Ελπίζει ότι οι ΗΠΑ θα παίξουν καθοριστικό ρόλο, ώστε «να πείσουν τους Ευρωπαίους ότι αυτή η πολιτική δεν έχει νόημα»
Τις απόψεις του για την κρίση στην ελληνική οικονομία, αλλά και τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στις ΗΠΑ, αναλύει σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής» ο Μάικλ Δουκάκης.
Ο ομογενής που διεκδίκησε το προεδρικό χρίσμα εκ μέρους των Δημοκρατικών το 1988 αναφέρει ότι δεν πιστεύει ότι τα μέτρα λιτότητας που προωθεί η Ευρώπη θα έχουν θετικό αποτέλεσμα στην ελληνική οικονομία και παράλληλα, ελπίζει ότι οι ΗΠΑ θα παίξουν καθοριστικό ρόλο, ώστε «να πείσουν τους Ευρωπαίους ότι αυτή η πολιτική δεν έχει νόημα».
Επιπλέον, ο κ. Δουκάκης επιρρίπτει ευθύνες και στις ΗΠΑ για την εκδήλωση της ανθρωπιστικής κρίσης στην Ευρώπη. «Είναι αποτέλεσμα της αποτυχημένης ανάμειξης της Αμερικής στο θέμα της Μέσης Ανατολής, που ξεκίνησε με τη βλακώδη εισβολή στο Ιράκ», λέει χαρακτηριστικά.
Ακόμη, σχολιάζοντας το ενδεχόμενο να έχουν δικαίωμα ψήφου στην Ελλάδα οι ομογενείς, αναφέρει: «Δεν είναι σίγουρος ότι θα το υποστήριζα. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι η απάντηση στα προβλήματα της Ελλάδας».
Αναφορικά με την προεκλογική περίοδο που διανύουν οι ΗΠΑ, ο κ. Δουκάκης βρίσκει κενά στην πολιτική του Δημοκρατικού Κόμματος, καθώς οι απογοητευμένοι ψηφοφόροι φαίνεται να επιλέγουν τον Ντόναλντ Τραμπ. «Δεν τους έχουμε δώσει σημασία όσο θα έπρεπε, δεν έχει περάσει το μήνυμά μας και αυτό φάνηκε πολύ στο θέμα της κοινωνικής πρόνοιας», αναφέρει. Όσο για τον κ. Τραμπ, ο κ. Δουκάκης σχολιάζει: «Μου φαίνεται τρελός! Το εννοώ. Δεν θα ήταν ο πρόεδρος που θα ήθελα να δω στη χώρα αυτή». Πάντως, φαίνεται αισιόδοξος ότι τελικά την εκλογική μάχη θα κερδίσει η Χίλαρι Κλίντον, «παρά το γεγονός ότι δέχεται σφυροκόπημα από παντού».
Τέλος, σχετικά με το θέμα της οπλοκατοχής και των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ, ο κ. Δουκάκης αναφέρει ότι πάντα υπήρχε ένταση. «Απλώς τώρα υπάρχουν και κινητά με κάμερες και καταγράφονται όλα. Οι φυλετικές σχέσεις στις ΗΠΑ σήμερα είναι σεπολύ καλύτερο επίπεδο απ' ό,τι στο παρελθόν, δεν υπάρχει σύγκριση», επισημαίνει και καταλήγει: «Νομίζω πάντως ότι μετά τα πρόσφατα συμβάντα η αμερικανική κοινή γνώμη μπορεί να είναι πιο έτοιμη να συζητήσει αλλαγές στο θέμα της οπλοκατοχής».