Η Genzyme, εταιρεία του Ομίλου Sanofi, ανακοίνωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) ενέκρινε την κυκλοφορία της ελιγλουστάτης , μία από του στόματος , σε μορφή κάψουλας χορηγούμενη θεραπεία πρώτης γραμμής για συγκεκριμένο πληθυσμό ενηλίκων που πάσχουν από τη νόσο Gaucher τύπου 1. Ένας μικρός αριθμός ενήλικων ασθενών, οι οποίοι μεταβολίζουν την ελιγλουστάτη πιο γρήγορα ή με ρυθμό απροσδιόριστο, όπως αυτό ανιχνεύεται με συγκεκριμένο γενετικό εργαστηριακό έλεγχο, δεν θα είναι κατάλληλοι για θεραπεία με ελιγλουστάτη. Η ελιγλουστάτη εγκρίθηκε από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ τον Αύγουστο του 2014 και εξετάζεται από άλλες ρυθμιστικές αρχές παγκοσμίως. Αναμένεται ότι η ελιγλουστάτη θα είναι εμπορικά διαθέσιμη στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις αρχές του 2015 και εντός των προσεχών ετών.
Η ελιγλουστάτη είναι ένα ανάλογο κεραμιδίου που αναστέλλει ισχυρά και με εξαιρετική ειδικότητα τη συνθετάση του γλυκοσυλοκεραμιδίου, εμφανίζοντας εκτενή κατανομή στους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του μυελού των οστών. Μειώνει την παραγωγή του γλυκοσυλοκεραμιδίου, της ουσίας που συσσωρεύεται στα κύτταρα και στους ιστούς των ατόμων που πάσχουν από τη νόσο Gaucher τύπου 1. Η ελιγλουστάτη έχει ένδειξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τη μακρόχρονη θεραπεία ενήλικων ασθενών με νόσο Gaucher Τύπου 1 (GD1), οι οποίοι παρουσιάζουν χαμηλό μεταβολισμό (poor metabolizers, PM), ενδιάμεσο μεταβολισμό (intermediate metabolizers, IM) ή εκτεταμένο μεταβολισμό (extensive metabolizers, EM) μέσω του CYP2D6.
Οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες της ελιγλουστάτης είναι ήπιες και παροδικές. Η πιο συχνά αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια με ελιγλουστάτη είναι διάρροια, στο 6% περίπου των ασθενών. Η επίπτωση διάρροιας ήταν η ίδια ή υψηλότερη με εικονικό φάρμακο, σε σύγκριση με την ελιγλουστάτη, στην ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, πιλοτική μελέτη. Λιγότερο από 2% των ασθενών που έλαβαν ελιγλουστάτη διέκοψαν οριστικά τη θεραπεία λόγω ανεπιθύμητης ενέργειας.
Η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βασίστηκε σε δεδομένα από το πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης της ελιγλουστάτης, το μεγαλύτερο κλινικό ερευνητικό πρόγραμμα που εκπονήθηκε ποτέ στη νόσο Gaucher Τύπου 1, με συμμετοχή περίπου 400 ασθενών από 29 χώρες. Το πρόγραμμα ανάπτυξης περιελάμβανε δύο πιλοτικές κλινικές μελέτες Φάσης 3. Σε μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη Φάσης 3 (ENGAGE, μία μελέτη σε ασθενείς με νόσο Gaucher Τύπου 1 που δεν είχαν λάβει στο παρελθόν θεραπεία) παρατηρήθηκαν βελτιώσεις ως προς τα ακόλουθα καταληκτικά σημεία έπειτα από 9 μήνες θεραπείας με ελιγλουστάτη: μέγεθος σπλήνα, επίπεδα