«Είπα να τον φοβίσουν, να τον απειλήσουν, έπινε κι έχανε τον κόσμο»

«Είπα να τον φοβίσουν, να τον απειλήσουν, έπινε κι έχανε τον κόσμο»

Η απολογία της πρώην συζύγου ναυτικού που βρέθηκε στον καταψύκτη

«Δεν ξέρω πως βρέθηκε στον καταψύκτη... Δεν θέλω να ξέρω». Με τα λόγια αυτά απάντησε στις επίμονες ερωτήσεις της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου η 50χρονη πρωταγωνίστρια στην υπόθεση της δολοφονίας του 63χρονου ναυτικού το πτώμα του οποίου βρέθηκε σε καταψύκτη, τον Ιανουάριο του 2016.

Της Μαρίας Ζαχαροπούλου

Η κατηγορούμενη κλαίγοντας αρνήθηκε ότι έχει σχέση με την δολοφονία του άτυχου ναυτικού που βρέθηκε νεκρός μέσα στο σπίτι της, ωστόσο μετά από αρκετή ώρα παραδέχτηκε πως είχε ζητήσει από την νεαρή συγκατηγορούμενη της να «τρομάξουν» τον πρώην σύζυγο της τον οποίο κατηγόρησε ότι είχε κακοποιήσει σεξουαλικά τον 14χρονο, σήμερα, γιο τους.

Στην απολογία της η γυναίκα μίλησε για τις αγωνιώδεις προσπάθειες της να έχει κοντά της το παιδί της , την επιμέλεια του οποίου είχε το θύμα, ισχυριζόμενη πως οι αρμόδιες αρχές δεν την βοήθησαν. Κατά τη διάρκεια της απολογίας της αποκαλούσε τον πρώην σύζυγο της με το επώνυμο του υποστηρίζοντας ότι είχε αδυναμία στο ποτό. «Έπινε και έχανε τον κόσμο... Δεν μπορούσα να αποδείξω πως κακοποιούσε το παιδί μου . Ήταν όλοι με το μέρος του. Κανένας δεν με βοήθησε».

Μάλιστα, αντέκρουσε τις αιτιάσεις πως ο γάμος της με τον κατά 20 χρόνια μεγαλύτερο της ναυτικό έγινε για λόγους συμφέροντος.

«Εγώ παντρεύτηκα μαζί του και αυτός με έφερε στην Ελλάδα. Έμεινα στο σπίτι του. Δεν ήξερα αν έχει αδέλφια. Μου είχε πει ότι έχει έναν πατέρα και μένει σε ένα μικρό σπιτάκι. Δεν παντρεύτηκα για να εκμεταλλευτώ, ούτε για την περιουσία του, ούτε για τα λεφτά του. Ήθελα το παιδί μου να μεγαλώσει στην Ελλάδα γιατί είναι Έλληνας», είπε κλαίγοντας.

«Μου έλεγε θα κάνω ότι θέλω και θα κάνεις ότι σου λέω»

Η 50χρονη δέχτηκε βροχή ερωτήσεων από την έδρα σε μια προσπάθεια να πέσει φως στα γκρίζα σημεία την υπόθεσης μιας και η ίδια από την πρώτη στιγμή δήλωσε αθώα. Τελικά, οι επίμονες ερωτήσεις οδήγησαν στην παραδοχή ότι ζήτησε να απειλήσουν τον 63χρονο γιατί «ήθελε να ζήσει με το παιδί της».

Εισαγγελέας : Μήπως αυτά τα περιστατικά με το παιδί σας, σας δημιούργησαν κάτι παραπάνω; Μήπως αυτό ήταν μια δικαίωση για να κάνετε κάτι παραπάνω;
Κατηγορούμενη : Δεν ξέρω.
Εισαγγελέας : Πιστεύατε ότι συνέβη κάτι με το παιδί σας και θελήσατε να τον απειλήσετε ;
Κατηγορούμενη : Ναι.
Εισαγγελέας : Άρα είπατε να τον απειλήσετε ;
Κατηγορούμενη (κλαίγοντας ): Ναι. (...) Μου έλεγε θα κάνω ότι θέλω και θα κάνεις ότι σου λέω... Δεν γνωρίζω ποιος τον απείλησε.
Πρόεδρος : Έτσι κατέληξε στον καταψύκτη;
Κατηγορούμενη : Μπορεί να έγινε αυτό που φοβόμουν. Δεν θέλω να ξέρω. Ποιος θα με βοηθούσε; Εγώ πήγαινα μόνο με το νόμο.

