Υποστήριξη από τη Βουλή στη θέση της κυβέρνησης ότι δεν πρέπει να γίνουν αποδεκτά επιπλέον μέτρα ζητά ο υπουργός Οικονομικών
Αλλαγή κλίματος, που θα ληφθεί υπόψη από τους επενδυτές, θα μπορέσουν να προκαλέσουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που αποφασίστηκαν στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, σύμφωνα με την εκτίμηση που διατύπωσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ενημερώνοντας το μεσημέρι τη Βουλή για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα.
Ο κ. Τσακαλώτος αναφέρθηκε και στην πορεία των διαπραγματεύσεων, στην πολιτική συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση, λέγοντας ότι «αυτή έχει σχεδόν τελειώσει» και οι διαφορές για το δημοσιονομικό κενό είναι πολύ μικρές και για το 2017 και για το 2018 και άρα δεν θα προκαλέσουν πρόβλημα. Όσο για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα μέτρα που ζητάει το ΔΝΤ να ψηφιστούν σήμερα, ο κ. Τσακαλώτος όχι μόνο επανέλαβε την θέση της κυβέρνησης ότι τα απορρίπτει, αλλά και ζήτησε από τα κόμματα να ξεκαθαρίσουν ότι και αυτά δεν συμφωνούν με τις απαιτήσεις του Ταμείου, ώστε να ενισχύσουν έτσι και την ελληνική διαπραγματευτική ομάδα στην τελική αυτή φάση της διαπραγμάτευσης.
«Εξήγησα στο Eurogroup ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ψηφίσουμε τέτοια μέτρα και θα ήθελα και τη δική σας υποστήριξη, ώστε να πω ότι αυτή είναι η θέση της Βουλής, γιατί αυτό θα ήταν πολύ βοηθητικό σε όλη τη διαπραγματευτική ομάδα», είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ζήτησε να μην δίνεται η αίσθηση του δράματος στη διαπραγμάτευση, γιατί «πάντα έτσι φτάνουμε όταν κλείνουν αξιολογήσεις. Πάντα όλοι οι παίκτες δεν αποκαλύπτουν την τελευταία τους θέση και αν διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας το ίδιο θα γίνει και τις επόμενες ημέρες για την διαπραγμάτευση αυτή».
«Είμαστε στη μέση της διαπραγμάτευσης», είπε ο υπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε ότι «όπως σε όλες οι διαπραγματεύσεις, τον τελευταίο καιρό, τίποτα δεν είναι συμφωνημένο, μέχρι όλα να είναι συμφωνημένα» και αυτό διότι, όπως περιέγραψε, «διάφοροι παίκτες ρίχνουν στο τραπέζι διάφορα ζητήματα, αλλά δεν έχει συμφωνηθεί τίποτα, μέχρι να δούμε το όλο πακέτο». Ωστόσο, ο κ. Τσακαλώτος ενημέρωσε την εθνική αντιπροσωπεία ότι εξαίρεση από τα προαναφερθέντα είναι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, καθώς η απόφαση του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου «είναι οριστική, αυτά είναι τα μέτρα και αρχίζουν από εδώ και πέρα».
Ο κ. Τσακαλώτος ενημέρωσε για όλα τα σκέλη της απόφασης και αναφέρθηκε στην ομαλοποίηση των ωριμάνσεων των ομολόγων, στις μειώσεις των επιτοκίων και σε κάποια κέρδη από λύση για την επαναγορά των ομολόγων που έγινε το 2011, 2012. Στο σημείο αυτό, ο υπουργός έσπευσε να υπογραμμίσει ότι όχι μόνο κάθε μέτρο ξεχωριστά, αλλά και όλα μαζί αθροιστικά, αποφέρουν σημαντικό κέρδος για την Ελλάδα, διότι μειώνεται πλέον το ρίσκο του ελληνικού χρέους.
«Όταν λέει ο ESM ότι προβλέπει ως το 2060 μια μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ 22%, το 3,6% προέρχεται από την ομαλοποίηση, το 15% από τη μείωση των επιτοκίων, το 0,3% για την αλλαγή σε σχέση με την επαναγορά ομολόγων και 2,6% προέρχεται από τη γενική μείωση του ρίσκου που συσχετίζεται με τα πρώτα τρία μέτρα», είπε ο κ. Τσακαλώτος.