αιμοπεταλίων, επίπεδα αιμοσφαιρίνης και όγκος ήπατος. Η δεύτερη κλινική μελέτη Φάσης 3 είχε σχεδιαστεί για να αξιολογηθεί η σταθεροποίηση της νόσου σε ασθενείς που είχαν προηγουμένως αντιμετωπιστεί με θεραπεία υποκατάστασης ενζύμων (ENCORE). Η μελέτη πέτυχε τα προκαθορισμένα κριτήρια για μη κατωτερότητα έναντι μιας θεραπείας υποκατάστασης ενζύμων (ιμιγλυκεράση), τα οποία αποτελούσαν το σύνθετο καταληκτικό σημείο με τις εξής παραμέτρους: όγκος σπλήνα, επίπεδα αιμοσφαιρίνης, επίπεδα αιμοπεταλίων και όγκος ήπατος. Οι ασθενείς στις μελέτες έγκρισης συνέχισαν τη λήψη της ελιγλουστάτης κατά τις περιόδους επέκτασης, και η πλειονότητα των ασθενών διανύουν το 4ο ή 5ο έτος θεραπείας. Σε μία κλινική μελέτη Φάσης 2 που διεξήχθη σε ασθενείς που δεν είχαν λάβει στο παρελθόν θεραπεία, η ελιγλουστάτη είχε θετική επίδραση στις οστικές παραμέτρους, συμπεριλαμβανομένης της Επιβάρυνσης του Μυελού των Οστών (BMB) και της Οστικής Πυκνότητας (BMD), επίδραση που διατηρήθηκε για 4 έτη τουλάχιστον. Οι περισσότεροι ασθενείς από μελέτες Φάσης 2 που συμμετέχουν σε επέκταση διανύουν τώρα το 8ο έτος θεραπείας.
Πληροφορίες σχετικά με τη νόσο Gaucher
Η νόσος Gaucher είναι μία κληρονομική διαταραχή από την οποία πάσχουν λιγότερα από 10.000 άτομα παγκοσμίως. Οι άνθρωποι με τη νόσο Gaucher εμφανίζουν ανεπάρκεια ενός ενζύμου, της όξινης β-γλυκοσιδάσης (γλυκοκερεβροσιδάση), που διασπά ένα συγκεκριμένο τύπο λιπιδίου. Ως αποτέλεσμα, τα διογκωμένα με λιπίδια κύτταρα (τα ονομαζόμενα κύτταρα Gaucher) συσσωρεύονται σε διαφορετικά μέρη του σώματος, κυρίως στο σπλήνα, το ήπαρ και το μυελό των οστών. Η συσσώρευση κυττάρων Gaucher μπορεί να προκαλέσει διόγκωση του σπλήνα και του ήπατος, αναιμία, υπερβολική αιμορραγία και μώλωπες, νόσο των οστών και έναν αριθμό άλλων σημείων και συμπτωμάτων. Η πιο κοινή μορφή της νόσου Gaucher, ο τύπος 1, γενικά δεν επηρεάζει τον εγκέφαλο.
Πληροφορίες σχετικά με την ελιγλουστάτη
Η ελιγλουστάτη, ένα νέο ανάλογο του γλυκοσυλοκεραμιδίου που χορηγείται από το στόμα, έχει σχεδιαστεί για να αναστέλλει μερικώς το ένζυμο συνθετάση του γλυκοσυλοκεραμιδίου, οδηγώντας στη μειωμένη παραγωγή γλυκοσυλοκεραμιδίου. Το γλυκοσυλοκεραμίδιο είναι η ουσία που συσσωρεύεται στα κύτταρα και τους ιστούς των ατόμων που πάσχουν από τη νόσο Gaucher. Η αρχική σύλληψη ανήκει στον Νόρμαν Ράντιν, PhD, από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Σε προκλινικές μελέτες, το μόριο, που αναπτύχθηκε μαζί με τον Τζέιμς Σάιμαν, MD, επίσης από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, επέδειξε ειδικότητα για τη συνθετάση του γλυκοσυλοκεραμιδίου. Μετά από ένα εκτεταμένο πρόγραμμα προκλινικής και αρχικής κλινικής έρευνας, η ελιγλουστάτη περιλήφθηκε σε μελέτες στο πλαίσιο του μεγαλύτερου κλινικού προγράμματος Φάσης 3 που εκπονήθηκε ποτέ για τη νόσο Gaucher.
