Ακόμα και οι μεγαλοεπενδυτές θέλουν τώρα να είναι «καλά παιδιά»

Ακόμα και οι μεγαλοεπενδυτές θέλουν τώρα να είναι «καλά παιδιά»

Τα «πράσινα» επενδυτικά κεφάλαια κερδίζουν έδαφος

Ο ημερήσιος τόκος είναι σχεδόν μηδενικός, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ελάχιστα ελκυστικές ενώ και οι τιμές των μετοχών συνεχώς αυξάνονται. Έτσι ορισμένοι επενδυτές σκέπτονται να επενδύσουν τα χρήματά τους στο χρηματιστήριο. Όμως στη Γερμανία η φήμη του δεν είναι για όλους η καλύτερη διότι οι πρακτικές του φαίνονται κάποιοες φορές ύποπτες. Αποδόσεις πάση θυσία και με κάθε τρόπο είναι κάτι που πλέον απορρίπτουν πολλοί επενδυτές. Δεν θέλουν να επενδύουν χρήματα σε επιχειρήσεις με αντικείμενο εργασιών τα όπλα, τον καπνό, τη γενετική τεχνολογία ή τον βλαβερό για το κλίμα άνθρακα.

Έτσι στις χρηματαγορές κερδίζει έδαφος η τάση για επενδύσεις με βάση την καθαρή συνείδηση.  Το «πράσινο πνεύμα» που κάποτε ήταν η εξαίρεση τώρα συνεπαίρνει τον κόσμο των χρηματαγορών γιατί υπάρχουν κολοσσοί που άνοιξαν τον δρόμο. Για παράδειγμα, η Allianz έχει αποσυρθεί από δραστηριότητες που αφορούν στον άνθρακα, η γαλλική BNP Paribas δεν χρηματοδοτεί πρότζεκτ εξαγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου από σχιστόλιθο. Η Deutsche Bank δεν δίνει χρήματα σε εργοστάσια παραγωγής ενέργειας από άνθρακα. Στην Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα της Βόννης πολλά κράτη συνέπτυξαν μια συμμαχία για την έξοδο από τον άνθρακα. Οι μηχανισμοί του χρηματιστηρίου συμβάλουν επίσης προς αυτήν την κατεύθυνση. Στις μετοχές αυτοκινητοβιομηχανιών ή επιχειρήσεων άνθρακα μπαίνει καπέλο, επειδή οι επενδυτές δεν τολμούν να περάσουν στην ηλεκτροκίνηση.

«Οι βιώσιμες επενδύσεις προσελκύουν σταδιακά το ενδιαφέρον των μεγαλοεπενδυτών», λέει ο ΄Ινγκο Σπάιχ, διαχειριστής κεφαλαίων στην Union Investment, με πρωτοποριακό ρόλο σε τέτοιες επενδύσεις. Πίσω από αυτές βέβαια δεν κρύβονται πάντοτε αγαθά κίνητρα. «Το dieselgate της VW που έριξε τη μετοχή της στα τάρταρα, οδήγησε σε αλλαγή του τρόπου σκέψης» υπογραμμίζει ο Σπάιχ. «Έδειξε ότι η καλή επιχειρηματική πρακτική και η καθαρή οικονομία αποφέρουν οφέλη». Πολλοί φιλτράρουν το χαρτοφυλάκιό τους με περιβαλλοντικά κριτήρια, ενώ άλλοι επιδιώκουν να αναβαθμίσουν την εικόνα τους με «πράσινες» επιλογές.

Για τους ιδιώτες επενδυτές οι δυνατότητες καθαρών επενδύσεων είναι πιο εύκολες. Η προσφορά γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Τα περισσότερα  επενδυτικά κεφάλαια αποκλείουν εταιρείες με πεδίο δράσης τα όπλα ή ουσίες που προκαλούν εξάρτηση, όπως ο καπνός και το αλκοόλ. Στην κόκκινη λίστα περιλαμβάνονται και εταιρείες που παραβιάζουν τα εργασιακά και ανθρώπινα δικαιώματα, χρησιμοποιούν γενετική τεχνολογία ή κερδίζουν χρήματα μέσω της πορνογραφίας.  Ωστόσο, αυτή η αγορά για ιδιώτες επενδυτές δεν είναι απεριόριστη. Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύεται επενδύσεις σε βιώσιμα επενδυτικά προϊόντα δεν σημαίνει παράλληλα και μικρότερες αποδόσεις. Ανάμεσα σε παραδοσιακά και «καθαρά» επενδυτικά κεφάλαια δεν υπάρχει διαφορά, μάλιστα τα δεύτερα μπορεί να είναι και πιο προσοδφόρα όπως έδειξε έρευνα του Scope. «Άρα δίλημμα ανάμεσα στην καθαρή συνείδηση και την απόδοση δεν υπάρχει» επισημαίνει ο Σπάιχ.

Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και το Πανεπιστήμιο του Κάσελ το 2014. Εξέτασε 35 αναλύσεις αποδόσεων από παραδοσιακά και «καθαρά» κεφάλαια και στις 15 δεν διαπίστωσε διαφορές. Στις 14 οι αποδόσεις των τελευταίων ήταν καλύτερες. Μόνο στις 6 κατέγραψε χειρότερες αποδόσεις στα «βιώσιμα» κεφάλαια. Η υπηρεσία καταναλωτών της Βρέμης προειδοποιεί: αξιόπιστα κριτήρια για ένα μίνιμουμ ηθικών και οικολογικών προδιαγραφών σε επενδυτικά προϊόντα δεν υπάρχουν, το βάρος επιλογής επωμίζονται οι ίδιοι οι επενδυτές.

(DW)