Σε τι ελπίζουν κυβέρνηση και αντιπολίτευση
Υπό την πίεση ενός σεναρίου αβεβαιότητας που προκαλούσε ευθύς εξ αρχής η ασυμφωνία κυβέρνησης – τρόικας, η οποία τελικά κατέληξε χθες σε δίμηνη παράταση του προγράμματος στήριξης, αλλά και της διαρκώς αυξανόμενης πόλωσης στο εσωτερικό, Αντώνης Σαμαράς και Ευάγγελος Βενιζέλος προχώρησαν εσπευσμένα στην απόφαση επίσπευσης της προεδρικής εκλογής, οι διαδικασίες της οποία θα ξεκινήσουν τελικά στις 17 Δεκεμβρίου και θα ολοκληρωθούν στις 29 του μηνός με την τρίτη ψηφοφορία. Σε περίπτωση μη εκλογής θα προκηρυχθούν εκλογές οι οποίες θα διεξαχθούν πιθανότατα την 1η Φεβρουαρίου.
Υπό το φάσμα αυτό, είναι πιθανό να υπάρξει ακόμη και σήμερα διάγγελμα του πρωθυπουργού –πράγμα το οποίο διαψεύδει η κυβερνητική εκπρόσωπος Σοφία Βούλτεψη- αν και θεωρείται μάλλον απίθανο να ανακοινωθεί σήμερα το όνομα του υποψηφίου, αφού ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος, δήλωσε το βράδυ της Δευτέρας, ότι ακόμη δεν έχουν καταλήξει στο πρόσωπο. Η επιλογή δεν θεωρείται εύκολη διαδικασία, δεδομένου του γεγονότος ότι δεν είναι εξασφαλισμένες από την κυβερνητική πλευρά, οι 180 ψήφοι που απαιτούνται κατά την τρίτη ψηφοφορία, για την εκλογή.
Η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ
Η ανακοίνωση της επίσπευσης της προεδρικής εκλογής, παρότι δεν θεωρείτο απίθανό να ανακοινωθεί από τον πρωθυπουργό η ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, δηλαδή προχθές Κυριακή, αιφνιδίασε την αντιπολίτευση που δεν έκρυψε ούτε για μια στιγμή την ικανοποίησή της. Στην Κουμουνδούρου επιχειρούν στην παρούσα φάση να εκτιμήσουν αν η βεβαιότητα Σαμαρά περί εύρεσης των 180 βασίζεται σε δεδομένα, τα οποία μπορεί να αγνοούν, εκφράζουν ωστόσο ανοικτά την αισιοδοξία τους ότι τα κυβερνητικά «κουκιά» δεν βγαίνουν και μιλούν για αναπόφευκτη προσφυγή στις κάλπες περί τα τέλη Ιανουαρίου.
Για σήμερα Τρίτη, είναι προγραμματισμένη η σύγκλιση της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος προκειμένου, μεταξύ άλλων, να συζητηθεί η στρατηγική που θα ακολουθηθεί τις επόμενες ημέρες. Στην Κουμουνδούρου, φαίνεται να πιστεύουν πως θα επιχειρηθεί από κυβέρνηση και τρόικα, η παρουσίαση εκβιαστικών διλημμάτων, τόσο προς τους βουλευτές που θα κληθούν να ψηφίσουν, όσο και προς το εκλογικό σώμα, σε περίπτωση που δεν βρεθεί ο αναγκαίος αριθμός βουλευτών και προκηρυχθούν εκλογές.