Για όσους αναφέρουν ότι τα όποια μέτρα δεν είναι εμφανή, παρά μόνο στον πολύ μακρινό ορίζοντα, ο υπουργός είπε ότι «τα μέτρα ελάφρυνσης αρχίζουν από σήμερα και δρουν σωρευτικά». Η επίδραση των μέτρων, είπε, θα έχει φτάσει στο 9,1% το 2040, στο 16,3% το 2050 και στο 21,8 το 2060 και αυτό είναι το αποτέλεσμα μόνο των βραχυπρόθεσμων μέτρων. «Το πρόβλημα χρέους είναι ακριβώς ένα πρόβλημα διάρκειας και το γεγονός ότι το χρέος θα είναι μικρότερο τότε, σημαίνει αλλαγή του κλίματος τώρα», είπε ο υπουργός Οικονομικών, γιατί «αυτό που λένε οι αγορές είναι πως αν είναι ομαλή η πληρωμή και αν γίνει αυτό που έχουν υποσχεθεί οι πιστωτές τον Μάιο, με μέτρα στοχευμένα και με βάση τις ανάγκες της οικονομίας, οι επενδύσεις και οι επενδυτές θα έρθουν τώρα».
«Αν δούνε, δηλαδή, ότι είναι πιο βιώσιμο το χρέος -που είναι ένα μόνο κομμάτι του παζλ τα βραχυπρόθεσμα μέτρα- αυτό δίνει μεγαλύτερη σιγουριά στους επενδυτές ότι δεν θα υπάρχουν υψηλά επιτόκια, ότι δεν θα υπάρχουν κορυφές που δεν θα είναι δυνατό να πληρωθούν, ότι σε κάθε περίπτωση οι δανειακές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας θα είναι κάτω από το 15% για πάρα πολλά χρόνια και ενώ είναι ανοιχτή η συζήτηση πότε μπορεί να πάει στο 20%, τότε αυτό θα επηρεάσει».
Για το πώς φτάσαμε μέχρι την απόφαση της περασμένης Δευτέρας, ο υπουργός Οικονομικών είπε ότι η κυβέρνηση είχε ζητήσει και υπογραμμίσει στους πιστωτές την ανάγκη να υπάρξει διαφάνεια και ένας καθαρός διάδρομος, για να ξέρουν και οι Έλληνες πολίτες, αλλά και οι ξένοι και Έλληνες επενδυτές ότι υπάρχει μια λύση για το χρέος, τέτοια ώστε να μπορούν να επενδύσουν χωρίς να έχουν εκπλήξεις.
Ο υπουργός αναφέρθηκε και στο δεύτερο κομμάτι του πάζλ που όπως είπε, είναι η πολιτική συμφωνία για τη Β΄ αξιολόγηση. «Αυτή έχει σχεδόν τελειώσει. Θα επιστρέψουν νομίζω την άλλη εβδομάδα οι θεσμοί, να συνεχιστεί η συζήτηση. Σχεδόν έχει κλείσει το δημοσιονομικό κενό για το 2017 και η διαφορά είναι νομίζω 20 εκατομμύρια», είπε και εξέφρασε την εκτίμηση ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα, ούτε και για το 2018. «Δεν θα χαλάσει το πράγμα για το δημοσιονομικό κενό του 2017 και του 2018», είπε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις για τα εργασιακά, είπε ότι θέση της κυβέρνησης είναι η επιστροφή των συλλογικών συμβάσεων και υποστηρίζει και την αρχή της επεκτασιμότητας και την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης και πρόσθεσε: «Θεωρούμε ότι το ΔΝΤ δεν έχει καλά επιχειρήματα για τα θέματα αυτά και δεν ήταν καλά προετοιμασμένο. Νομίζω ότι έχουμε πολύ μεγάλη στήριξη και για εμάς αυτό είναι κορυφαίο ζήτημα».
