Με την Ελλάδα να πανηγυρίζει ακόμη την ιστορική της πρόκριση στους 16 του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας, ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή στο… πολύ μακρινό παρελθόν, για να γνωρίσουμε την ιστορία του πιο αγαπημένου αθλήματος στην υφήλιο.
Πώς κατέληξε το ποδόσφαιρο να είναι το πιο δημοφιλές άθλημα σε όλον τον κόσμο;
Πότε και πού ξεκίνησαν όλα;
Παρότι παιχνίδια που παίζονταν με τα πόδια και περιελάμβαναν μια μπάλα εντοπίζονται ήδη από το 2500 π.Χ. στη Βαβυλωνία, την Κίνα και την Αίγυπτο, η παλαιότερη μορφή του ποδοσφαίρου θεωρείται ότι «κατάγεται» από ένα κινέζικο παιχνίδι που ονομαζόταν Cuju.
Το 2004 η FIFA επιβεβαίωσε ότι «η παλαιότερη γνωστή μορφή του παιχνιδιού, για την οποία υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία, περιλαμβάνεται σε ένα στρατιωτικό εγχειρίδιο το οποίο χρονολογείται από το δεύτερο και τρίτο αιώνα π.Χ. στην Κίνα».
Το παιχνίδι ονομαζόταν «Cuju» (σε ελεύθερη μετάφραση: κλωτσάω μπάλα) και άκμασε κατά τη διάρκεια της δυναστείας Χαν από το 206 π.Χ. έως το 220 π.Χ.
Οι παίκτες κλωτσούσαν μια δερμάτινη μπάλα, που ήταν γεμισμένη με φτερά και μαλλιά, και προσπαθούσαν να την περάσουν μέσα από ένα μικρό άνοιγμα σε ένα δίχτυ που είχε τοποθετηθεί σε καλάμια μπαμπού. Οι παίκτες μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα πόδια, το στήθος, την πλάτη και τους ώμους τους, αλλά όχι τα χέρια τους, αναφέρει το αφιέρωμα που επιμελήθηκε η Rossella Lorenzi για το Discovery News.
Επηρεαζόμενοι –κατά πάσα πιθανότητα- από το cuju, οι Ιάπωνες δημιούργησαν το 600 π.Χ. την πρώτη μορφή ποδοσφαίρου με την προσθήκη επιδέξιων κόλπων: το «kemari». Σύμφωνα με τους κανόνες του kemari, η μπάλα (που ήταν γεμισμένη με πριονίδι) έπρεπε να παραμένει στον αέρα όσο το δυνατόν περισσότερο, χωρίς να ακουμπήσει στο έδαφος.
Οι παίκτες έπρεπε να στέκονται σε ένα κύκλο και να περνούν τη μπάλα ο ένας στον άλλον, χρησιμοποιώντας μόνο τα πόδια τους. Το παιχνίδι συνεχιζόταν μέχρι η μπάλα να πέσει στο έδαφος.
Στο Νέο Κόσμο υπήρχαν πολλά παιχνίδια που συμπεριελάμβαναν το κλώτσημα μιας μπάλας.
Οι ιθαγενείς της Αμερικής έπαιζαν ένα παιχνίδι, που ονομαζόταν «pahsaheman», στο οποίο συμμετείχαν άντρες και γυναίκες και υπήρχε μια μακριά μπάλα από δέρμα ελαφιού. Οι άντρες επιτρεπόταν μόνο να κλωτσούν τις μπάλες, ενώ οι γυναίκες μπορούσαν να τις κλωτσήσουν, να τις κουβαλούσαν ή να τις ρίξουν με τα χέρια.
Οι ιθαγενείς της Αυστραλίας έπαιζαν ένα παιχνίδι, που ονομαζόταν «Marn Grook», το οποίο υπήρχε ήδη επί 2.000 χρόνια και απαιτούσε περίτεχνες επιδεξιότητες στα πόδια.
Καθώς η ρωμαϊκή αυτοκρατορία εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη, μαζί διαδόθηκε και ένα παιχνίδι με μπάλα που ονομαζόταν «harpastum». Το παιχνίδι αυτό έλκυε την καταγωγή του από ένα αρχαίο ελληνικό παιχνίδι το οποίο επέτρεπε τη χρήση χεριών και ποδιών, καθώς επίσης και βίαιων στρατηγικών επίθεσης και άμυνας.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι θύμιζε περισσότερο το ράγκμπι, παρά το ποδόσφαιρο, όμως εξελίχθηκε σε πιο «ποδοσφαιρικό» στη συνέχεια.
Η αρχαιότερη καταγραφή ενός είδους παιχνιδιού σαν το ποδόσφαιρο εντοπίζεται στην Αγγλία του 1175. Παιζόταν σε δρόμους του Λονδίνου από μαθητές και μαθητευόμενους εργάτες. «Παλεύουν ανάμεσα σε μεγάλες μπάλες και κάνουν πολύ θόρυβο» είχε γράψει ο βασιλιάς Εδουάρδος ο Β΄ το 1314, όταν απαγόρευσε το παιχνίδι.