Η ελιγλουστάτη έχει καταχωρηθεί ως ορφανό φαρμακευτικό προϊόν για τη θεραπεία της νόσου Gaucher στο Κοινοτικό Μητρώο Ορφανών Φαρμακευτικών Προϊόντων.
Ένδειξη και χρήση στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Η ελιγλουστάτη ενδείκνυται για τη μακρόχρονη θεραπεία ενηλίκων με νόσο Gaucher τύπου 1 (GD1), οι οποίοι διαθέτουν περιορισμένη (PMs), ενδιάμεση (IM) ή εκτεταμένη ικανότητα μεταβολισμού (EM) μέσω του CYP2D6.
Σημαντικές πληροφορίες για την ασφάλεια της ελιγλουστάτης σε ασθενείς στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Η ελιγλουστάτη αντενδείκνυται για ασθενείς με ενδιάμεσο μεταβολισμό (IM) ή εκτεταμένο μεταβολισμό (EM) μέσω του CYP2D6, οι οποίοι λαμβάνουν ένα ισχυρό ή μέτριο αναστολέα του CYP2D6 ταυτόχρονα με ένα ισχυρό ή μέτριο αναστολέα του CYP3A, καθώς και για ασθενείς με χαμηλό μεταβολισμό μέσω του CYP2D6 (PM), οι οποίοι λαμβάνουν ένα ισχυρό αναστολέα του CYP3A. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, αμφότερες οι μεγάλες οδοί μεταβολισμού της ελιγλουστάτης διαταράσσονται και προβλέπεται σημαντική αύξηση των συγκεντρώσεων της ελιγλουστάτης στο πλάσμα. Μολονότι δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές αυξήσεις του QTc σε μία διεξοδική μελέτη του QT που διεξήχθη με υγιείς εθελοντές, με βάση μοντέλα PK/PD, συγκεντρώσεις της ελιγλουστάτης στο πλάσμα που είναι κατά 11 φορές υψηλότερες από την προβλεπόμενη Cmax στον άνθρωπο αναμένεται να προκαλέσουν μικρές αυξήσεις των διαστημάτων PR, QRS και QTc.
Η χρήση της ελιγλουστάτης σε ασθενείς με προϋπάρχουσες καρδιακές παθήσεις δεν έχει μελετηθεί κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών. Επειδή η ελιγλουστάτη προβλέπεται ότι προκαλεί μικρή αύξηση της διάρκειας των διαστημάτων του ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ) σε σημαντικά αυξημένες συγκεντρώσεις στο πλάσμα, η χρήση της ελιγλουστάτης θα πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς με καρδιακή νόσο (συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, πρόσφατο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, βραδυκαρδία, καρδιακός αποκλεισμός, κοιλιακή αρρυθμία), σύνδρομο παρατεταμένου διαστήματος QT και σε συνδυασμό με αντιαρρυθμικά φάρμακα Τάξης IA (π.χ. κινιδίνη) και Τάξης III (π.χ. αμιοδαρόνη, σοταλόλη).
Οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά ως προς την κλινική ανταπόκριση.
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες για την ελιγλουστάτη (>2% των ασθενών) είναι κεφαλαλγία, ναυτία, διάρροια, κοιλιακό άλγος, μετεωρισμός, αρθραλγία και κόπωση. Η πιο συχνά αναφερόμενη σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια σε κλινικές μελέτες ήταν συγκοπή (0,76%). Όλα τα περιστατικά σχετίζονταν με προδιαθεσικούς παράγοντες κινδύνου και φάνηκε ότι ήταν πνευμονογαστρικής φύσεως. Κανένα από αυτά τα περιστατικά δεν οδήγησε σε διακοπή της συμμετοχής στη μελέτη.
Πληροφορίες συνταγογράφησης και περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ελιγλουστάτη για ασθενείς στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα διατίθενται σύντομα στη σελίδα: http://ec.europa.eu/health/documents/community-register/html/index_en.htm.