Σύμφωνα με την εφημερίδα Le Monde, η ικανοποίηση δεν κράτησε πολύ. Το περασμένο Σάββατο, στην Ουάσινγκτον, ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο αντήλλαξαν συγχαρητήρια για την επιδρομή που πραγματοποίησαν οι αμερικανικές ειδικές δυνάμεις νοτίως της πόλης Ντεϊρ Εζ-Ζορ, ενός από τα οχυρά της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος στη Συρία. Στη διάρκεια εκείνης της επιδρομής, ένα σημαντικό στέλεχος της οργάνωσης έχασε τη ζωή του, η σύζυγός του συνελήφθη, ενώ κατασχέθηκαν και σημαντικά έγγραφα. Την επομένη, όμως, οι τζιχαντιστές ανακοίνωσαν την κατάληψη της Ραμάντι, πρωτεύουσας της σουνιτικής ιρακινής επαρχίας Ανμπάρ, 130 χιλιόμετρα δυτικά της Βαγδάτης. Ένα γεγονός που δείχνει την αδυναμία του ιρακινού στρατού, ο οποίος υποστηρίζεται από τους Αμερικανούς.
Πριν από εννιά μήνες, υπό την πίεση της αμερικανικής κυβέρνησης, ο ιρακινός πρωθυπουργός Νούρι Αλ-Μαλίκι έδωσε τη θέση του στον Χαϊντάρ Αλ-Αμπάντι. Παράλληλα, εστάλησαν στο Ιράκ κάπου 3.000 Αμερικανοί στρατιώτες και στρατιωτικοί σύμβουλοι. Αυτό δεν εμπόδισε όμως την πτώση της Ραμάντι ύστερα από πολιορκία πολλών εβδομάδων. Χθες, παρά τις αμερικανικές επιφυλάξεις, ο ιρακινός πρωθυπουργός ζήτησε από σιιτικές πολιτοφυλακές να προετοιμαστούν για να πολεμήσουν τους τζιχαντιστές.
Για την Ουάσινγκτον, η άτακτη υποχώρηση του ιρακινού στρατού από τη Ραμάντι, τα όπλα που κατέσχεσαν οι τζιχαντιστές και η άνοδος των σιιτικών πολιτοφυλακών, που δεν ελέγχονται από τους Αμερικανούς, δείχνουν τα όρια της στρατηγικής που χάραξε τον περασμένο Σεπτέμβριο ο Μπαράκ Ομπάμα για να «αποδυναμώσει και τελικά να καταστρέψει» το Ισλαμικό Κράτος. Λιγότερο από ένα χρόνο μετά την πτώση της Μοσούλης, που συνοδεύτηκε από μια προέλαση των τζιχαντιστών μέχρι τα περίχωρα της Βαγδάτης, η άλωση της Ραμάντι δείχνει τη δύναμη των τζιχαντιστών.
Μέχρι τώρα, η Ουάσινγκτον είχε περιορίσει τον στρατιωτικό της ρόλο σε μια εκστρατεία αεροπορικών βομβαρδισμών, πρώτα για να ανακοπεί η προέλαση των τζιχαντιστών προς τις ιρακινές κουρδικές επαρχίες και στη συνέχεια για να στηριχθούν οι αντεπιθέσεις του ιρακινού στρατού, όπως έγινε στο Τικρίτ τον περασμένο Μάρτιο. Ο Ομπάμα έχει αποκλείσει την αποστολή χερσαίων δυνάμεων στη χώρα, εκτός κι αν πρόκειται για ειδικές επιχειρήσεις όπως εκείνη του περασμένου Σαββάτου με στόχο τον «υπουργό πετρελαίου» της οργάνωσης, τον Αμπού Σαγιάφ.
Η τακτική αυτή όμως αργεί να αποδώσει καρπούς. Στην ανακατάληψη του Τικρίτ ο ρόλος των σιιτικών πολιτοφυλακών υπήρξε ήδη σημαντικός, παρόλο που δημιουργήθηκαν προβλήματα λόγω της δύσκολης συνεργασίας ανάμεσα στους πολιτοφύλακες, που πλαισιώνονταν συχνά από ιρανούς αξιωματικούς, και τον αμερικανικό στρατό. Με δεδομένες τις βίαιες ταραχές μεταξύ των Σιιτών και των Σουνιτών που σημάδεψαν το Ιράκ την τελευταία δεκαετία, η προσφυγή σε μη τακτικές δυνάμεις είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη σε μια σουνιτική επαρχία όπως το Ανμπάρ, που εκτείνεται μέχρι τα σύνορα με τη Συρία. Πολύ περισσότερο μάλιστα που η κυβέρνηση της Βαγδάτης, η οποία ελέγχεται από τους Σιίτες, κατηγορείται ότι έχει εγκαταλείψει τους Σουνίτες στους τζιχαντιστές.