Στο σημείο αυτό, ο υπουργός Οικονομικών κάλεσε τα κόμματα να απαντήσουν αν συμφωνούν να εμμείνει η κυβέρνηση σε αυτή τη γραμμή, ώστε και οι Έλληνες εργαζόμενοι να έχουν συλλογικές διαπραγματεύσεις. «Νομίζω η πολιτική συμφωνία θα κλείσει και άρα μένουμε με ανοιχτά ζητήματα τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018», είπε ο κ. Τσακαλώτος.
Για το αν η κυβέρνηση θα δεχθεί πιέσεις από τη Γερμανία, είπε ότι υπάρχει μια διαφωνία με τους πιστωτές για το πόσα χρόνια πρέπει να είναι στο 3,5% το πρωτογενές πλεόνασμα. «Εγώ σας έχω πει τη θέση της κυβέρνησης. Εμείς βλέπουμε ότι μετά το 2018 μια συμβιβαστική λύση που μπορεί να βοηθήσει όλους, είναι να προσδιοριστούν στο 2,5% τα πρωτογενή πλεονάσματα και το 1% να συμφωνηθεί με τους πιστωτές να είναι μόνο για την ανάπτυξη, διότι ο κ. Σόιμπλε λέει ότι η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα με το χρέος, αλλά έχει πρόβλημα με την ανταγωνιστικότητα. Να συμφωνήσουμε δηλαδή, ότι το 1% που θα σωθεί από το πρωτογενές πλεόνασμα, θα πάει μόνο για την ανταγωνιστικότητα και την βοήθεια των ΜΜΕ, είτε από την πλευρά της φορολογίας, είτε από την πλευρά των ασφαλιστικών εισφορών», είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Αναφορικά με τη θέση του ΔΝΤ ότι δίνει διμέτωπο αγώνα ώστε και η Ελλάδα να πάρει περισσότερα μέτρα και η Γερμανία να δεχθεί μικρότερα πλεονάσματα, είπε: «Πρέπει να σας πω ότι δεν ήταν εμφανής, σε εμένα τουλάχιστον, αυτός ο διμέτωπος αγώνας του ΔΝΤ στο Eurogroup, είδα μόνο ένα μέτωπο προς τη μία πλευρά και θα δούμε πως αυτό μπορεί να αλλάξει».
Ο κ. Τσακαλώτος εξέφρασε τη γνώμη ότι είμαστε σε μια κατάσταση που θυμίζει αυτή του Μαΐου, όπου περισσότεροι παίκτες είναι αυτοί που θέλουν μια λύση, από εκείνους που δεν την θέλουν και ενώ τότε φαινόταν ότι δεν θα υπάρξει λύση με την πρώτη αξιολόγηση και όταν όλες οι εφημερίδες μιλούσαν για ναυάγιο της πρώτης αξιολόγησης. «Νομίζω ότι όλοι θέλουν λύση και θα βρεθεί λύση νομίζω και για το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων», είπε και επανέλαβε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να πάρει τώρα περισσότερα μέτρα για να εφαρμοστούν το 2019 και το 2020, όπως ζητάει το ΔΝΤ.
Στο σημείο αυτό, ο κ. Τσακαλώτος ζήτησε την άποψη της αντιπολίτευσης. Δηλαδή, αν δέχεται ότι δεν είναι δυνατό το ΔΝΤ να έχει τόσο μεγάλη διαφωνία με τους άλλους θεσμούς και να ζητάει από την κυβέρνηση να ψηφίσει μέτρα τώρα. «Εξήγησα στο Eurogroup ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ψηφίσουμε τέτοια μέτρα και θα ήθελα και τη δική σας υποστήριξη, ώστε να πω ότι αυτή είναι η θέση της Βουλής, γιατί αυτό θα ήταν πολύ βοηθητικό σε όλη τη διαπραγματευτική ομάδα».
«Να μην υπάρχει αίσθηση δράματος. Πάντα έτσι φτάνουμε όταν κλείνουν αξιολογήσεις, πάντα όλοι οι παίκτες δεν αποκαλύπτουν την τελευταία τους θέση και νομίζω, αν διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας, το ίδιο θα γίνει και τις επόμενες ημέρες για την διαπραγμάτευση αυτή», έκλεισε την ενημέρωσή του ο υπουργός Οικονομικών.