Η λύση είναι εφικτή και θα είναι ικανοποιητική και για τις δύο χώρες, εκτιμά ο ειδικός διαμεσολαβητής του ΟΗΕ
«Παράθυρο ευκαιρίας» για την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ βλέπει ο ειδικός διαμεσολαβητής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς, επισημαίνοντας ωστόσο πως «ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας».
Σε συνέντευξή του στο Euronews, ο Μάθιου Νίμιτς αναφορικά με τα θέματα ταυτότητας και εθνικότητας, στα οποία ο Σκοπιανός υπουργός Εξωτερικός Νίκολα Ντιμιτρόφ εμφανίστηκε χθες αδιάλλακτος, τόνισε ότι «όλα τα έθνη έχουν την δική τους αντίληψη για την ταυτότητα τους και το να διαταραχθεί αυτό είναι δύσκολο για κάποιον να το αποδεχθεί. Τα θέματα που είναι υπό διαπραγμάτευση έχουν να κάνουν με το όνομα της χώρας».
«Το όνομα, η λύση σε αυτό το θέμα δεν πρέπει να επηρεάσει την ταυτότητα των πολιτών. Και πιστεύω ότι η λύση είναι εφικτή και θα είναι ικανοποιητική και για τις δύο χώρες», πρόσθεσε.
Εξέφρασε ακόμα την πίστη του ότι «μπορούμε να επεξεργαστούμε μία τελική συμφωνία καθώς και τις κινήσεις που πρέπει να γίνουν στα Ηνωμένα Έθνη», ενώ για τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά ανέφερε ότι είναι «πολύ θετικός στην προσέγγιση του αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις και επιδεικνύει ουσιαστικό ενδιαφέρον, ώστε να επιλυθεί το θέμα», χαρακτηρίζοντας «πολύ σημαντική» τη συνδρομή του.
Αναφορικά με το ενδεχόμενο διεξαγωγής δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ για το ζήτημα της ονομασίας, ο Μάθιου Νίμιτς σημείωσε: «Το θέμα του δημοψηφίσματος στον βόρειο γείτονα είναι ένα θέμα δικό τους για να συζητήσουν. Υπάρχουν κοινοβουλευτικές διαδικασίες, έχουν την δική τους πολιτική παράδοση και συζήτηση για το δημοψήφισμα γίνεται εδώ και πολλά χρόνια από διαφορετικές κυβερνήσεις. Το πώς θα αποφασίσουν να επικυρώσουν την συμφωνία είναι δικό τους θέμα να επιλύσουν».
Για τις διαρροές περί των πέντε προτάσεών του για την ονομασία της ΠΓΔΜ επεσήμανε: «Η ηγεσία της Αθήνας και των Σκοπίων συζητάει ακόμα το θέμα του προσδιορισμού ο οποίος θα ήταν ο καλύτερος. Στην πρόταση μου υπάρχουν 5 επιλογές. Τόνισα ότι οι 5 αυτές προτάσεις δεν αποκλείουν την ύπαρξη και άλλων και ότι οι δύο πλευρές μπορούν να κάνουν τις δικές τους προτάσεις. Δεν ήταν στις προθέσεις μου να αποκλείσω την περίπτωση και άλλων προτάσεων».
Για το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος της γειτονικής χώρας ανέφερε: «Τα συνταγματικά θέματα, έχουν να κάνουν με την μεθοδολογία, πώς κάποιος εγκρίνει και υιοθετεί κάτι, υπάρχει νομοθεσία και αυτό αφορά και τις δύο εμπλεκόμενες χώρες. Δεν είναι δουλειά του διαμεσολαβητή να πει στην ελληνική ηγεσία πως το Σύνταγμα και το Κοινοβούλιο πρέπει να λειτουργούν. Δεν πάω στα Σκόπια να τους υποδείξω πώς να λειτουργεί το Σύνταγμα τους και πως πρέπει να διαχειρίζονται την κατάσταση. Οι δύο χώρες έχουν την δική τους μεθοδολογία να εγκρίνουν συμφωνίες».
Ερωτηθείς αν υπάρχει κάποιο χρονοδιάγραμμα για τη διευθέτηση του ζητήματος απάντησε: «Δεν υπάρχει καταληκτική ημερομηνία. Δεν μπορώ να ορίσω κάποια προθεσμία, είμαι διαμεσολαβητής. Καμία πλευρά δεν μπορεί να θέσει τελεσίγραφα στην άλλη, να πει αποφάσισε αυτό μέχρι τότε. Πιστεύω όμως ότι υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να επιλύσουμε το θέμα».
Για τους διαφωνούντες σε Ελλάδα και Σκόπια σχολίασε: «Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σε κάποια κόμματα καθώς και διαφορετικές προσεγγίσεις στην κοινωνία και αυτό είναι απαραίτητο σε μία δημοκρατία. Η πολιτική ηγεσία πρέπει να το διαχειριστεί αυτό. Και στις δύο περιπτώσεις στα ταξίδια μου στην Αθήνα και τα Σκόπια συναντήθηκα με εκπροσώπους της αντιπολίτευσης, τους εξήγησα τι κάνουμε και τους παρακίνησα να είναι δημιουργικοί. Δεν μπορώ να υποδείξω στους ηγέτες τι πρέπει να κάνουν παρά μόνο να τους παροτρύνω να είναι δημιουργικοί».
Τέλος, ερωτηθείς αν φοβάται για ένα ενδεχόμενο ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις τόνισε: «Ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας. Οι καταστάσεις αλλάζουν, οι κυβερνήσεις αλλάζουν, δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η κυβέρνηση στην Ελλάδα σε δύο χρόνια. Δεν ξέρουμε ποια θα είναι η κυβέρνηση στα Σκόπια, δεν γνωρίζουμε την κατάσταση που θα επικρατεί στην περιοχή. Μπορεί να συμβούν διάφορα γεγονότα που θα δυσκολέψουν την κατάσταση, θα την κάνουν ακόμη πιο περίπλοκη στο μέλλον, ώστε να βρεθεί λύση. Δεν ξέρουμε τι θα συμβεί στο μέλλον και οι διαιρέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες μόνο ανησυχία μπορούν να προκαλέσουν».