Η κατηγορούμενη ισχυρίστηκε πως τον Δεκέμβριο του 2014 δεν βρισκόταν στο σπίτι της, αλλά ήταν φιλοξενούμενη σε φιλικό της πρόσωπο, οπότε δεν γνωρίζει τίποτα για την δολοφονία.

Όπως είπε, μετά την συζήτηση που είχε «για τις απειλές» με την συγκατηγορούμενή της, δεν ξαναρώτησε τι απέγινε, γιατί η 27χρονη δεν απαντούσε στα τηλεφωνήματα της. «Δεν ήξερα τι είχε γίνει και γι αυτό όταν έμαθα για την εξαφάνιση φοβήθηκα», είπε και συμπλήρωσε πως έφυγε για την Βουλγαρία όταν τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου του 2015 δέχτηκε απειλητικά τηλεφωνήματα από πρόσωπο που της ζητούσε 20.000 ευρώ.

«Εγώ είπα να τον φοβίσουν, να τον απειλήσουν. Της εξήγησα (σ.σ. της 27χρονης συγκατηγορούμενής της) τι είχε γίνει με το παιδί», τόνισε και όταν η πρόεδρος τη ρώτησε πώς προέκυψε το θέμα των χρημάτων, η 50χρονη ισχυρίστηκε ότι: «Η κοπέλα μου είπε πως ζητούσαν χρήματα και εγώ της απάντησα πως δεν είχα τόσα πολλά».

Πρόεδρος : Οπότε έμεινε εκεί το πράγμα.
Κατηγορούμενη : Όχι, γιατί με απειλούσαν μετά την εξαφάνιση.
Πρόεδρος : Το ποσό συμφωνήθηκε για να φοβίσουν το σύζυγο ;
Κατηγορούμενη: Της είπα ότι είναι πολλά τα χρήματα. Εκείνη μου είπε ότι θα το έκαναν.
Πρόεδρος : Η συμφωνία ποια ήταν ;
Κατηγορούμενη : Να δώσω χρήματα. Εγώ είχα πει ότι θα δώσω αλλά δεν είχα συμφωνήσει ποσό.
Πρόεδρος : Πότε μάθατε για το πόσο ;
Κατηγορούμενη : Μετά τις 3 Ιανουαρίου και όταν άκουσα ότι εξαφανίστηκε φοβήθηκα.
Πρόεδρος : Τι αισθάνεστε γι αυτόν τον άνθρωπο; Γι αυτό που έγινε ;
Κατηγορούμενη : Τίποτα, δεν θέλω να λέω ψέμματα.

(...)

Δικαστής : Μέσα στο σπίτι σας όπου βρέθηκε ο καταψύκτης υπήρχε ένα στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο και μια βασιλόπιτα. Πως γίνεται αυτό αφού, όπως λέτε, λείπατε ολόκληρο το Δεκέμβριο από το σπίτι;
Κατηγορούμενη : Τα είχα αγοράσει νωρίτερα. Ήθελε το παιδί να στολίσουμε από τον Νοέμβριο.
Δικαστής : Και η βασιλόπιτα ;
Κατηγορούμενη : Ήταν ένα γλυκό για να φάμε και το είχα αφήσει στο τραπέζι...

