Ο θάνατος της Ανελόρε Κολ αποτελεί μία από τις μεγάλες οικογενειακές υποθέσεις στην πολιτική ζωή της Γερμανίας
Δώδεκα συνεχόμενα χρόνια στην εξουσία περιέχουν δοκιμασίες, πίκρες χαρές, διαψεύσεις, συμμαχίες και προδοσίες. Σίγουρα το τίμημα είναι μεγάλο, ακόμα πιο μεγάλο εάν ηγείσαι μίας μεγάλης χώρας. Πρόσφατα έφθασε ο πρώτος λογαριασμός από το παρελθόν για την Άγγελα Μέρκελ.
Ο Βάλτερ Κολ, γιος του πρώην καγκελαρίου της Γερμανίας Χέλμουτ Κολ και της Ανελόρε, κατηγορεί τη γερμανίδα νυν καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ ότι φέρει μερίδιο ευθύνης για τον θάνατο (αυτοκτονία) της μητέρας του: μήπως πρόκειται για πολιτική βεντέτα ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών τον ερχόμενο Σεπτέμβριο;
«Η Μέρκελ φέρει σημαντικό μερίδιο ευθύνης για τον θάνατο της μητέρας μου», υποστηρίζει ο Βάλτερ Κολ σε συνέντευξη που έδωσε στη γερμανική εφημερίδα Die Zeit και αναδημοσιεύουν η βρετανική Daily Mail και η ιταλική Corriere della Sera.
Βαριά κατηγορία η οποία δείχνει πόσο δύσκολη και ανελέητη μπορεί να γίνει για τη γερμανίδα καγκελάριο η προεκλογική της εκστρατεία, ενόψει των επερχόμενων εκλογών στη Γερμανία, στις 24 Σεπτεμβρίου.
Ο θάνατος της Ανελόρε Κολ αποτελεί μία από τις μεγάλες οικογενειακές υποθέσεις στην πολιτική ζωή της Γερμανίας. Η Ανελόρε γνώρισε τον Χέλμουτ Κολ όταν ήταν δεκαπέντε χρόνων, τον παντρεύτηκε και παρέμεινε δίπλα του -στη σκιά του ειδικότερα- σε όλη τη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας.
Αρρωστη, έπασχε από μία σπάνια-αφόρητη ασθένεια των ματιών, γνωστή ως φωτοδερματίδα (δεν άντεχε καθόλου το φως του ήλιου και έπρεπε να είναι συνέχεια στο σκοτάδι), αυτοκτόνησε το 2001, όταν το πολιτικό άστρο του άντρα της είχε αρχίσει να δύει λόγω του σκανδάλου για παράνομη χρηματοδότησή του κόμματος του, του CDU.
Η αυτοκτονία της προκάλεσε πολλές συζητήσεις τότε στη Γερμανία, σχετικά με το εάν οι λόγοι που την ώθησαν σε αυτή την ενέργεια ήταν η αρρώστια της ή το βάρος μίας ζωής δίπλα σε έναν άντρα τόσο απορροφημένο από την πολιτική και δημόσια ζωή και ελάχιστα αφοσιωμένο στην οικογένεια. Οπως σε κάθε αυτοκτονία, οι λόγοι παραμένουν συνήθως ανεξιχνίαστοι: εκτός από το γεγονός η υπόθεση είχε και μία πολιτική αξία. Στη συνέντευξή του στην Die Zeit, ο Βάλτερ Κολ δηλώνει ότι η Άγγελα Μέρκελ υπήρξε φίλη της μητέρας του, γνωστή ως «το κορίτσι» από την ανατολική Γερμανία, που ήθελε ο Χέλμουτ Κολ στην κυβέρνησή του. Παρ' όλα αυτά --την κατηγορεί ο γιος του--, όταν ο τότε καγκελάριος είχε εμπλακεί στο σκάνδαλο με την παράνομη χρηματοδότηση του κόμματος, η Μέρκελ έγραψε την περίφημη επιστολή στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, με την οποία ζητούσε μια ριζική αλλαγή στην ηγεσία του CDU.
Η επιστολή αυτή «υπονόμεψε» καθοριστικά τον Κολ και έστειλε τη Μέρκελ στον προθάλαμο της ηγεσίας του κόμματος. Ηταν τότε 22 Δεκεμβρίου του 1999. «Η Μέρκελ, ως έμπειρη πολιτικός, γνώριζε ότι το άρθρο αυτό θα μπορούσε να βλάψει σοβαρά τη μητέρα μου και την οικογένειά μου», λέει ο Βάλτερ Κολ. Και προσθέτει: «προκειμένου να αναρριχηθεί στην εξουσία πρόδωσε τη μητέρα μου σαν να επρόκειτο για μία παράπλευρη απώλεια, συμπεριφέρθηκε άθλια σε μία άρρωστη γυναίκα που τη θεωρούσε φίλη». Ο Βάλτερ Κολ στέκεται όμως στον ανθρώπινο παράγοντα λέγοντας ότι η Άγγελα Μέρκελ έπρεπε να σκεφτεί και τη μητέρα του, η οποία τότε ήταν ήδη άρρωστη.
Σίγουρα οι κατηγορίες του Βάλτερ Κολ είναι κατανοητές, καθότι ως γιος της έχει ιδιαίτερα ευσυγκίνητα κίνητρα. Σύμφωνα όμως με εκτίμηση της Corriere della Sera, η επιστολή της Μέρκελ ήταν μία πολιτική πράξη η οποία μεταξύ άλλων εγκαινίασε μία νέα φάση στους κόλπους του CDU. Η συνέντευξη του Βάλτερ Κολ δείχνει μία χρόνια μνησικακία που εκδηλώνεται σήμερα για να γκρεμίσει αυτό που η Μέρκελ θεωρούσε ως την πιο σκληρή προεκλογική εκστρατεία της ζωής της. Το πρόβλημα για την καγκελάριο είναι ότι, στη θριαμβευτική της πορεία για την ανάληψη της εξουσίας και τη διατήρησή της, διέπραξε «ανηλεείς πράξεις». Και όσοι τις έχουν υποστεί, αυτή είναι μία καλή στιγμή για να πάρουν εκδίκηση, υποστηρίζει το άρθρο.
Ο 53χρονος Βάλτερ Κολ ο οποίος στο παρελθόν εργάστηκε ως τραπεζίτης επενδύσεων στη Νέα Υόρκη και ως ελεγκτής σε γερμανικές επιχειρήσεις, σήμερα διευθύνει από κοινού με τη γυναίκα του μία εταιρεία στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας.