«Φιλί του θανάτου» οι πολιτικές λιτότητας, υποστηρίζει ο επικεφαλής της ομάδας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
«Φιλί του θανάτου» χαρακτηρίζει ο επικεφαλής της ομάδας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Τζιάνι Πιτέλα, τις πολιτικές οικονομικής λιτότητας που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη.
«Όσοι ήταν υπέρμαχοι της λιτότητας, βλέπουν τώρα ότι το αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής υπήρξε καταστροφικό. Το χρέος δεν έχει μειωθεί, η ανεργία έχει αυξηθεί και η δημοκρατία είναι πιο ευάλωτη σε σχέση με παλιότερα. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της πολιτικής λιτότητας» αναφέρει ο Τζ. Πιτέλα σε μια συνέντευξή του εφ' όλης της ύλης στην ιστοσελίδα Euractiv.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Ιταλός πολιτικός ήταν από τους πρώτους που στήριξαν την Ελλάδα κατά τη διάρκεια των δυσκολιών που αντιμετώπισε η χώρα και σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και στο μέτωπο της προσφυγικής κρίσης.
«Δεν μπορούσα να δεχθώ ότι οι Έλληνες πολίτες, ιδιαίτερα οι πιο φτωχοί, έπρεπε να υποστούν και πρόσθετα μέτρα μετά από πολλά χρόνια λιτότητας. Ανεξάρτητα από το ποιος ήταν στο τιμόνι της χώρας, εγώ θα στήριζα τους πολίτες. Έτσι θα ενώσουμε την Ευρώπη και θα πετύχουμε ουσιαστική ισορροπία», αναφέρει ο επικεφαλής των Ευρωσοσιαλιστών.
Όσον αφορά τις πολιτικές διεργασίες στο χώρο της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, ο Τζιάνι Πιτέλα τονίζει ότι δεν θέλει να επέμβει σε μία εσωτερική συζήτηση. «Γνωρίζω ότι έχει δρομολογηθεί μία δημοκρατική διαδικασία, ότι θα γίνουν εκλογές στο χώρο αυτό. Δεν θέλω να αναμιχθώ σε αυτή τη δυναμική. Η απόφαση εναπόκειται στην ηγεσία που θα εκλεγεί».
Αναφερόμενος, τέλος, στη Συνθήκη του Δουβλίνου ΙΙ και στο ερώτημα, εάν τα κράτη- μέλη, έχουν πειστεί για την αναγκαιότητα μεταρρύθμισής της, ο Πιτέλα τονίζει: «Κάθε λογικός άνθρωπος κατάλαβε ότι είναι άδικο και απαράδεκτο ολόκληρο το βάρος να πέφτει στις χώρες πρώτης εισόδου και στις χώρες που φιλοξενούν τους πρόσφυγες. Είναι καιρός να αλλάξουμε αυτή την παράλογη και επονείδιστη ρύθμιση. Είναι πολύ δύσκολο για τα κράτη- μέλη στο Συμβούλιο να αρνηθούν αυτή τη μεταρρύθμιση».