«Όταν τα σύνορα με την Αλβανία άνοιξαν, αρχίσαμε τις έρευνες. Ψάχναμε τη γη με τα χέρια. Βρίσκαμε λιωμένα άρβυλα, κουμπιά, ξιφολόγχες, κράνη, οστά…».
Εκείνοι που δεν επέστρεψαν από το μέτωπο, ξεψύχησαν στο πεδίο της μάχης, έσβησαν από τα κρυοπαγήματα, θάφτηκαν κάτω από τα χιόνια, διαμελίστηκαν από το σφυροκόπημα της ιταλικής αεροπορίας, μένουν για 77 χρόνια θαμμένοι – άταφοι, μέσα στα χωράφια και τις χαράδρες της Αλβανίας.
Τα Αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού αναφέρουν πως από την έναρξη του πολέμου και μέχρι τις 28 Απριλίου 1941 οι απώλειες στο Αλβανικό μέτωπο, έφτασαν τους 13.936 Αξιωματικούς και οπλίτες. Από αυτούς, οι 7.796, έμειναν στην Αλβανία, θαμμένοι ή άταφοι.
Οι δικοί τους συγγενείς, τα παιδιά τους, κάθε χρόνο ανήμερα της εθνικής επετείου πηγαίνουν στην Αλβανία, στα πεδία των μαχών, ανάβουν ένα κεράκι με την ευχή, την ελπίδα και την προσμονή, να βρουν, να ταυτοποιήσουν τον δικό τους άνθρωπο.
Αποκαλυπτική είναι η μαρτυρία ακολούθου εν αποστρατεία, ο οποίος υπηρέτησε στην Αλβανία και όπως καταθέτει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, επί μακρόν ασχολήθηκε με το ζήτημα των άταφων νεκρών του μετώπου, καταγράφοντας μαρτυρίες επιζώντων, αλλά και κατοίκων των περιοχών όπου γράφτηκε το Έπος.
«Όταν τα σύνορα με την Αλβανία άνοιξαν, αρχίσαμε τις έρευνες στα πεδία των μαχών. Ψάχναμε τη γη με τα χέρια. Βρίσκαμε λιωμένα άρβυλα, κουμπιά από χλαίνες, ξιφολόγχες, κράνη, υδροδοχεία, οστά…».
Για τους χώρους ταφής υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία. Από τη μελέτη των διασωθέντων αρχείων, αλλά και προσωπικές μαρτυρίες, όπως αναφέρει, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η ταφή των νεκρών, γινόταν είτε σε πρόχειρα στρατιωτικά νεκροταφεία, είτε στο σημείο όπου έπεσαν μαχόμενοι, ακόμη και σε ομαδικούς τάφους. Σε πολλές περιπτώσεις οι νεκροί φαντάροι έμπαιναν σε ξύλινα κιβώτια πυρομαχικών και στα σημεία ταφής τοποθετούνταν, ένας ξύλινος σταυρός.
Δυστυχώς όμως, η ταφή όλων των νεκρών δεν ήταν πάντοτε εφικτή, γιατί πολλοί σε ορισμένες επιχειρήσεις εγκαταλείφθηκαν, σκεπάστηκαν από τα χιόνια και έμειναν άταφοι, ή θάφτηκαν μεμονωμένα από τους συντρόφους τους. Αρκετοί διαμελίστηκαν και έγιναν βορρά σε άγρια ζώα.
Επίσης, λόγω της σκληρότητας του αγώνα, ορισμένοι τραυματίες δεν κατέστη δυνατόν να περισυλλέγουν, εγκαταλείφθηκαν στα πεδία των μαχών και αφού σκεπάστηκαν από παχύ στρώμα χιονιού, πέθαναν με φρικτό τρόπο και έμειναν άταφοι. Άλλοι καταπλακώθηκαν από πέτρες και χώματα λόγω των βομβαρδισμών πυροβολικού και αεροπορίας, κάποιοι διαμελίστηκαν και ουδέποτε βρέθηκαν ή αναγνωρίστηκαν.
Από τη μελέτη των αρχείων, όπως επισημαίνει ο εν αποστρατεία ακόλουθος σε συνδυασμό με τη διασταύρωση πληροφοριών, προφορικών και καταγεγραμμένων σε προσωπικά ημερολόγια πολεμιστών, προέκυψαν συγκεκριμένα στοιχεία, ότι είχαν οργανωθεί στρατιωτικά νεκροταφεία στις περιοχές, Ντραγκότι, Δέλβινο, Βόδινο, Χειμάρα, Ερσέκα, Ντεβόλ, Βουλιαράτες, Πόγραδετς, Πρεμετή, Κλεισούρα, Κορυτσά, Μπογάζι, Ροντόνι, Μοράβα, Κυπαρό, Πλατυβούνι, Γκόλικο, Τρεμπεσίνα, Πούντα Νόρνε, Σκουτάρα και άλλες περιοχές.