Η Τράπεζα της Ελλάδος κατέσχεσε το ποσό που αποτελούταν από φθαρμένα χαρτονομίσματα των 200 ευρώ τα οποία κατέθεσε 60χρονος Βολιώτης
Το ποσό των 40.000 ευρώ σε χαρτονομίσματα των 200 ευρώ κατέσχεσαν οι Αρχές στη Λάρισα, καθώς όπως διαπιστώθηκε, τα φθαρμένα τραπεζογραμμάτια που κατέθεσε στο τοπικό υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος προς ανταλλαγή ένας 60χρονος από το Βόλο, είχαν κλαπεί το 2017 από την Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης στη Βεγγάζη, με την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Λάρισας να ερευνά την υπόθεση.
Τα χαρτονομίσματα, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται η τοπική εφημερίδα «Ελευθερία», έφεραν αριθμό σειράς, που ανήκει στα χαρτονομίσματα συνολικής αξίας 159 εκατ. ευρώ, τα οποία αναφέρθηκε ότι εκλάπησαν από το Υποκατάστημα της Κεντρικής Τράπεζας της Λιβύης στη Βεγγάζη, κατά τον εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη, όταν μετά την ανατροπή και τη δολοφονία του Μουαμάρ Καντάφι, ομάδα ανταρτών φέρεται να κατέλαβε την Τράπεζα και να έκλεψε μυθικό ποσό και χρυσό, με βάση και τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ελέγχου και Διακίνησης Χρημάτων της Τράπεζας της Ελλάδας, ήταν αυτός που παρέδωσε προχθές το μεσημέρι στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Λάρισας το χρηματικό ποσό των 40.000 ευρώ, σε εμφανώς φθαρμένα χαρτονομίσματα των 200 ευρώ, δηλώνοντας στην ΕΛ.ΑΣ., ότι τα χρήματα τα προσκόμισε νωρίτερα το πρωί της ίδιας ημέρας ένας 60χρονος Βολιώτης, προκειμένου να τα ανταλλάξει με καινούργια λόγω φθοράς. Από τον έλεγχο ωστόσο της αριθμού της σειράς προέκυψε, ότι τα φθαρμένα χαρτονομίσματα έφεραν τον αριθμό σειράς Χ039, που ανήκει στα τραπεζογραμμάτια προερχόμενα από κλοπή στην Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης.
Το χρηματικό ποσό που παραδόθηκε από το στέλεχος της ΤτΕ στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Λάρισας, κατασχέθηκε, με την ΕΛ.ΑΣ. να σχηματίζει δικογραφία για το αδίκημα της αποδοχής και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος. Να διευκρινιστεί, ότι η συναλλαγή δεν ολοκληρώθηκε, καθώς τα χαρτονομίσματα αναγνωρίστηκαν ως κλεμμένα με βάση τον συριακό τους αριθμό.
Η αναφορά της Τράπεζας της Ελλάδος στον Άρειο Πάγο
Τον Νοέμβριο του 2022 η Τράπεζα της Ελλάδος κατέθεσε αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, στην οποία σημειωνόταν ότι «τον Απρίλιο του 2019, η Διεύθυνση Τραπεζογραμματίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ενημέρωσε τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες του Ευρωσυστήματος (μεταξύ αυτών και την ΤτΕ), ότι τραπεζογραμμάτια των 200 και 100 ευρώ, τα οποία είναι ιδιαίτερα και ομοιόμορφα φθαρμένα και τα οποία φέρουν σειριακούς αριθμούς με συγκεκριμένα πρώτα ψηφία, πιθανότατα σχετίζονται με τέλεση ποινικού αδικήματος. Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, κατά τον εμφύλιο πόλεμο το 2017 στη Λιβύη, τραπεζογραμμάτια συνολικής αξίας 159 εκατ. ευρώ εκλάπησαν από το Υποκατάστημα της Κεντρικής Τράπεζας της Λιβύης στη Βεγγάζη.
Πριν από την κλοπή, μέρος του χρηματικού ποσού που φυλασσόταν σε χρηματοκιβώτιο, αξίας κατ’ εκτίμηση 68 εκατ. ευρώ, υπέστη σημαντικές φθορές (σχισίματα και μούχλα) λόγω πλημμύρας. Οι φθορές αυτές κατέστησαν πρακτικώς αδύνατη την κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων από τους παράνομους κατόχους. Οι αιτήσεις ανταλλαγής τραπεζογραμματίων 200 και 100 ευρώ με αυτές τις ομοιόμορφες φθορές και τα συγκεκριμένα ψηφία σειριακών αριθμών, οι οποίες υποβάλλονται στις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες, πιθανολογείται ότι συνιστούν απόπειρες νομιμοποίησης, με την έννοια της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ και για το ελληνικό δίκαιο του Ν. 4557/2018, του χρηματικού που είχε κλαπεί».
Ακολούθησε εγκύκλιος του Αρείου Πάγου προς τους Εισαγγελείς Εφετών της χώρας, θέτοντας υπόψη «και το γεγονός ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, εκθέτει στη σχετική αναφορά της, ότι υφίσταται «προφανής κίνδυνος η χώρα να κατακλυσθεί από κλεμμένα τραπεζογραμμάτια της Λιβύης, εάν υπάρξει έστω και μία περίπτωση ανταλλαγής τους». Στην Αναφορά του Αρείου Πάγου μεταξύ άλλων σημειωνόταν, ότι «τα φθαρμένα τραπεζογραμμάτια των 200 ευρώ, φέρουν σειριακό αριθμό που ξεκινά με τα ψηφία Χ039, ενώ αυτά των 100 ευρώ, φέρουν σειριακό αριθμό που ξεκινά με τα ψηφία Χ1005. Επειδή, λοιπόν, ήταν αδύνατη η κυκλοφορία των ανωτέρω τραπεζογραμματίων, κάτοχοι τέτοιων χαρτονομισμάτων τα προσκόμισαν και συνεχίζουν να τα προσκομίζουν στην Τράπεζα της Ελλάδος, τόσο στο Κεντρικό Κατάστημα αυτής στην Αθήνα, όσο και στα ανά την Ελλάδα Υποκαταστήματά της, και ζητούν να ανταλλάξουν αυτά τα φθαρμένα τραπεζογραμμάτια με άλλα της ως άνω Κεντρικής Τράπεζας, μόνης αρμοδίας για την τοιαύτη ανταλλαγή».
Η Τράπεζα της Ελλάδας είχε ανησυχήσει για το ενδεχόμενο του «προφανούς κινδύνου η χώρα να κατακλυσθεί από κλεμμένα τραπεζογραμμάτια της Λιβύης» με αφορμή δύο περιστατικά. Το πρώτο καταγράφηκε στις 8/4/2019 και στο Υποκατάστημα Κομοτηνής της ΤτΕ όπου παραδόθηκαν προς ανταλλαγή 50 φθαρμένα τραπεζογραμμάτια των 200 ευρώ και 10 τραπεζογραμμάτια των 100 ευρώ (συνολικής αξίας 11.000 ευρώ ). Το δεύτερο καταγράφηκε στις 30/6/2021 και Υποκατάστημα Σερρών της ΤτΕ όπου παραδόθηκαν προς ανταλλαγή 14 φθαρμένα τραπεζογραμμάτια των 200 ευρώ (συνολικής αξίας 2.800 ευρώ).