Ο κανονισμός του ESM προβλέπει τη συνεργασία με το Ταμείο «όπου είναι δυνατό», τόνισε η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Την ανάγκη να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό τόνισε η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδια για οικονομικά θέματα, Αννίκα Μπράιντχαρτ, κληθείσα να σχολιάσει την έκθεση του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία.
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της το αποτέλεσμα της χθεσινής συζήτησης του ΔΝΤ για το άρθρο 4. Η προτεραιότητά μας αυτήν τη στιγμή είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης το συντομότερο δυνατό και εργαζόμαστε εντατικά με τις ελληνικές αρχές και τους υπόλοιπους εταίρους για να γίνει αυτό πραγματικότητα», ανέφερε η κ. Μπράιντχαρτ κατά τη διάρκεια της σημερινής ενημέρωσης του Τύπου στις Βρυξέλλες, αποφεύγοντας, ωστόσο, να δώσει ακριβές χρονοδιάγραμμα.
Ερωτηθείσα κατά πόσο η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είναι αναγκαία επανέλαβε πως ο κανονισμός του ESM προβλέπει τη συνεργασία με το Ταμείο «όπου είναι δυνατό», ωστόσο, το ΔΝΤ τον περασμένο Δεκέμβριο επιβεβαίωσε τη δέσμευσή του να συστήσει στο Εκτελεστικό Συμβούλιό του τη συμφωνία ενός τρίτου προγράμματος με την Ελλάδα.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις διαφωνίες εντός του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ κατά τη διάρκεια της χθεσινής συζήτησης, η ίδια σημείωσε ότι η Επιτροπή συνεχίζει να πιστεύει πως οι συμφωνίες που εφαρμόζει η Ελλάδα στο πλαίσιο του προγράμματος είναι «αξιόπιστες και φιλόδοξες».
Τι συζητήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ
Ένταση και διαφορετικές απόψεις εκφράστηκαν για πρώτη φορά δημόσια μεταξύ των μελών του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αναφορικά με την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και την δημοσιονομική πορεία κατά τη συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου που ολοκληρώθηκε λίγο μετά τη 1:00 τα ξημερώματα (ώρα Ελλάδος) και διήρκεσε σχεδόν τρεις ώρες.
Πάντως, φαίνεται πώς δεν τέθηκε προς συζήτηση το θέμα της επιστροφής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα και δεν σχολιάστηκαν οι επικριτικές επιστολές Τσακαλώτου-Στουρνάρα σχετικά με τις προβλέψεις του επιτελείου Τόμσεν για την ελληνική οικονομία που παρουσίασε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, Μιχάλης Ψαλιδόπουλος.
Επίσης, η τοποθέτηση του Αμερικανού Αντιπροσώπου, όπως ελέχθη, δεν είχε κάποια παρέμβαση... ιδεών Ντόναλντ Τραμπ - αλλά παρέμεινε στις πάγιες θέσεις των ΗΠΑ. Κατά την διάρκεια της συνεδρίασης εκφράστηκε η δυσαρέσκεια των μελών για τις διαρροές στα ΜΜΕ σχετικά με το περιεχόμενο των δύο εκθέσεων για το άρθρο 4 για την Ελλάδα και την αξιολόγηση του προγράμματος 2012-2016.
Αμέσως μετά την τρίωρη συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου, το ΔΝΤ στην δήλωση που εξέδωσε το ΔΝΤ καταγράφεται για πρώτη φορά η διάσταση απόψεων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και για το ύψος των πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα.
Σύμφωνα με αξιωματούχο που εμπλέκεται στο πρόγραμμα και μίλησε στoν ΑΝΤ1 με το μέρος του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος Πολ Τόμσεν τάχθηκαν οι Εκτελεστικοί Διευθυντές των αναδυόμενων οικονομιών, ενώ κατά τάχθηκαν οι Εκτελεστικοί Διευθυντές που προέρχονται από την ευρωπαϊκή ήπειρο που επιμένουν σε πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ.
Ανώτατος αξιωματούχος του ΔΝΤ απαντώντας σε ερωτήσεις τόνισε:
-Βάσει του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής η μακροχρόνια ανάπτυξη αναμένεται να φθάσει μόλις λίγο κάτω από το 1% του ΑΕΠ και το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί μεσοπρόθεσμα σε περίπου 1,5% του ΑΕΠ.
-Οι περισσότεροι από το Ε.Σ. του ΔΝΤ στηρίζουν ένα ελληνικό δημοσιονομικό πλεόνασμα στόχο του 1,5 % του Α.Ε.Π. μέχρι το 2018, ενώ κάποιοι διευθυντές υποστηρίζουν το υψηλότερο πλεόνασμα 3,5%, δηλαδή το στόχο που ζήτησαν οι Ευρωπαίοι από την Ελλάδα.
