Η τραγική κατάσταση που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο-Η ποινή που της επιβλήθηκε
Σε ποινή φυλάκισης 5 ετών με 3ετή αναστολή καταδικάστηκε χθες από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου μητέρα, που κρίθηκε ένοχη, χωρίς ελαφρυντικά, ανθρωποκτονίας από αμέλεια, του βρέφους της, ηλικίας 38 ημερών, εξαιτίας εγκατάλειψης και ασιτίας.
Στην κατηγορούμενη είχε επιβληθεί πρωτοδίκως, ποινή ισόβιας κάθειρξης και είχε καταδικαστεί για ανθρωποκτονία από πρόθεση.
Η κατηγορούμενη είχε αφεθεί ελεύθερη με τους περιοριστικούς όρους της υποχρεωτικής διαμονής της στην οικία της μητέρας της, στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, της εμφάνισής της μια φορά στο πρώτο 5νθήμερο κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας της και της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, με απόφαση του ίδιου δικαστηρίου σε ικανοποίηση αιτήματος της για την αναστολή της ποινής ισόβιας κάθειρξης, που της είχε επιβληθεί.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», στις 19 Ιανουαρίου του 2013, το Αστυνομικό Τμήμα Λέρου ενημερώθηκε από το διευθυντή της Παιδιατρικής Κλινικής του Κρατικού Θεραπευτηρίου Λέρου ότι η μητέρα μετέβη στο νοσοκομείο και μετέφερε το ανήλικο βρέφος της, το οποίο είχε γεννηθεί στις 16 Δεκεμβρίου του 2012, που έφερε ενδείξεις ασιτίας, έλλειψη καθαριότητας και προφανή απώλεια βάρους σε σχέση με τη γέννησή του.
Λόγω της σοβαρότητας της κατάστασής του κρίθηκε σκόπιμη η μεταφορά του σε Νοσοκομείο της Κρήτης για την παροχή πρώτων βοηθειών.
Το μωρό ήταν κυανωτικό, μωβ. Ηταν παγωμένο και λίγο βρεγμένα τα ρουχαλάκια του. Προέκυψε ότι το παιδί ήταν εγκαταλελειμμένο από πολλές ημέρες. Διαπιστώθηκε υποσιτισμός και παραμελημένη υγιεινή.
Η φυσιολογική τιμή του σωματικού βάρους ενός υγιούς νεογνού με βάρος γέννησης 3.500 γρ. και ηλικία 35 ημερών (ημέρα εισαγωγής του βρέφους) θα έπρεπε να ήταν 4130γρ αντί 3.400 γρ. που είχε.
Προκειμένου να ερευνηθούν οι συνθήκες διαβίωσης του βρέφους την ίδια μέρα της προσέλευσης της «θορυβημένης» μητέρας στην Παιδιατρική Κλινική του Θεραπευτηρίου Λέρου, δόθηκε εντολή για σύνταξη κατεπείγουσας κοινωνικής έρευνας εκ μέρους της κοινωνικής υπηρεσίας.
Σύμφωνα με την κοινωνική έκθεση, η περιτοναϊκή περιοχή, τα γεννητικά όργανα, ο πρωκτός, η μασχαλιαία περιοχή και οι πτυχές των μηρών και των βουβώνων έφεραν σύγκαμα μεγάλου βαθμού και πληγές με έντονη δυσοσμία η οποία προερχόταν από την έκκριση πύου αλλά και την έκκριση σμήγματος στη μασχαλιαία περιοχή μαζί με βρωμιά, όπως χνούδια και ούρα, γεγονός που υποδήλωνε ότι ήταν άπλυτο.
Το μωρό φόραγε μία γαλάζια φόρμα και κάλτσες, ενώ εσωτερικά φόραγε ένα φανελάκι βρεφικό τα οποία ήταν βρεγμένα από ούρα. Το δέρμα ήταν αφυδατωμένο και αδυνατισμένο με έκδηλα τα στοιχεία αφυδάτωσης και αδυναμίας στον πρωκτό και στους γλουτούς του βρέφους, ενώ εμφανές ήταν το οίδημα στα βλέφαρα, στα άκρα και στον κορμό.
Τα ζωτικά σημεία, η κλινική εικόνα του βρέφους και οι ιατρικές εξετάσεις υποδήλωναν ότι το βρέφος βρισκόταν σε λήθαργο και η κατάσταση της υγείας του ήταν εξαιρετικά επείγουσα αλλά και πολύ κρίσιμη. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και το μπιμπερό, του βρέφους ήταν βρώμικο και πιο συγκεκριμένα η πιπίλα του μπιμπερό όταν σκουπίστηκε με γάζα από το νοσηλευτικό προσωπικό, άφηνε μαύρο ρύπο.
Αναφορικά με το ποιόν της μητέρας γίνεται λόγος για μία νέα και όμορφη κοπέλα η οποία δεν εμφανίζει στο πρόσωπό της καμία θλίψη, αλλά ούτε και ανησυχία.
Ανέφερε ότι τον Ιούνιο του 2012 γνώρισε το σύντροφό της και πατέρα του παιδιού της, ενώ την ίδια εποχή έμεινε έγκυος.
