Η νεκρώσιμος ακολουθία θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 9 Μαρτίου, στις 14.00, από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών
Έφυγε χθες (5/3) από τη ζωή η ιδρύτρια της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών Μαριλένα Λιακοπούλου. Η νεκρώσιμος ακολουθία θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 9 Μαρτίου, στις 14.00, από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Πιστεύοντας ότι «η Τέχνη είναι μαρτυρία της εποχής μας» και ότι απ' αυτήν αντλεί την έκφρασή της, η Μαριλένα Λιακοπούλου προσπάθησε πάντα να μην απομακρυνθεί από τις εκάστοτε προτεραιότητες της κοινωνίας. Από την αρχή λειτουργίας της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών - Χίλτον και μετέπειτα Αίθουσας Τέχνης Αθηνών, ακολούθησε ένα διεθνές και πρωτοποριακό εικαστικό πρόγραμμα πραγματοποιώντας 300 περίπου ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό ενώ ταυτόχρονα ανέδειξε νέους δημιουργούς.
Η Μαριλένα Λιακοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα, φοίτησε στη Μαράσλειο Σχολή κι αργότερα στο Β' Γυμνάσιο θηλέων Αθηνών, το οποίο τελείωσε παράλληλα με το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Ως κόρη του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου, έζησε τα παιδικά και τα εφηβικά της χρόνια στο χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών της γενιάς του μεσοπολέμου και γνώρισε τους διανοούμενους της μεταπολεμικής γενιάς.
Η προδιάθεση και η παιδεία γιά τη μετέπειτα ενασχόλησή της με την Τέχνη υπήρχε, αλλά τον καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι τρεις εκθέσεις που διοργάνωσε στο Μέγαρο Λαμπράκη, ξεκινώντας το 1953 με τα «Ειδύλια του θεόκριτου» του Δημήρη Γαλάνη και συνεχίζοντας με έκθεση ζωγραφικής του Σπύρου Βασιλείου και έκθεση Xαρακτικής του Α. Τάσσου.
Σπούδασε ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης κοντά στον αρχαιολόγο Ι. Παπαδημητρίου, ιστορία της βυζαντινής τέχνης με τον Μανώλη Χατζηδάκη και στη συνέχεια ιστορία της Τέχνης στο Παρίσι με τον Kαθηγητή της Σορβόννης JEAN LAUDE.
Στα 1957-58, δημοσίευσε σειρά άρθρων στο περιοδικό «AΡXΙTΕKTOΝΙΚΗ» με θέμα αντικείμενα και είδωλα που φιλοτεχνήθηκαν στην Ελλάδα μετά το 1600.
Το 1963 ίδρυσε την «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών - Χίλτον», που στεγάστηκε στο νεόκτιστο τότε ξενοδοχείο και εγκαινιάστηκε με τα «Επιθαλάμια» του Γιάννη Μόραλη. Η Eθνική Πινακοθήκη δεν είχε ακόμη αποπερατωθεί και το μέγεθος του χώρου που φιλοξενούσε την Αίθουσα, ο οποίος ενδεικνυόταν γιά παρουσίαση γλυπτών μεγάλου μεγέθους, στάθηκε γιά πολλά χρόνια ο μόνος -ίσως- κλειστός χώρος, που έδινε την ευκαιρία σε ελληνικό και ξένο κοινό να έλθει σε επαφή με τη σύγχρονη ελληνική γλυπτική.
Aπό την ίδρυση της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών (1963) μέχρι σήμερα, οι κύριες επιδιώξεις της εστιάζονται σε τρία σημεία: την παρουσίαση των σύγχρονων ρευμάτων Τέχνης με έργα διεθνών καλλιτεχνών, την προώθηση νέων Eλλήνων δημιουργών και την παρoυσίαση/πρoβoλή Eλλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό.
Η έκθεση «DE SIGNAC AUX SURRSALISTES» πoυ πραγματοποιήθηκε το 1969 σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών (επιλογή έργων του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης των Παρισίων, από τον ANDRE MALRAUX), έφερε χιλιάδες επισκέπτες απ'όλη την Ελλάδα, όπως αργότερα το 1978 και το 1983 σε συνεργασία με τον Αλέξανδρο Ιόλα, οι εκθέσεις των ΜΑΧ ERNST και ΑΝDΥ WARHOL.
Από τις σημαντικότερες διεθνείς συμμετοχές της Αίθοuσας Τέχνης Αθηνών ήταν η παρουσίαση έργων των Α. Απέργη, Γ. Αβραμίδη, Κ. Βυζάντιου το 1975 στην KUNSTMESSE στη Bασιλεία κι ένα χρόνο αργότερα στην ARTE FIERA στη Μπολόνια με έργα των Σπυρόπουλου, θ. Στάμου και Σ. Σόρογκα. Από τις πιό πρόσφατες, αυτή στο SALON DΕ ΜARS στο Παρίσι το 1991 με ατομική παρουσίαση έργων του Κ. Βυζάντιου και την ίδια χρονιά την ΡΑL ΕΧΡΟ στη Γενεύη, με έργα των θ. Μανωλίδη, Μ. Μακρουλάκη και Σ. Δασκαλάκη.
Στο διάστημα της δικτατορίας, η «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών - Χίλτον» παρουσίασε έργα διαμαρτυρίας, όπως της Μαρίας Καραβέλα και του Ηλία Δεκουλάκου. Αυτό έγινε αιτία να κλείσει οριστικά ο χώρος στο Χίλτον, πριν από τα εγκαίνια της τελευταίας έκθεσης. Μετά το 1973 η γκαλερί επαναλειτούργησε σε νέο ιδιόκτητο χώρο, στην οδό Γλύκωνος 4, στην πλατεία Δεξαμενής, ως «Αίθουσα Τέχνης Αθηνών» όπου συνεχίζει να λειτουργεί έως σήμερα.
Κινούμενη σ'ένα ευρύτερο πεδίο κοινωνικής προσφοράς, προσπαθώντας αφ' ενός μεν να τιμήσει τη μνήμη του πατέρα της και αφ' ετέρου να συμβάλλει στην ανάδειξη νέων δημιουργών, η Μαριλένα Λιακοπούλου θέσπισε το έπαθλο «Ο Βυζάντιος και οι νέοι» που συνίσταται στην παρουσίαση της πρώτης ατομικής έκθεσης ενός καλλιτέχνη κάτω των 30 ετών.
Το 1984, σε συνεργασία με την Eθνική Πινακοθήκη, εξέδωσε το βιβλίο «ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΟΣ, Η ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ», που κυκλοφόρησε στο πλαίσιο της αναδρομικής έκθεσης του ζωγράφου, στην Eθνική Πινακοθήκη.
Από το 2001 τη διεύθυνση της Αίθουσα Τέχνης Αθηνών έχει αναλάβει ο Αλέξανδρος Λιακόπουλος, με κύριο στόχο την προβολή σύγχρονων εικαστικών μέσων, συνεχίζοντας ταυτόχρονα και την παράδοση της γκαλερί στην παρουσίαση ζωγραφικής και γλυπτικής, καθώς και την υποστήριξη νέων καλλιτεχνών.