Οι επιδόσεις του Ηρακλή έθελξαν τους αρχαίους Έλληνες, τόσο ώστε να εντάξουν το αγωνίσμα του ακοντισμου στους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Αντίστοιχα, στους σύγχρονους Αγώνες συμπεριλήφθηκε πρώτη φορά το 1908, μόνο για τους άνδρες και το 1932 έριξαν ακόντιο πρώτη φορά και οι γυναϊκες.
Τα παλαιότερα χρόνια το ακόντιο, με το οποίο επιχειρούσαν τις προσπάθειές τους οι αθλητές, είχε επάνω ένα βοηθητικό σκοινί. Ο αθλητής το τύλιγε στη μέση του και χρησιμοποιούσε δύο δάχτυλα του χεριού του για να δώσει μεγαλύτερη ώθηση.
Ακόντιο: Από τη μια πλευρά του στίβου, μέχρι την άλλη
Ήταν γεγονός ότι οι αποστάσεις που κάλυπτε το ακόντιο ήταν αρκετά μακρινές και σ' αυτό βοηθούσε το συγκεκριμένο σύστημα. Πρώτα διαδόθηκε, πάντως, στη Σκανδιναβία, ήδη από τον 18ο αιώνα και αυτό το γεγονός εξηγεί κάπως τις διακρίσεις αθλητών από τις χώρες αυτές στο αγώνισμα.
Το ακόντιο παραμένει το πιο εντυπωσιακό αγώνισμα ανάμεσα στις άλλες ρίψεις και βολές. Κάποια στιγμή οι αθλητές πέρασαν τα 100 μέτρα, που περικλείονται στο χορτάρι. Ο Ούβε Χον από την Ανατολική Γερμανία έστειλε το ακόντιο να προσγειωθεί στην άλλη πλευρά του ταρτάν, στα 104,80 μέτρα. Όλα αυτά το 1984. Η Διεθνής Ομοσπονδία Στίβου άλλαξε το κέντρο βάρους στο ακόντιο και έτσι μειώθηκαν οι αποστάσεις των ρίψεων. Το 1999, έγινε και η αντίστοιχη ρύθμιση στις γυναίκες.
Ο "σύγχρονος Ηρακλής", Γιαν Ζελέζνι
Αυτές οι αλλαγές βέβαια, δεν απέτρεψαν τον Γιαν Ζελέζνι από το να κατακτήσει τον τίτλο του "σύγχρονου Ηρακλή" σε ένα αγώνισμα όπου οι Ελλάδα γνώρισε σημαντικούς αθλητές, όπως ο Κώστας Γκατσιούδης και οι Άννα Βερούλη, Σοφία Σακοράφα, Μιρέλα Μανιάνι.
Ο Τσέχος Γιαν Ζελέζνι, λίγο έλειψε και θα έφτανε τις επιδόσεις του Χον, παρά τις αλλαγές στο βάρος του ακόντιου. Το παγκόσμιο ρεκόρ ανήκει σε εκείνον από τις 25 Μαΐου στην Ιένα της Ανατολικής Γερμανίας. Αντίστοιχα, ο Κώστας Γκατσιούδης κατέχει την πέμπτη κορυφαία επίδοση.
Από το τελευταίο χρυσό μετάλλιο του Ζελέζνι στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, το αγώνισμα έχει πάρει την κατιούσα από πλευράς επιδόσεων. Ο "Γιαν ο Τρομερός" έχει πάρει τρία χρυσά σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Πέρα από εκείνο του Σίδνεϊ, πρώτευσε και σε Βαρκελώνη και Ατλάντα. Έχει στην κατοχή του επίσης και ένα ασημένιο στη Σεούλ (1998).
Αντίστοιχα, σε παγκόσμια πρωταθλήματα έχει ένα χρυσό και δύο αργυρά, όπως επίσης και ένα χάλκινο σε ευρωπαϊκό πρωτάθλημα.
Η καριέρα του ως αθλητής ολοκληρώθηκε το 2006 και έκτοτε εργάζεται ως προπονητής στην Πράγα για λογαριασμό της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.
Η τεχνική του Ζελέζνι είχε το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Αγέρωχος στο βλέμμα, όχι όμως τόσο γεροδεμένος, όσο οι αντίπαλοί του, παρά το ύψος του (1,86 μ.), πάνω απ' όλα, ήταν αθλητικός στο κορμί.
Στα πρώτα μέτρα, όπου ο ακοντιστής πρέπει να τρέξει και να αυξήσει ταχύτητα για να κερδίσει σε δύναμη, ο Ζελέζνι "φορούσε φτερά στα πόδια". Η ξαφνική κίνηση του σταματήματος και της κίνησης του ώμου για την απελευθέρωση του ακόντιου ήταν το τρωτό του σημείο. Εκεί αποκόμισε πολλούς τραυματισμούς, που του στέρησαν το μετάλλιο σε διεθνείς αγώνες το 1986, 1990, 1991, 1993, 1995, 1997, 2002 και 2004. Το χάλκινο στο Γκέτεμποργκ (Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα) το 2006 σε ηλικία 40 ετών του έδωσε το έναυσμα για να βάλει με χαρούμενο τρόπο τίτλους τέλους στην καριέρα του.