Ο Καρκίνος του Παχέος Εντέρου (ΚΠΕ) είναι ο τρίτος σε θνησιμότητα καρκίνος παγκοσμίως τόσο για άντρες -μετά τον καρκίνο πνεύμονα και του προστάτη, όσο και για γυναίκες -μετά τον καρκίνο του μαστού και του πνεύμονα. Στις δυτικού τύπου κοινωνίες υπάρχει μεγαλύτερη επίπτωση και θνητότητα από τον καρκίνο, σε σχέση με τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες.
Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι εμφανίζονται περίπου 5.200 κρούσματα ετησίως και επισυμβαίνουν 2.500 θάνατοι.
Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δημήτρης Γ. Καραμανώλης, Συντονιστής Διευθυντής Γαστρεντερολογικής Κλινικής, ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός» και Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για την Πρόληψη του Καρκίνου του Παχέος Εντέρου, ο ΚΠΕ είναι ένας από τους λίγους καρκίνους, του οποίου η πρόληψη μπορεί να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο.
«Και τούτο διότι υπάρχει μια προκαρκινική κατάσταση, ο πολύποδας, ο οποίος από τη στιγμή που θα δημιουργηθεί μέχρι τη στιγμή που θα εξαλλαγεί, μεσολαβεί ένα διάστημα 7 - 12 χρόνων. Εάν στο διάστημα αυτό, γίνει παρέμβαση με κολονοσκόπηση και πολυπεκτομή, ο κίνδυνος μηδενίζεται, υπό την προϋπόθεση ότι θα επακολουθήσει, σύμφωνα με τις οδηγίες, παρακολούθηση. Εδώ θέλω να επισημάνω ότι ευτυχώς δεν εξαλλάσονται όλοι οι πολύποδες σε καρκίνο, παρά μόνο οι αδενωματώδεις και όσοι έχουν σωληνολαχνωτό στοιχείο».
Σύμφωνα με τον κ. Καραμανώλη, όλες οι Γαστρεντερολογικές Εταιρείες του κόσμου συμπεριλαμβανομένης και της Ελληνικής, έχουν συμφωνήσει ότι ο καλύτερος τρόπος πρόληψης και παρακολούθησης είναι η κολονοσκόπηση, η οποία όχι μόνο μπορεί να θέσει τη διάγνωση αλλά και να παρέμβει με πολυπεκτομή.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Ερ: Πότε πρέπει να γίνεται η κολονοσκόπηση;
Απ: Όλα τα άτομα που έχουν υπερβεί τα 50 χρόνια πρέπει να υποβάλλονται σε προληπτική κολονοσκόπηση, τονίζει ο κ. Καραμανώλης.« Εάν δεν υπάρχουν επιβαρυντικοί παράγοντες που θα τους πούμε παρακάτω, η κολονοσκόπηση πρέπει να επαλαμβάνεται ανά 10 χρόνια, μέχρι την ηλικία των 75 ετών».
Ερ: Υπάρχει κληρονομικότητα στον καρκίνο του παχέος εντέρου. Και αν ναι, σε τι ποσοστό κάποιος μπορεί να εμφανίσει κακοήθεια, αν έχει συγγενείς πρώτου βαθμού με τη νόσο;
Απ: Η κληρονομικότητα για συγγενείς Α' βαθμού στον ΚΠΕ ανέρχεται περίπου στο 8%. Υπάρχει όμως μια μικρή ομάδα ασθενών, 2% - 3%, που εμφανίζουν για τρεις γενεές καρκίνους εκτός από το παχύ έντερο, στο μαστό, στη μήτρα, στο πάγκρεας, στον πνεύμονα και αυτά τα άτομα υπάγονται σε μια ειδική κατηγορία (Σύνδρομο LYNCH). Οταν εντοπισθούν, η παρακολούθησή τους πρέπει να είναι πολύ πιο στενή και η έναρξη αυτής πρέπει να γίνεται σε πολύ νεότερη ηλικία.
