Δικαστικού Συμβουλίου, το οποίο διέταξε την απόλυση υπό όρο καταδικασθέντος με το αιτιολογικό ότι εμφάνιζε ποσοστό αναπηρίας μεγαλύτερο του εξήντα επτά τοις εκατό, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος υπογραμμίζει ότι ο όποιος σχολιασμός δικαστικής απόφασης ή βουλεύματος δεν πρέπει να παρορά την συνταγματικά κατοχυρωμένη διάκριση των εξουσιών και τη λειτουργία που επιτελεί η καθεμία.
Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και η εφαρμογή των νόμων που θεσπίζονται από τη νομοθετική εξουσία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση των ελλήνων εισαγγελέων και δικαστών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Για την έκδοση βουλευμάτων των Δικαστικών Συμβουλίων που διατάσσουν την υπό όρο απόλυση από τα καταστήματα κράτησης των καταδικασθέντων με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό και άνω εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 110Α ΠΚ, η οποία καθορίζει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπό όρο απόλυση του κρατουμένου και ιδίως τη διακρίβωση του ποσοστού αναπηρίας του με διενέργεια ειδικής πραγματογνωμοσύνης ή μετά από βεβαίωση από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας, χωρίς να προβλέπεται από το νόμο καμία απόκλιση.
Η έκφραση υπονοιών κατά των εφαρμοστών του δικαίου από οποιονδήποτε και ιδίως από θεσμικά όργανα, για την εφαρμογή και μόνο του νόμου, είναι πρόδηλα εσφαλμένη και δυσχεραίνει τον επιστημονικό διάλογο για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, όταν αυτές είναι αναγκαίες».