Πολλοί ακόμη βρετανοί μονάρχες επανέλαβαν την απαγόρευση. Ο Ερρίκος ο Η΄ (1540) το είχε χαρακτηρίσει «χυδαία αναψυχή).
Ωστόσο, το παιχνίδι παρέμεινε ιδιαίτερα δημοφιλές στην εργατική τάξη, η οποία και συνέχιζε να το παίζει.
Το 17ο αιώνα το ποδόσφαιρο του δρόμου έγινε τόσο δημοφιλές που ο βασιλιάς Κάρολος ο Β΄ τελικά το έκανε νόμιμο το 1681.
Στη Φλωρεντία του 1410 παιζόταν μία άλλη εκδοχή του ποδοσφαίρου, που αποκαλούνταν «calico».
Όχι λιγότεροι από 27 άντρες σε κάθε ομάδα συμμετείχαν στο παιχνίδι, το οποίο παιζόταν μέσα σε ένα τεράστιο σκάμμα με άμμο, προσπαθώντας να περάσουν τη μπάλα σε καθορισμένους στόχους. Οι παίκτες επιτρεπόταν να χρησιμοποιήσουν και τα χέρια τους, με το παιχνίδι να θυμίζει κάτι ανάμεσα σε βίαιο ράγκμπι και ποδόσφαιρο.
Το 1580 ο κόμης της Φλωρεντίας Giovanni de' Bardi δημοσίευσε τους επίσημους κανόνες του calcio. Αρκετοί από αυτούς τους κανόνες, όπως η ύπαρξη της μεσαίας γραμμής, η χρήση κοινών χρωμάτων σε κάθε ομάδα, οι διαιτητές, οι βοηθοί διαιτητές και ο καθορισμός συγκεκριμένων θέσεων ταιριάζουν πολύ με αυτούς του σύγχρονου ποδοσφαίρου.
Οι πρώτες ποδοσφαιρικές ομάδες του κόσμου άρχισαν να εμφανίζονται στην Αγγλία στα μέσα του 1800. Ωστόσο, οι ομάδες ακολουθούσαν διαφορετικούς κανόνες.
Οι πρώτοι επίσημοι, κοινοί κανονισμοί γράφτηκαν το 1848 στο Κέμπριτζ, όταν τα παιχνίδια με τις μπάλες χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες: σε εκείνα που επέτρεπαν τη χρήση των χεριών (ράγκμπι) και σε εκείνα που την απαγόρευαν (ποδόσφαιρο).
Το 1857 ιδρύθηκε το πρώτο ποδοσφαιρικό σωματείο στο Σέφιλντ. Υπήρχαν κι άλλες ομάδες, όμως συνδέονταν με σχολεία, πανεπιστήμια ή ομάδες ράγκμπι και κρίκετ.
Το ποδοσφαιρικό σωματείο Sheffield FC χρησιμοποιούσε τη δική του τροποποιημένη μορφή κανόνων του Κέμπριτζ. Το 1860 έλαβε χώρα το πρώτο τοπικό ντέρμπι απέναντι στην ομάδα Hallam. Ήταν ο πρώτος αγώνας του κόσμου ανάμεσα σε δύο ποδοσφαιρικά σωματεία.
Οι οριστικοί κανόνες γράφτηκαν το 1863, όταν αρκετά σωματεία στο Λονδίνο ίδρυσαν την Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (Football Association –FA) και κωδικοποίησαν τους πρώτους Κανόνες του Ποδοσφαίρου.
Το 1871 διοργανώθηκε το πρώτο English F.A. Challenge Cup. Ένα χρόνο μετά Σκωτία και Αγγλία έπαιζαν στο πρώτο διεθνές παιχνίδι, το οποίο παρακολούθησαν περίπου 4.000 θεατές.
Με το ποδόσφαιρο να εξαπλώνεται πολύ γρήγορα σε όλον τον κόσμο, «γεννήθηκε» η ανάγκη για ένα διεθνές διοικητικό όργανο.
Το 1909 εκπρόσωποι από το Βέλγιο, τη Δανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία, την Ισπανία, τη Σουηδία και την Ελβετία ίδρυσαν στο Παρίσι τη Διεθνή Ομοσπονδία Ποδοσφαιρικών Ενώσεων: τη FIFA.
Σήμερα η FIFA αποτελείται από 209 εθνικές ενώσεις.
Το 1930 η FIFA διεξήγαγε το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Στο τελικό είχαν περάσει η Ουρουγουάη και η Αργεντινή με την πρώτη να κερδίζει με σκορ 4-2 μπροστά σε ένα κοινό 93.000 θεατών.
Από τότε το Παγκόσμιο Κύπελλο διοργανώνεται κάθε 4 χρόνια, εκτός από το 1942 και 1946 εξαιτίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η ειρωνεία της ιστορίας: η Κίνα, η χώρα από την οποία ξεκίνησαν όλα, εμφανίστηκε μόλις μία φορά σε παγκόσμιο κύπελλο (2002), χάνοντας σε όλα τα παιχνίδια χωρίς να καταφέρει να σκοράρει ούτε μία φορά.