Ανατρέπει τα δεδομένα η απόφαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου
Αντισυνταγματικός και αντίθετος στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ο νέος τρόπος διδασκαλίας των θρησκευτικών και στα Λύκεια της χώρας.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (926/2018) περίπου ένα μήνα μετά την ακύρωση της απόφασης του τέως υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη με την οποία επήλθε ριζική αλλαγή στο χαρακτήρα και τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στα δημοτικά και τα Γυμνάσια έρχεται να ανατρέψει τα δεδομένα και στα Λύκεια.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, κατά πλειοψηφία, αποφάνθηκαν ότι το κράτος δεν μπορεί «να στερήσει από τους μαθητές που ασπάζονται ορισμένη θρησκεία το δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητάς που ανήκουν σε άλλες θρησκείες, να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα της πίστεώς των (όχι δε και δόγματα άλλων θρησκειών)».
Μάλιστα, επισημαίνουν πως το πρόγραμμα σπουδών για το μάθημα των θρησκευτικών στα Λύκεια «έχει ποιοτική και ποσοτική ανεπάρκεια ως προς την διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προκαλώντας σύγχυση στη θρησκευτική συνείδηση των Ορθοδόξων Χριστιανών μαθητών -στους οποίους αποκλειστικά μπορεί να απευθύνονται τα άρθρα 13 και 16 του Συντάγματος- το μάθημα των θρησκευτικών μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η ανάπτυξη της Ορθόδοξης Χριστιανικής συνειδήσεως».
Η Ολομέλεια αναφέρει στην απόφαση της ότι με το πρόγραμμα σπουδών στα Λύκεια «δεν επιχειρείται ούτε καν η «θρησκειολογικού» τύπου μετάδοση γνώσεων και πληροφοριών για τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ορθοδοξίας ή άλλων χριστιανικών ομολογιών ή άλλων θρησκειών, αλλά η επεξεργασία εννοιών, οι οποίες ανάγονται σε διάφορες εκτιμήσεις ή διδακτικά αντικείμενα, εξετάζοντας απλώς από θρησκευτικής σκοπιάς, όχι όμως αποκλειστικώς από Ορθόδοξη Χριστιανική οπτική γωνία».
Επισημαίνεται δε ότι τόσο από την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, όσο και από το πρόγραμμα σπουδών, «οι μαθητές καθοδηγούνται προς ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και ζωής που είναι αποσυνδεδεμένο από την διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας και είναι προς ένα σύστημα αξιών που νοθεύει τη διδασκαλία αυτή».
Ακολουθώντας τα χνάρια της απόφασης που αφορούσε τη διδασκαλία του μαθήματος σε δημοτικό και Γυμνάσιο οι δικαστές, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζουν πως με το πρόγραμμα σπουδών που εισάγεται «φαλκιδεύεται ο επιβαλλόμενος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός της ανάπτυξης, δηλαδή της Ορθόδοξης Χριστιανικής συνείδησης των μαθητών στα ανήκοντα στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ αναφέρει, επίσης, πως προσβάλλεται το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ καθώς στερεί από τους μαθητές του Ορθόδοξου Χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία προβλέπει για μαθητές Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνος να διδάσκονται αυτοτελώς το μάθημα αυτό.
Τα πέντε μέλη του δικαστηρίου που μειοψήφησαν εξέφρασαν την άποψη ότι το Σύνταγμα και οι διεθνείς συμβάσεις ουδόλως υποχρεώνουν τον νομοθέτη να προσδώσει στο μάθημα των θρησκευτικών ομολογιακό ή κατηχητικό χαρακτήρα, γιατί αυτό θα ισοδυναμούσε όχι με “ανάπτυξη” θρησκευτικής συνείδησης, αλλά με “επιβολή” θρησκευτικής συνείδησης συγκεκριμένου περιεχομένου. Αυτό όμως, αναφέρουν αντίκειται στις αρχές της θρησκευτικής ουδετερότητας και της πολυφωνίας που διέπουν την παροχή της εκπαίδευσης από το Κράτος και θέτει σε κίνδυνο το δικαίωμα του μαθητή να επιλέξει και να διαμορφώσει κριτικά ουσιώδες στοιχείο της προσωπικότητάς του και της αντίληψής του για τον κόσμο και τον άνθρωπο.