Της Χρύσας Τσιώτση
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Συντάγματος:
"1. Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις, υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων".
Φορείς του δικαιώματος του άρθρου 19 του Συντάγματος είναι όλα τα φυσικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως ιθαγένειας και εθνικότητας και ανεξαρτήτως από το εάν πρόκειται για επικοινωνία εντός της χώρας ή με το εξωτερικό.
Φορείς είναι επίσης και όλα τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και όσα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις για να είναι φορείς συνταγματικών δικαιωμάτων, όπως τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Το απόρρητο της επικοινωνίας, ως έννομο αγαθό και δικαίωμα, κατοχυρώνεται επίσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο άρθρο 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, στο άρθρο 12 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ο.Η.Ε.), στο άρθρο 17 του Διεθνούς Συμφώνου περί Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων της 19-12-1966, όπως αυτό ισχύει.
Το απόρρητο της επικοινωνίας προστατεύεται για κάθε μέσο επικοινωνίας, υπαρκτό ή μελλοντικό, εφόσον το μέσο αυτό είναι από τη φύση του κατάλληλο για τη διεξαγωγή επικοινωνίας σε συνθήκες μη δημοσιότητας. Το απόρρητο των τηλεπικοινωνιών το προστατεύουν οι εταιρίες παροχής υπηρεσιών επικοινωνιών (ηλεκτρονικών επικοινωνιών) και στο πλαίσιο αυτό οφείλουν να ενημερώνουν τους χρήστες τους για τα μέτρα προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών τους, καθώς και για τους κινδύνους, που ελλοχεύουν, όσον αφορά στην παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών τους. Εξάλλου, η Πολιτεία, στα πλαίσια της προάσπισης του θεσμικού πλαισίου του απορρήτου των επικοινωνιών, σύστησε την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο ήδη αναφέρθηκε.
Η ΑΔΑΕ, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, οι οποίες περιγράφονται παρακάτω, έχει ως σκοπό την προστασία του απορρήτου των επιστολών και της ελεύθερης επικοινωνίας με οποιονδήποτε μέσο.
Σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών, τα φυσικά πρόσωπα και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου μπορούν να υποβάλουν τη σχετική καταγγελία στην Αρχή (ΑΔΑΕ) όταν αντιληφθούν ότι υπάρχει παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών τους.
Μία καταγγελία, που απευθύνεται προς την ΑΔΑΕ, πρέπει να εμπεριέχει τα στοιχεία του καταγγέλλοντος, τα πραγματικά περιστατικά (ήτοι τα γεγονότα), τα αποδεικτικά στοιχεία, καθώς και τους λόγους, που συνιστούν την ισχυριζόμενη παραβίαση του απορρήτου.
Βέβαια, είναι αναμενόμενο πολλές φορές να υποβάλλονται στην ΑΔΑΕ και καταγγελίες, οι οποίες δεν υπάγονται στην αρμοδιότητά της, όπως καταγγελίες για υπερχρεώσεις λογαριασμών, ζητήματα που σχετίζονται με domain names (ονοματοδοσία), καταγγελίες που αφορούν σε spam (unsolicited communications). Σε αυτή την περίπτωση αναρμοδιότητας, η Αρχή αποστέλλει στην άλλη αρμόδια αρχή ή Επιτροπή την αίτηση ή καταγγελία.
Στις αρμοδιότητες της Αρχής (ΑΔΑΕ) εντάσσονται οι καταγγελίες, που αφορούν στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, καθώς και σε παρόχους διαδικτύου και διαδικτυακών υπηρεσιών.
Το συνταγματικό κατοχυρωμένο αγαθό της προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών έχει εξαιρέσεις σε περιπτώσεις, που αυτό επιβάλλεται από λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, θα πρέπει να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας και της τήρησης ορισμένων χρονικών ορίων, προκειμένου να μην καταστρατηγείται το αγαθό της προστασίας του απορρήτου με το πρόσχημα της ύπαρξης λόγων εθνικής ασφαλείας ή διακρίβωσης ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.