Τα υπνωτικά χάπια που λαμβάνονται από εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο τριπλασιάζουν τον κίνδυνο καρκίνου του πνεύμονα, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Επιστήμονες του Νορβηγικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας ανέλυσαν τα αρχεία 30.000 εργαζομένων στο δημόσιο τομέα. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα ειδικό ερωτηματολόγιο σχετικά με τον τρόπο ζωής του, τις συνήθειες του ύπνου και την λήψη υπνωτικών χαπιών. Στην συνέχεια οι ερευνητές τους παρακολούθησαν για περίπου 20 χρόνια.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσο μεγαλύτερη η κατανάλωση των υπνωτικών χαπιών τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος. Συγκεκριμένα όσοι έπαιρναν υπνωτικά χάπια τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα είχαν 2,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του αναπνευστικού.
Σε εκείνους που χρησιμοποιούσαν τα φάρμακα για τρία χρόνια ή και περισσότερο, ο κίνδυνος των καρκινικών όγκων στο στόμα, τη μύτη και τραχεία ήταν τριπλάσιος.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι τα αποτελέσματα μπορεί να σχετίζονται με τα ποσοστά των καπνιστών. Τα χάπια ύπνου έχουν συνδεθεί με διάφορες λοιμώξεις, οι οποίες επιτρέπουν στα καρκινικά κύτταρα να πολλαπλασιαστούν.
«Η σχέση μεταξύ της χρήσης των φαρμάκων ύπνου και αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας έχει τεκμηριωθεί σε περισσότερες από 20 μελέτες. Παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες έρευνες έχουν επικεντρωθεί στην θνησιμότητας από κάθε αιτία, μερικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα υπνωτικά χάπια σχετίζονται ειδικά με τους θανάτους από καρκίνο", επεσήμαναν οι ερευνητές.
Η 20ετής έρευνα, με τη συμμετοχή επιστημόνων από τη Νορβηγία, τη Φινλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι η μεγαλύτερη που τονίζει τον κίνδυνο καρκίνου από τη χρήση φαρμακευτικών βοηθημάτων για τον ύπνο.
Μικρότερες μελέτες έχουν αποδείξει σύνδεση, αλλά ήταν πολύ μικρές για οριστικά συμπεράσματα.
Παρότι, η έρευνα δεν αποδεικνύει ότι τα δημοφιλή χάπια, όπως οι βενζοδιαζεπίνες και άλλα γνωστά υπνωτικά είναι καρκινογόνα. Αλλά οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι «Περαιτέρω έρευνα χρειάζεται επειγόντως για να διαπιστωθεί αν τα φάρμακα ύπνου αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου».