Ακόμα κι αν δεν το ψιθύρισαν πριν το τέλος, το σφιχτά αγκαλιασμένο ζευγάρι της νεολιθικής εποχής, που βρέθηκε θαμμένο στον περιβάλλοντα χώρο του σπηλαίου Αλεπότρυπα στο Διρό, έκανε πράξη τη φράση «Μαζί ως την αιωνιότητα».
Είναι «μαζί» περίπου 6.000 χρόνια, μια αιωνιότητα δηλαδή, γεγονός που καθιστά τη σφιχταγκαλιασμένη ταφή τους την αρχαιότερη στον κόσμο. Ίσως αυτό ήταν και το έρεισμα που οδήγησε το υπουργείο Πολιτισμού να δώσει την είδηση του ευρήματος (που βγήκε από τα σπλάχνα της γης το καλοκαίρι του 2013) λίγες μέρες μετά τα αποτελέσματα της πιστοποίησης του φύλου των δύο αγκαλιασμένων, δηλαδή μια ανάσα πριν από την ημέρα των ερωτευμένων.
Όμως, γιατί έπρεπε να γίνει αυτή η εξέταση για το αρχαιότερο γνωστό ζευγάρι στον κόσμο; «Μορφολογικά όταν κοιτάξαμε τα οστεολογικά χαρακτηριστικά της γυναίκας από την αγκαλιαστή ταφή, πολλοί συνάδελφοι, Έλληνες και ξένοι, είπαμε ότι δεν μοιάζουν πολύ γυναικεία. Ήταν δηλαδή στην αλληλοεπικαλυπτόμενη ζώνη μεταξύ άνδρα και γυναίκας. Ήμασταν έτσι πάρα πολύ επιφυλακτικοί, γιατί μακροσκοπικά θα λέγαμε ότι είναι δύο νεαροί άνδρες. Γι' αυτό προχωρήσαμε σε ανάλυση DNA. Θέλαμε να είμαστε 100% σίγουροι για την αρχαιότερη αγκαλιά στον κόσμο» δηλώνει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο η δρ. Αναστασία Παπαθανασίου, αρχαιολόγος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας, υπεύθυνη από την πλευρά της Εφορείας για το ανασκαφικό και μελετητικό έργο Διρού.
Ωστόσο, όπως πληροφορεί η ίδια, οι αναλύσεις DNA δεν θα σταματήσουν εκεί. Θα προχωρήσουν, αν είναι δυνατόν, και για τη συγγένεια των δύο αυτών ανθρώπων, που έζησαν 3.800 χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού και σχεδόν 6.000 χρόνια από σήμερα. «Εξαρτάται από το τι σώζεται μέσα στο κολλαγόνο που έχουμε. Θα γίνουν κι άλλες έρευνες, η συγκεκριμένη αφορούσε μόνο το φύλο», διευκρινίζει η κ. Παπαθανασίου, επισημαίνοντας τη σπανιότητα του ευρήματος.
«Γνωρίζουμε ότι το 2008 βρέθηκε στην πόλη Μάντοβα της Ιταλίας πάλι μια αγκαλιαστή ταφή. Είναι νεολιθική, αλλά νεότερη, χρονολογείται περίπου στο 3000 π.Χ. Επίσης, στην Τουρκία, υπάρχει μια αρχαιότερη διπλή ταφή, όμως πρόκειται για δύο άτομα πλάι πλάι, η οποία μπορεί να μην ήταν και ταυτόχρονη. Στο Διρό τα χέρια είναι το ένα κάτω από το σώμα, το άλλο από πάνω, τα πόδια τους μπλεγμένα, είναι πραγματική αγκαλιά», δηλώνει με έμφαση.
Η ανασκαφή έγινε στη θέση «Ξαγκουνάκι», σ' ένα φυσικό λόφο που απέχει περίπου 200 μέτρα από το σπήλαιο και ο οποίος δεσπόζει στον κόλπο του Διρού, είναι δηλαδή ιδιαίτερα ορατός από τη θάλασσα. Εκεί βρέθηκαν κι άλλες ταφές: Δύο ακόμα διπλές ταφές, μια νεαρών ενηλίκων σε συνεσταλμένη θέση και μια παιδική σε αγγείο, καθώς και μια ταφή εμβρύου, όλες αδιατάρακτες.
Τι σημαίνει όμως η παρουσία τους στο λόφο; «Μιλάμε πιθανόν για ένα ταφικό μνημείο το οποίο χρησιμοποιείται επί 3.000 χρόνια, έναν χώρο που διατηρείται στη μνήμη των ανθρώπων. Στην ανασκαφική τομή βρήκαμε παιδικές ταφές, που χρονολογούνται στο 4200 π. Χ. και μισό μέτρο πιο πέρα τις διπλές ταφές των ενηλίκων. Πάνω από αυτές, τη μυκηναϊκή περίοδο, γύρω στο 1200 π.Χ., έρχονται και δημιουργούν -και αυτό είναι επίσης μοναδικό- ένα οστεοφυλάκιο. Δηλαδή, ορίζουν έναν χώρο με αργούς λίθους, στρώνουν το δάπεδο με βότσαλο και μεταφέρουν οστά από δεκάδες ανθρώπους, σε δευτερογενή ταφή, από μια άλλη θέση που ήταν θαμμένοι, η οποία δεν είναι από την περιοχή, καθώς έχει ερευνηθεί πολλές φορές και γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει κάποιος μυκηναϊκός οικισμός κοντά. Τα οστά έχουν έρθει από μακριά», επισημαίνει.
Ενδιαφέρον έχει ακόμα ή κατάσταση των μυκηναϊκών οστών. «Προσπαθήσαμε, αλλά ήταν αδύνατον να τα χρονολογήσουμε. Είναι πολύ κακά διατηρημένα, σε αντίθεση με τα νεολιθικά, που είναι και πολύ παλαιότερα, αλλά λόγω συνθηκών είναι άριστα διατηρημένα. Γι αυτό έδωσαν και κολλαγόνο. Τα μυκηναϊκά, επειδή ήταν θαμμένα κάπου αλλού, όπου οι συνθήκες προφανώς δεν ήταν οι ιδανικές, έχουν έρθει και σπασμένα και σε πολύ κακή κατάσταση διατήρησης», αναφέρει.
Όσο για την ανασκαφική συνέχεια, αυτή θα γίνει μετά την ολοκλήρωση και δημοσίευση των αποτελεσμάτων της μακροχρόνιας έρευνας στο σπήλαιο Αλεπότρυπα και την ανασκαφική διερεύνηση του περιβάλλοντος χώρου. Το ενδιαφέρον, όπως είναι φυσικό, εντοπίζεται στον λόφο. «Θέλουμε να αποκαλύψουμε το οστεοφυλάκιο, να δούμε αν είχε τύμβο, πώς ήταν από πάνω. Με την ανασκαφική τομή μας έχουμε ανοίξει μόνο το ένα τέταρτο της κυκλικής κατασκευής του οστεοφυλακίου, που έχει διάμετρο περίπου 4 μ.», καταλήγει. Το σπήλαιο της Αλεπότρυπας χρησιμοποιείται από το 6000 π.Χ. Οι ανασκαφές εντός του ξεκίνησαν το 1970 από τον επίτιμο έφορο Αρχαιοτήτων δρ. Γ. Παπαθανασόπουλο, ο οποίος έχει και τη διεύθυνση του πρόσφατου πενταετούς προγράμματος, που πραγματοποιεί η Εφορεία Παλαιονθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας.