Αν εφαρμοστεί το σχέδιο, το σύνολο των συνταξιούχων στην Ελλάδα, δηλαδή 2.650.000 άτομα, αλλά και 600.000 δημόσιοι υπάλληλοι θα κληθούν να ξοδεύουν (και ενδεχομένως να παίρνουν) τη μισή τους σύνταξη ή τον μισό μισθό τους υποχρεωτικά με κάρτα και τα υπόλοιπα με μετρητά.
Σύμφωνα το «Βήμα της Κυριακής», στο υπουργείο ετοιμάζουν το σχέδιο κατά της φοροδιαφυγής, βασικός άξονας του οποίου θα είναι να περιοριστεί στις παραπάνω κατηγορίες φορολογουμένων η εβδομαδιαία λήψη μετρητών από τις τράπεζες στα 150 ευρώ από τα 420 ευρώ σήμερα. Τα χρήματα που απομένουν στον τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο κατατίθεται ο μισθός του Δημοσίου ή η σύνταξη από όλα τα Ταμεία θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο μέσω χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας. Ουσιαστικά το υπουργείο ελέγχει φορολογικά τη ροή του χρήματος, καθώς όταν κάποιος χρησιμοποιεί πλαστικό χρήμα κατά τη συναλλαγή με ένα κατάστημα ή με έναν επαγγελματία οι τελευταίοι δεν θα μπορούν να φοροδιαφεύγουν εφόσον όλες οι συναλλαγές θα καταγράφονται μέσω του τραπεζικού συστήματος. Το φιλόδοξο αυτό σχέδιο θα συνοδεύεται από κίνητρα για τους πολίτες προκειμένου να χρησιμοποιούν πλαστικό χρήμα. Μάλιστα ένα από αυτά θα είναι μεγάλα σουπερμάρκετ ή μεγάλες εταιρείες, σε συμφωνία με το υπουργείο Οικονομικών, να προσφέρουν μια μορφή πίστωσης για αγορές στους πελάτες τους, η οποία μπορεί να φθάνει κάθε μήνα το 20% ή το 30% του μισθού ή της σύνταξης.
Όσον αφορά το σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για την υποχρεωτική χρήση πλαστικού χρήματος για ένα σημαντικό μέρος της σύνταξης ή του μισθού, το σκεπτικό εφαρμογής του μέτρου, σύμφωνα με ανώτερο κυβερνητικό παράγοντα, είναι το εξής:
Κάθε μήνα το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία (δηλαδή το κράτος) καταβάλλουν για μισθούς και συντάξεις περίπου 2,6 δισ. ευρώ, δηλαδή ετησίως περίπου 30 δισ. ευρώ. Ο μισθός ή η σύνταξη μπαίνει στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου, ο οποίος με βάση τα capital controls που ισχύουν σήμερα μπορεί να σηκώνει κάθε εβδομάδα σε μετρητά ως 420 ευρώ (Παρασκευή με Παρασκευή). Ωστόσο, τα μετρητά αυτά χρησιμοποιούνται για αγορά προϊόντων ή υπηρεσιών όπου σε ένα μεγάλο ποσοστό δεν εκδίδονται αποδείξεις ή οι αποδείξεις κόβονται, με βάση και τα τελευταία στοιχεία ελέγχων μετά το σκάνδαλο με τις ταμειακές μηχανές, είναι «μαϊμού». Οπότε, το Δημόσιο «χάνει» ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της κατανάλωσης και από τον φόρο εισοδήματος και από τον φόρο προστιθέμενης αξίας, καθώς έχει υπολογιστεί ότι η φοροδιαφυγή και το λαθρεμπόριο στην Ελλάδα ξεπερνούν σε ετήσια βάση τα 15-20 δισ. ευρώ. Δηλαδή το υπουργείο εκτιμά ότι μέρος των 420 ευρώ που μπορούν να σηκώσουν κάθε εβδομάδα οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι καταναλώνεται χωρίς απόδειξη.