Στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει τη διακυβέρνηση της Ελλάδας, θα κληθεί να αποπληρώσει το σύνολο του ελληνικού χρέους, αλλά η Ευρωζώνη θα μπορούσε να συμφωνήσει να επιμηκύνει τη διάρκεια αποπληρωμής των οφειλών της, εκτίμησαν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι σε δηλώσεις τους στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters.
“Δεν εξετάζουμε τη διαγραφή χρέους”, δήλωσε στο Reuters ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, Βάλντις Ντομπρόβσκις, εννέα ημέρες πριν από τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους, η επόμενη ελληνική κυβέρνηση μπορεί να εγείρει θέμα αλλαγής της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής, αλλά τα περιθώρια ελιγμών σε μια ενδεχόμενη διαπραγμάτευση είναι πολύ περιορισμένα.
“Εάν ο Τσίπρας θέλει να επιβιώσει, να γίνει αποδεκτός στην Ευρώπη, θα χρειαστεί να επιδείξει έναν βαθμό ρεαλισμού”, επεσήμανε ένας αξιωματούχος της Ευρωζώνης, ο οποίος δεν κατονομάζεται. “Η Ευρωζώνη θα ήταν ασφαλώς διατεθειμένη να κάνει το μέγιστο που μπορεί ώστε να καλύψει ένα μέρος του πολιτικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν όμως ξεκάθαρα όρια: η διαγραφή χρέους δεν είναι αποδεκτή”, είπε ο ίδιος αξιωματούχος. “Και η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και να βελτιώσει τις συνθήκες όσον αφορά την οικονομία της, αυτό θα είναι μέρος της όποιας συμφωνίας”, συνέχισε.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκτιμούν πως η επίτευξη μιας συμφωνίας με μια κυβέρνηση Τσίπρα είναι εφικτή, καθώς κρίνουν ότι η σκληρή ρητορική του κόμματος έχει κατά κύριο λόγο προεκλογικό σκοπό, όπως και οι προειδοποιήσεις από τα κόμματα της σημερινής συμπολίτευσης πως η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ θα σημάνει την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. “Σήμερα βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο και συμπεριφέρονται ανάλογα. Όλες οι πλευρές λένε πράγματα για να εξασφαλίσουν όσο περισσότερες ψήφους μπορούν”, έκρινε ο Ευρωπαίος αξιωματούχος.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έριξε μια προειδοποιητική βολή την περασμένη εβδομάδα, διαμηνύοντας ότι εάν η Ελλάδα δεν βρίσκεται πλέον σε πρόγραμμα συμφωνημένο με την ΕΕ, δεν θα μπορεί πλέον να χορηγεί ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες. Αυτό δίνει στην Ελλάδα μόλις έναν μήνα να διαπραγματευθεί μια νέα συμφωνία ώστε η ΕΚΤ να συνεχίσει να προσφέρει αναχρηματοδότηση στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα, επισημαίνει το Reuters.
“Εάν η Ελλάδα κηρύξει στάση πληρωμών ή βγει από την Ευρωζώνη ή εφαρμόσει μια πολιτική ανταγωνιστική” προς τους στόχους της ΕΕ, στην πραγματικότητα “θα πυροβολήσει τον εαυτό της και στα δύο πόδια”, σχολίασε ένας δεύτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης. “Θα υπάρξουν αλλαγές, αλλά ένα σενάριο καταστροφής είναι ιδιαίτερα απίθανο” για την Ευρωζώνη στο σύνολό της, υποστήριξε ο ίδιος.
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης είχαν συμφωνήσει στα τέλη του 2012 πως μόλις η Ελλάδα επιτύγχανε πρωτογενές πλεόνασμα, κάτι το οποίο συνέβη πέρυσι, θα αναζητούσαν τρόπους να ελαττώσουν το άχθος του χρέους της ώστε να μειωθεί από το 177% του ΑΕΠ όπου βρίσκεται σήμερα σε ένα επίπεδο κάτω από το 110% του ΑΕΠ ως το 2020. Συμφώνησαν επίσης να μειώσουν το περιθώριο των 50 μονάδων βάσης που πληρώνει η Αθήνα ως τόκο για τα 53 δισ. ευρώ που είχε λάβει στο πρώτο πρόγραμμα. Ωστόσο, η ελάφρυνση που σχεδιάζουν να προσφέρουν θα προέλθει από την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και την εξομάλυνση των δόσεων.
“Το μέγιστο που μπορεί να γίνει είναι τα μέτρα που είχαν αναφερθεί τον Νοέμβριο του 2012: η επιμήκυνση των ωριμάνσεων και η μείωση του περιθωρίου του πρώτου προγράμματος στήριξης. Δεν βλέπω τίποτε άλλο να συζητείται”, δήλωσε ο πρώτος αξιωματούχος.
Οι ωριμάνσεις των δανείων έχουν ήδη επιμηκυνθεί στα 30 έτη κατά μέσον όρο και η Αθήνα έχει μια περίοδο χάριτος 10 ετών για σχεδόν τα τρία τέταρτα του δανεισμού της. Εάν τα δάνεια παραταθούν σε έναν μέσο όρο 50 ετών, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους σε ετήσια βάση θα μειωθεί δραστικά, αφήνοντας μεγαλύτερα περιθώρια για την ανάπτυξη ή την αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων της.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), κρίνει πως το σχέδιο του 2012 μπορεί ακόμη να εξεταστεί. “Είμαι βέβαιος ότι το Eurogroup, εάν συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, θα το εξετάσει εκ νέου”, είχε επισημάνει ο Ρέγκλινγκ σε δηλώσεις του στην πορτογαλική οικονομική εφημερίδα Diario Economico, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στο φύλλο της που κυκλοφόρησε προχθές Τετάρτη.