Ερ: Σε ποιές περιπτώσεις πρέπει κάποιος να αρχίζει τον έλεγχο νωρίτερα από την ηλικία των 50;
Απ: Όσοι έχουν συγγενείς πρώτου βαθμού με καρκίνο ή πολύποδα στο έντερο που έχει αδενωματώδες ή σωληνολαχνωτό στοιχείο, θα πρέπει να υποβάλλονται σε προληπτική κολονοσκόπηση 5 χρόνια νωρίτερα από την εμφάνιση της νεοπλασίας στο συγγενή τους, ακόμη κι αν αυτό είναι κάτω από την ηλικία των 50 ετών. Σε περίπτωση που βρεθεί αδενωματώδης ή σωληνολαχνωτός πολύποδας, ανάλογα με τα αποτελέσματα της ιστολογικής, η επόμενη κολονοσκόπηση πρέπει να γίνεται ανά 3 έως 5 έτη, σύμφωνα με τις οδηγίες και την κρίση του ιατρού.
Ερ: Σε τι ποσοστό μπορεί να εμφανιστούν επιπλοκές από την κολονοσκόπηση;
Απ: Η κολονοσκόπηση είναι η εξέταση εκλογής για την πρόληψη του ΚΠΕ και οι επιπλοκές της είναι από ελάχιστες έως μηδενικές. Για την πολυπεκτομή, σε έμπειρα χέρια υπάρχει κίνδυνος αιμορραγίας ανάλογα με το μέγεθος του πολύποδα σε ποσοστό 3% - 4% και διατρήσεως σε ποσοστό 1% - 2 %. Και οι δύο αυτές επιπλοκές μπορούν να αντιμετωπισθούν έγκαιρα και με ασφάλεια.
Η κολονοσκόπηση είναι η μοναδική εξέταση που μπορεί ταυτόχρονα να δράσει διαγνωστικά και θεραπευτικά. Υπάρχει βέβαια το πρόβλημα ότι δεν επαρκεί ούτε ο αριθμός των γαστρεντερολόγων, ούτε ο αριθμός των διενεργούμενων κολονοσκοπήσεων ανά έτος, για να καλυφθεί η μεγάλη μάζα του πληθυσμού. Επομένως, ένα θέμα είναι πως θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε εκείνους τους ανθρώπους, οι οποίοι αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου.
Ερ: Υπάρχουν έρευνες για αντικατάσταση της κολονοσκόπησης από μία λιγότερο δυσάρεστη μέθοδο;
Απ: Υπάρχουν γενετικές εξετάσεις, οι οποίες όμως δεν είναι προσπελάσιμες στο ευρύ κοινό, αν και τελευταία διατίθεται ένα τεστ ανίχνευσης DNA στα κόπρανα, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα. Ωστόσο και αυτό είναι σχετικά ακριβό για τη μεγάλη μάζα του πληθυσμού και θα μπορούσε να γίνει προσιτό μόνο με παρέμβαση της Πολιτείας. Η εξέταση DNA στα κόπρανα είναι διαγνωστική και σκοπό έχει να ανιχνεύσει με μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας εκείνους οι οποίοι είτε έχουν καρκίνο παχέος εντέρου είτε έχουν προκαρκινικές καταστάσεις. Τα μόνα ποσοστά που υπάρχουν είναι από μια εργασία που έχουμε και είναι δημοσιευμένη στο New England Journal of Medicine τον Απρίλιο του 2014, στην οποία αναφέρεται ότι τα ποσοστά ανίχνευσης καρκίνου είναι 90 % και προκαρκινικών καταστάσεων (πολύποδες) 40%. Το τεστ δεν αντικαθιστά την κολονοσκόπηση, η οποία εκτός από διαγνωστική είναι και επεμβατική. Αλλά σίγουρα εάν τα παραπάνω ποσοστά επιβεβαιωθούν και στην κλινική πράξη, θα μπορούσε να μειωθεί ο αριθμός των κολονοσκοπήσεων που θα μπορούσαν να είναι περισσότερο στοχευμένες. Δεν έχει περάσει σε καμία χώρα σαν screening πληθυσμού επισήμως, αλλά εφαρμόζεται σε ιδιωτική βάση. Προσφάτως διατίθεται και στην Ελλάδα και πάλι σε ιδιωτική βάση.