"Με έμπλεξαν"

Στην απολογία της η 27χρονη κατηγορούμενη, η μαρτυρία της οποίας ξετύλιξε το κουβάρι της υπόθεσης ,ισχυρίστηκε πως ο ρόλος της στην υπόθεση περιορίστηκε σε αυτόν του μεσολαβητή, καθώς παραδέχτηκε πως η ίδια βοήθησε την 50χρονη συμπατριώτισσα της, την οποία αποκαλούσε «κυρία», να βρει τους ανθρώπους που θα απειλούσαν τον πρώην σύζυγο της.

«Μου ζήτησε κάποιους για να τρομάξει τον πρώην σύζυγο της... Όχι για να τον σκοτώσουν. Είπε μόνο να τον τρομάξουν», υποστήριξε και αναφέρθηκε σε ένα ραντεβού ,που έγινε τον Δεκέμβριο του 2014, λίγες δηλαδή ημέρες πριν τη δολοφονία, σε σουβλατζίδικο στο οποίο ήταν παρούσα η ίδια η συγκατηγορούμενή της με το γιο της και ο φίλος που την έφερε σε επαφή.

Όπως είπε, δεν άκουσε τι ακριβώς συζήτησαν μεταξύ τους, καθώς καθόταν σε άλλο τραπέζι.

Πρόεδρος : Τι έγινε τελικά , τον απείλησαν;
Κατηγορούμενη : Δεν ξέρω. Δεν ξαναρώτησα όταν φύγαμε από το σουβλατζίδικο. Εκεί άκουσα ότι ζητούσαν 14.000 ευρώ... Όταν ρώτησα τον φίλο μου εκείνος μου απάντησε: «Μην ανακατεύεσαι, αυτά είναι ανδρικές δουλειές».

Η κατηγορούμενη πήρε πίσω την προανακριτική της απολογία στην οποία είχε περιγράψει τη σκηνή του εγκλήματος και είχε αναφέρει πως βοήθησε τη συμπατριώτισσα της να βρει τους «εκτελεστές» του συμβολαίου θανάτου.

«Με έμπλεξαν. Δεν έχω πάρει ούτε ένα ευρώ . Κάνω όρκο και ο Θεός βλέπει. Δεν ξέρω αν έχει πληρώσει ή όχι...», είπε με δάκρυα στα μάτια, συμπληρώνοντας πως θέλησε να βοηθήσει την 50χρονη, η οποία την συγκίνησε όταν κλαίγοντας της αφηγήθηκε ότι ο πρώην σύζυγος της κακοποιούσε το παιδί τους.

Όταν έγινε γνωστή η είδηση της δολοφονίας του ναυτικού που βρέθηκε μέσα στον καταψύκτη ισχυρίστηκε πως τρόμαξε. «Τρόμαξα όταν είδα το ρεπορτάζ στην τηλεόραση. Είδα και την φωτογραφία της... Εγώ δεν έκανα τίποτα . Δεν έχω σκοτώσει κάποιον. Ήμουν καλά, είχα χρήματα. Για ποιο λόγο να το κάνω αυτό;».

Διάλεξε τον καταψύκτη

Ο νεαρός ο οποίος κατηγορείται ότι βρήκε τον καταψύκτη όπου εντοπίστηκε ο άτυχος ναυτικός αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή με το έγκλημα. Όπως ισχυρίστηκε στην απολογία του, η 27χρονη ήταν εκείνη που του ζήτησε να βρει για την 50χρονη έναν μεταχειρισμένο καταψύκτη λόγω της ιδιότητάς του ως ψυκτικός.

«Έκλεινε ένα μικρό μαγαζί στο Ρέντη. Την ειδοποίησα, ήρθε και εκεί την είδα για πρώτη φορά. Διάλεξε τον καταψύκτη και ζήτησε να τον βάλει να δουλέψει. Μετά είπε πως δεν είχε τρόπο να το μεταφέρει στο σπίτι της. Τελικά, εγώ και το παιδί που ήταν στο μαγαζί τής πήγαμε τον καταψύκτη και μας έδωσε 50 ευρώ. Ζήτησε να το αφήσουμε μπροστά στην είσοδο. Δεν μπήκαμε ποτέ μέσα στο διαμέρισμα».