-Μέσα μέσα στο ΔΝΤ υπάρχει ευρεία υποστήριξη για το συμπέρασμα ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και ότι η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους
-Η Ελλάδα φαίνεται να πηγαίνει καλύτερα σε ταμειακή βάση σε δημοσιονομικά αποτελέσματα. Αυτό το περιμέναμε εδώ και καιρό.
-Οι περισσότεροι στο Ε.Σ συμφώνησαν ότι η Ελλάδα δεν απαιτεί περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση αυτή τη στιγμή, με δεδομένη την εντυπωσιακή προσαρμογή μέχρι σήμερα.
-Προτιμότερος στόχος για το ΔΝΤ είναι το 1,5% του ΑΕΠ και αυτή συνεχίζει να είναι άποψή μας. Τώρα, η Ελλάδα έχει συζητήσει υψηλότερους στόχους με τους Ευρωπαίους εταίρους και αν αυτό συμφωνηθεί μπορούμε να το δεχτούμε, αν και δεν είναι το προτιμότερο αποτέλεσμα για μας. Αλλά θα πρέπει να καταλάβουμε πώς θα πιάσουμε αυτούς τους στόχους.
- Αρχικά αυτοί οι στόχοι είναι φιλόδοξοι και στη συνέχεια θα πρέπει να συζητήσουμε πως θα επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι. Έχουμε κατά κάποιο τρόπο κατηγορηθεί για τη λιτότητα που απαιτείται για να φτάσουμε αυτούς τους στόχους. Επιτρέψτε μου να είμαι πολύ σαφής. Είμαστε πρόθυμοι να φέρουμε ένα πρόγραμμα στο διοικητικό συμβούλιο μας, που βασίζεται στο 1,5% για τα επόμενα δύο χρόνια, αλλά αν η Ελλάδα δεν μπορεί να πάρει την υποστήριξη από τους Ευρωπαίους εταίρους της για ένα τέτοιο πρόγραμμα, αν η Ελλάδα δεν μπορεί να λάβει στήριξη από τους Ευρωπαίους εταίρους για ένα πρόγραμμα που βασίζεται σε 1,5%, αλλά για ένα διάστημα θα είναι 3,5% θα καταστήσουμε σαφές ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα φέρει ένα υψηλότερο τίμημα για την ανάπτυξη, θα έχουμε μια πιο αργή ανάκαμψη και θα καταστήσουμε σαφές ότι μπορούμε να το υποστηρίξουμε μόνο αν δούμε τα μέτρα που το δικαιολογούν.
H δήλωση που εξέδωσε το ΔΝΤ μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ ολοκληρώνει τη Διαβούλευση βάσει του Άρθρου IV, και εξετάζει την Εκ των Υστέρων Αξιολόγηση του Διευρυμένου Πιστωτικού Μηχανισμού του 2012 για την Ελλάδα.
Η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στη μείωση των μακροοικονομικών της ανισορροπιών από την έναρξη της κρίσης. Όμως, η δημοσιονομική εξυγίανση και η εσωτερική υποτίμηση είχαν υψηλό κοινωνικό κόστος που αντικατοπτρίζεται στα μειούμενα εισοδήματα και στην εξαιρετικά υψηλή ανεργία. Το μεγάλο κόστος της προσαρμογής και η σημαντική πολιτική αστάθεια που ακολούθησε συνεισέφεραν στις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων από την τελευταία Διαβούλευση βάσει του Άρθρου IV, και αποκορυφώθηκαν με την κρίση εμπιστοσύνης στα μέσα του 2015.
Από τότε, η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί καθώς οι αρχές ξεκίνησαν ένα νέο πρόγραμμα προσαρμογής πολιτικής που υποστηρίζεται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Το νέο πρόγραμμα έχει σαν στόχο την ενίσχυση των οικονομικών των δημοσίου, την αποκατάσταση της υγείας του τραπεζικού τομέα, και την προώθηση της δυνητικής ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρχές έχουν θεσμοθετήσει μια σειρά από δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και μεταρρυθμίσεις στον χρηματοοικονομικό τομέα.
Σαν αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων και της επίσημης χρηματοδότησης από τους Ευρωπαίους εταίρους της, η Ελλάδα επέστρεψε σε μια μέτρια αύξηση το 2016. Η ανάπτυξη προβλέπεται να επιταχυνθεί στα αμέσως επόμενα χρόνια με την προϋπόθεση της πλήρους και έγκαιρης υλοποίησης του προγράμματος προσαρμογής των αρχών, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας άρσης των κεφαλαιακών ελέγχων που θεσμοθετήθηκαν στα μέσα του 2015.
Με βάση το υφιστάμενο πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας, η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη αναμένεται να φτάσει μόλις κάτω του 1%, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται να φτάσει περίπου στο 1,5% του ΑΕΠ. Οι κίνδυνοι αρνητικής εξέλιξης στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές παραμένουν σημαντικοί και σχετίζονται με την ατελή ή την καθυστερημένη υλοποίηση πολιτικών. Το δημόσιο χρέος έχει φτάσει στο 179%στα τέλη του 2015 και δεν είναι βιώσιμο.