Κι αν η προσέλευση πέσει κάτω από το 70%;
Ξεπερνούν το 46% οι αναποφάσιστοι, λίγες εβδομάδες πριν από τις γερμανικές εκλογές. Ποιοι είναι όμως αυτοί και γιατί δεν ψηφίζουν; Μήπως τα μεγάλα κόμματα βγαίνουν τελικά κερδισμένα από την αποχή τόσων πολιτών;
Η προσέλευση στις κάλπες στις περασμένες γερμανικές εκλογές του 2013 ξεπέρασε οριακά το 71,5%. Περίπου 40 χρόνια νωρίτερα, το 1972, το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνούσε το 91%. Για τον Μάνφρεντ Γκίλνερ, διευθύνοντα σύμβουλο στο Ινστιτούτο Δημοσκοπήσεων Forsa και ειδικό στη μελέτη των κομμάτων, η εξέλιξη είναι ανησυχητική: «Τα γερμανικά κόμματα κλείνουν τα αυτιά και τα μάτια μπροστά στο γεγονός ότι τόσο πολλοί άνθρωποι απέχουν της εκλογικής διαδικασίας ήδη από τη δεκαετία του ΄80».
Το Ινστιτούτο Forsa εξέτασε για λογαριασμό του πολιτικού Ιδρύματος Φρίντεριχ Έμπερτ, το οποίο πρόσκειται στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) την ομάδα των Γερμανών που απέχουν από την κάλπη. Όπως λέει ο Μάνφρεντ Γκίλνερ, η έρευνα διαπίστωσε ότι «οι πολίτες αυτοί θέλουν να ψηφίσουν. Απλά περιμένουν να βρουν τον πολιτικό χώρο που τους εκφράζει. Ενδιαφέρον έχει, εκτός αυτού, ότι οι πολίτες αυτοί δεν θα ψήφιζαν ποτέ ακραία κόμματα αλλά τα καθιερωμένα».
Κι αν η προσέλευση πέσει κάτω από το 70%;
Στις εκλογές του 2013 το ποσοστό των ψηφοφόρων που δεν συμμετείχε στην εκλογική διαδικασία ξεπέρασε το 28%. Αν αναλογιστούμε ότι επί του συνόλου των ψηφοφόρων οι Γερμανοί Συντηρητικοί κέρδισαν οριακά τις εκλογές με 29,7% συνειδητοποιούμε πόσο μεγάλο είναι εν τέλει το ποσοστό εκείνων που συνειδητά απέχουν από τις κάλπες. Εύλογα διερωτώνται πολλοί τι θα γίνει αν στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου το ποσοστό συμμετοχής μειωθεί κάτω του 70%.
«Σε αυτή την περίπτωση οι πολιτικοί μας θα πρέπει να σκεφτούν σοβαρά πώς θα αντιμετωπίσουν αυτή την εξέλιξη», εκτιμά ο Μάνφρεντ Γκίλνερ και αναφέρεται σε ένα παράδειγμα από την τοπική αυτοδιοίκηση: «Το 2015 τις παραμονές των δημοτικών εκλογών η Χενριέτε Ρέκερ υποψήφια δήμαρχος της Κολωνίας τραυματίστηκε σοβαρά σε επίθεση με μαχαίρι. Παρά τα δραματικά γεγονότα λίγο πριν τις εκλογές, μόλις το 40% των δημοτών προσήλθε στις κάλπες. Κατά συνέπεια δεν έχουν άδικο όσοι ισχυρίζονται ότι πολιτικοί της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν διαθέτουν σε πολλές περιπτώσεις την απαραίτητη νομιμοποίηση από τους ψηφοφόρους.
«Κόμμα Μη Ψηφοφόρων»
Για περίπου δύο δεκαετίες ο φιλόσοφος Βέρνερ Πέτερς ήταν αρχηγός ενός κόμματος που δεν υπάρχει πια. Το «Κόμμα των Μη Ψηφοφόρων» τάραξε τα νερά της γερμανικής πολιτικής όταν ιδρύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ΄80. «Τα αιτήματά μας ήταν: περισσότερη άμεση δημοκρατία, κατάργηση της κομματικής πειθαρχίας στις κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες και χρονικός περιορισμός της βουλευτικής θητείας με στόχο την αναβίωση της δημοκρατίας», εξηγεί ο 76χρονος φιλόσοφος.
Ο Β. Πέτερς λέει για εκείνους που συστηματικά ή σποραδικά απέχουν συνειδητά από την κάλπη: «Από τη μια πλευρά υπάρχουν εκείνοι που αδιαφορούν για την πολιτική. Μετά είναι το λεγόμενο προλεταριάτο. Στις αμερικανικές εκλογές ήταν ακριβώς αυτοί, οι πιο φτωχοί, χωρίς ιδιαίτερη προοπτική και ελπίδες, που συνέβαλαν στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ». Για τον φιλόσοφο η τρίτη κατηγορία πολιτών είναι η πιο ενδιαφέρουσα επειδή όπως λέει «πιστεύουν ότι τα κόμματα δεν προσπαθούν καν να λύσουν τα σημαντικά προβλήματα. Πιστεύουν ότι δεν έχει καμία σημασία ποιο κόμμα να ψηφίσουν γι αυτό και εν τέλει δεν πηγαίνουν στις κάλπες».
Ο Βέρνερ Πέτερς παραδέχεται ότι με την απόφασή του να μην ψηφίσει υπέρ του Μάρτιν Σουλτς στις 24 Σεπτεμβρίου συμβάλλει στην επανεκλογή της Άγκελα Μέρκελ: «Η γυναίκα αυτή ενσαρκώνει σε κάποιο βαθμό την ηρεμία, τη σοβαρότητα και την σταθερότητα. Από την άλλη πλευρά δεν έχει ιδέα τι πρέπει να γίνει από εδώ και στο εξής. Απλά έχει βολευτεί με τα πράγματα, όπως πηγαίνουν μέχρι τώρα. Είναι ο μονόφθαλμος στους τυφλούς».
Πηγή: Deutsche Welle