Σύμφωνα με τον επικεφαλή της Επιτροπής Εξωτερικών της Bundestag
«Απαράδεκτη» χαρακτήρισε ο επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών της Bundestag Μίχαελ Ροτ τη στάση της Τουρκίας σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις που επιβάλλει η Δύση σε βάρος της Ρωσίας, ενώ ζήτησε «υπεύθυνο ρόλο» από τον τούρκο πρόεδρο και σε ό,τι αφορά την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Μιλώντας νωρίτερα σήμερα σε ξένους ανταποκριτές, ο κ. Ροτ τάχθηκε υπέρ «των αυστηρότερων δυνατών» κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, εκφράζοντας την ελπίδα να διατηρηθεί η ομοφωνία μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όσο το δυνατόν περισσότεροι εταίροι να συνταχθούν με την απόφαση για νέα μέτρα. «Είμαι πολύ δυστυχής με την τουρκική θέση», τόνισε παράλληλα, επισημαίνοντας ότι η Τουρκία επιχειρηματολογεί εδώ και καιρό ότι δεν συμμετέχει στην ομάδα που επιβάλλει κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, προκειμένου να διατηρεί το περιθώριο διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία και την Ουκρανία. «Αυτό μπορεί κανείς να το δεχθεί ως επιχείρημα, αυτό όμως που είναι απαράδεκτο είναι να υπονομεύει κανείς το δίκτυο κυρώσεων των κρατών - μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ», δήλωσε ο κ. Ροτ και πρόσθεσε ότι «αυτή η κατηγορία σε βάρος της Τουρκίας υπάρχει καθ'όλο το διάστημα της επιβολής των κυρώσεων».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την διστακτικότητα κάποιων χωρών να παραδώσουν άρματα μάχης Leopard στην Ουκρανία, ο κ. Ροτ αναφέρθηκε ενδεικτικά στη Φινλανδία, η οποία διαθέτει σημαντικό αριθμό των συγκεκριμένων συστημάτων, για να δηλώσει την κατανόησή του για το γεγονός ότι η χώρα, η οποία συνορεύει με τη Ρωσία, δεν σπεύδει να τα δεσμεύσει για την Ουκρανία, όσο δεν μπορεί ταυτόχρονα να επωφεληθεί από τα πλεονεκτήματα ενός κράτους - μέλους του ΝΑΤΟ. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών της Bundestag εξέφρασε σε αυτό το σημείο την ελπίδα «ο τούρκος πρόεδρος να βρει επιτέλους έναν υπεύθυνο ρόλο και να εγκαταλείψει το μπλοκάρισμα» της ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη Συμμαχία, επισημάνθηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Περιγράφοντας την «αλλαγή μοντέλου» που έχει σημειωθεί τους τελευταίους μήνες στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική ασφάλειας της Γερμανίας, ο κ. Ροτ ανέφερε ως σημαντικότερη μετακίνηση το γεγονός ότι η χώρα εμφανίστηκε έτοιμη να σπάσει την παράδοση ετών και να παραδώσει όπλα σε εμπόλεμη περιοχή και χαρακτήρισε «αξιοσημείωτο» τον δρόμο που έχει διανύσει η Γερμανία, «από τα 5000 κράνη (σσ. που είχε υποσχεθεί στην έναρξη του πολέμου η τότε υπουργός 'Αμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ) έως τα άρματα Leopard». Ο γερμανός πολιτικός έκανε ακόμη λόγο για «οδυνηρή για πολλούς» ρήξη των σχέσεων με τη Ρωσία και για «σοβαρό σφάλμα» του Βερολίνου που εξαρτήθηκε σε τέτοιο βαθμό από τη ρωσική ενέργεια, ενώ τόνισε ότι η γερμανική στήριξη στην Ουκρανία δεν αποτελεί κάποια μεγαλειώδη χειρονομία, αλλά επένδυση στην ασφάλεια και στην ειρήνη της ίδιας της Γερμανίας και των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.