Ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων ανήλθε σε 33,8% στο τέλος ∆εκεμβρίου του 2014, από 31,9% στο τέλος ∆εκεμβρίου του 2013, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) που δημοσιεύονται στην Έκθεση για την Νομισματική Πολιτική.
Επιδείνωση του λόγου των δανείων σε καθυστέρηση παρουσίασαν όλες οι κατηγορίες τραπεζικών πιστώσεων: στεγαστικά δάνεια (2014: 28,6%, 2013: 26,1%), καταναλωτική πίστη (2014: 49,5%, 2013: 47,3%) και επιχειρηματικά δάνεια (2014: 33,5%, 2013: 31,8%).
Τα δάνεια που έχουν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης αποτελούν το 13,3% του συνόλου των δανείων. Από αυτά ένα μεγάλο μέρος (το 70% περίπου) συμπεριλαμβάνεται στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, είτε γιατί έχουν εμφανίσει πάλι καθυστέρηση είτε γιατί θεωρούνται "unlikely to pay".
Ειδικότερα όσον αφορά τα δάνεια που έχουν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης, λύσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα (π.χ. κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών) εφαρμόστηκαν στο 55% των περιπτώσεων, λύσεις μακροπρόθεσμου χαρακτήρα (π.χ. παράταση διάρκειας, μείωση επιτοκίου) στο 20% και λύσεις οριστικής διευθέτησης στο 25%.
Επιπλέον, όσον αφορά στη διαχείριση των καταγγελμένων απαιτήσεων, για το 59% του πλήθους των δανείων ή το 23% των αντίστοιχων υπολοίπων, οι τράπεζες δεν έχουν προχωρήσει σε καμία ενέργεια. Το μεγαλύτερο μέρος των καταγγελμένων απαιτήσεων βρίσκεται στο στάδιο της διαγνωστικής διαδικασίας (δηλαδή η τράπεζα έχει ξεκινήσει τη διαδικασία για την έκδοση διαταγής πληρωμής ή άλλου τίτλου αναγκαστικής εκτέλεσης) και της αναγκαστικής εκτέλεσης (δηλαδή έχει ήδη εκδοθεί διαταγή πληρωμής ή έχει εκκινήσει η διαδικασία πλειστηριασμού).
Σύμφωνα με την ΤτΕ, ιδιαίτερα θετική εξέλιξη αποτελεί ο πενταπλασιασμός των διαγραφών δανείων (1.980 εκατ. ευρώ το 2014, έναντι 363 εκατ. ευρώ το 2013), καθώς συμβάλλει στη σταδιακή εξυγίανση του δανειακού χαρτοφυλακίου. Οι διαγραφές δανείων επικεντρώθηκαν στην επιχειρηματική και την καταναλωτική πίστη.
Όσον αφορά στην κεφαλαιακή επάρκεια, ο ∆είκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 - CET1) σε ενοποιημένη βάση ανήλθε σε 13,8% το 2014 (από 12% το 2013) και ο ∆είκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε 14,1% το 2014 (από 13,4% το 2013). Θετική επίδραση στην κεφαλαιακή επάρκεια είχαν οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που διενήργησαν οι τράπεζες, ενώ αρνητική ο σχηματισμός ιδιαίτερα αυξημένων προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο, που ωστόσο συμβάλλει στην εξυγίανση του ισολογισμού τους.