Ότι στην Παιδιατρική Κλινική την 19 Ιανουαρίου 2012 από τις 13:00 έως τις 17:30 περίπου δεν σηκώθηκε ούτε μία φορά από την καρέκλα του χώρου αναμονής εκτός του χώρου των εξωτερικών ιατρείων της κλινικής και ενώ είχε ενημερωθεί από το γιατρό για τη σοβαρή κατάσταση της υγείας του βρέφους, δεν εμφάνισε συναίσθημα, που να θυμίζει μητρική ανησυχία ή αγωνία ούτε για να δει το μωρό της.
Σημειώνεται ότι η κατηγορούμενη πληροφόρησε ψευδώς και τον άνθρωπο με τον οποίο συζούσε, λέγοντάς του ότι το παιδί ήταν δικό του, ενώ στην πραγματικότητα ήταν από άλλο πατέρα, καρπός προηγούμενης σχέσης, με άλλο άνδρα.
Επίσης το ζευγάρι μαζί με το μωρό πραγματοποιούσε τακτικές κοινωνικές και ψυχαγωγικές εξόδους από την πρώτη ημέρα, που επέστρεψε στο σπίτι τους, μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο.
Σύμφωνα με πληροφορίες εργαζομένων σε χώρους ψυχαγωγίας, όπως κοσμικές καφετέριες και εστιατόριο, το μωρό έκλαιγε πάρα πολύ και δεν το σήκωναν διότι θεωρούσαν ότι δεν έπρεπε να το κακομάθουν.
Από την κατάθεση μάρτυρα προέκυψε ότι οι γονείς ασχολούνταν με το «facebook», ενώ ο υποτιθέμενος πατέρας κάπνιζε μέσα στο σαλόνι. Οταν ξύπνησε το μωρό και η κατηγορουμένη το έφερε στο σαλόνι, η μάρτυς διαπίστωσε ότι τον Ιανουάριο, στην καρδιά του χειμώνα, η κατηγορουμένη φορούσε στο μωρό ένα κοντομάνικο φανελάκι από μέσα και απ’ έξω ένα φορμάκι ξεκούμπωτο με τα χεράκια απ’ έξω.
Ο συνήγορος υπεράσπισης της με την έναρξη της χθεσινής διαδικασίας υπέβαλε εγγράφως αυτοτελείς ισχυρισμούς της κατηγορούμενης επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να μετατραπεί η κατηγορία σε ανθρωποκτονία από αμέλεια, τονίζοντας ότι θα πρέπει περαιτέρω να ερευνηθεί από το δικαστήριο αν η κατηγορούμενη έπασχε από επιλόχειο κατάθλιψη.
Τόνισε ειδικότερα ότι πράγματι υφίσταται αμέλεια αλλά όχι ενδεχόμενος δόλος, ζητώντας να κρίνει την εντολέα του ένοχη για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι επέρριψε ευθύνες για την αντιμετώπιση της διακομιδής του παιδιού την ημέρα που υπέκυψε από ανακοπή σε ιατρούς του νοσοκομείου της Λέρου αλλά και στο ΕΚΑΒ.
Πρώτος κατέθεσε στο δικαστήριο παιδίατρος του νοσοκομείου της Λέρου, που απέδωσε ευθύνες για την κατάληξη του βρέφους στην μητέρα.
Ο πρώην σύντροφός της, στην κατάθεσή του αναφέρθηκε στην γνωριμία του με την κατηγορούμενη και στο γεγονός ότι ήταν έγκυος στο παιδί άλλου, εν αγνοία του κι ότι αποφάσισε να μείνει στην σχέση και να αντιμετωπίσει το παιδί ως δικό του, όπως και η οικογένειά του.
Επεσήμανε μάλιστα ότι παρείχαν όλα τα απαραίτητα στο βρέφος, που μέχρι την 16η Ιανουαρίου, που ο ίδιος ήταν στην οικία, πριν λείψει για διήμερο στην εργασία του ως στρατιωτικός, η κατάσταση του παιδιού ήταν καλή και το μόνο πρόβλημα που αντιμετώπισε ήταν η μη λήψη επαρκούς τροφής.
Τόνισε ότι είχαν ακολουθήσει πιστά τις οδηγίες του ιατρού, όπως αυτές είχαν δοθεί τόσο στην μητέρα του όσο και στην σύντροφο του, για την αλλαγή του γάλακτος του βρέφους ενώ αρνήθηκε ότι ήταν βρώμικο και εγκαταλελειμμένο.
Ανάλογη κατάθεση έδωσε και ο πατέρας του, που εξέπληξε όταν ανέφερε στο δικαστήριο ότι οι γονείς της συντρόφου του παιδιού τον είδαν για πρώτη φορά το βρέφος στην κηδεία του.
Η μητέρα της κατηγορούμενης δικαιολόγησε το γεγονός σε κατάθεση ως μάρτυρας υπεράσπισης, που έδωσε, στο ότι αντιμετώπιζε καρδιακά προβλήματα ο σύζυγός της και δεν υπήρχε συγγενής για να τον συνδράμει στην Θεσσαλονίκη.
Η ίδια η κατηγορούμενη απολογούμενη, με δάκρυα στα μάτια, τόνισε κατ’ επανάληψη ότι δεν σκότωσε το παιδί επαναλαμβάνοντας ότι έκανε ό,τι ήταν δυνατόν με τις γνώσεις που είχε για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα διατροφής του ακολουθώντας τις οδηγίες του ιατρού.