Υπό τον φόβο αυτόν, ο Αλέξης Τσίπρας, ήδη προγραμματίζει σειρά επαφών με τους «αναποφάσιστους» βουλευτές, ενώ δεν αποκλείεται να επισπεύσει και τη συνάντησή του με τον Φώτη Κουβέλη, αφού η Δημοκρατική Αριστερά, θεωρείται «επικίνδυνη» για διαρροές. Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ μιλώντας το πρωί της Δευτέρας, δήλωσε πως «η κυβέρνηση σέρνεται σε αυτή την επιλογή σε συνεννόηση με την τρόικα, διαπιστώνοντας που έχει αποτύχει». «Επιλέγει αυτόν τον τρόπο, της επίσπευσης της διαδικασίας, για να μην συζητήσει αυτά τα οποία έχει σε μεγάλο βαθμό προσυμφωνήσει με την τρόικα», πρόσθεσε. Ο κ. Σκουρλέτης κατέστησε επιπλέον σαφές, ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν θα προτείνει Πρόεδρο.
Ποιοι κρατούν τα κλειδιά
Ανεξάρτητα πάντως από τις ελπίδες της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης, τα κλειδιά για την προεδρική εκλογή, φαίνεται πως κρατούν οι ανεξάρτητοι βουλευτές, αλλά κι εκείνοι που παραμένουν στους κόλπους των Ανεξαρτήτων Ελλήνων και της ΔΗΜΑΡ.
Στην παρούσα φάση, οι θετικές ψήφοι που πιθανώς να εξασφαλίζει η κυβέρνηση δεν είναι παραπάνω από 170. Σε αυτούς, εκτός από τους 155 κυβερνητικούς βουλευτές και την Κατερίνα Μάρκου, η οποία τάχθηκε ουσιαστικά υπέρ της κυβερνητικής πολιτικής, υπερψηφίζοντας τον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβάνονται και ανεξάρτητοι οι οποίοι ανοίγοντας τα χαρτιά τους κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, ουσιαστικά ξεκαθάρισαν την πρόθεσή τους να ψηφίσουν για Πρόεδρο. Ακόμη κι έτσι όμως, μοιάζει πράγματι αδύνατο να βρεθούν οι πολυπόθητες 180 ψήφοι, εκτός αν διαφωνήσουν με τις γραμμές των κομμάτων τους, βουλευτές των Ανεξαρτήτων Ελλήνων ή της ΔΗΜΑΡ.
Από τους συνολικά 24 ανεξάρτητους βουλευτές πάντως και πλην της Κατερίνας Μάρκου, θετικοί στο ενδεχόμενο να ψηφίσουν έχουν εμφανιστεί οι Γιώργος Νταβρής, Κώστας Γιοβανόπουλος, Βασίλης Καπερνάρος, Γιάννης Κουράκος και Πάρις Μουτσινάς, με τον τελευταίο να θέτει ως όρο τον σχηματισμό κυβέρνησης να είναι ο Γιώργος Κασαπίδης και ενδεχομένως ο Βύρων Πολύδωρας που είχε δηλώσει ότι θα μπορούσε να είναι ο 180ος εφόσον βρίσκονταν οι 179. Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν βρίσκονται οι 180, αν δεν συμφωνήσουν ορισμένοι από τους εν συνόλω 22 βουλευτές που έχουν ακόμη στις τάξεις τους Ανεξάρτητοι Έλληνες και ΔΗΜΑΡ, τρεις βουλευτές της οποίας -οι Νίκος Τσούκαλης, Νίκη Φούντα και Θωμάς Ψύρρας- έχουν ήδη πάρει αποστάσεις από την επίσημη κομματική γραμμή και συνυπέγραψαν μαζί με τους Σπύρο Λυκούδη, Χρήστο Αηδόνη, Γρηγόρη Ψαριανό, Βασίλη Οικονόμου και Πέτρο Τατσόπουλο, κείμενο υπέρ της εκλογής του Προέδρου. Ο Πέτρος Τατσόπουλος πάντως, έχει διευκρινίσει ότι θα ακολουθήσει κατά τις εκλογικές διαδικασίες, τη γραμμή του κόμματος με το οποίο εξελέγη, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, η στάση του οποίου είναι γνωστή.
Έτσι εκλέγεται Πρόεδρος
Στο καθαρά τυπικό κομμάτι της διαδικασίας της προεδρικής εκλογής, απαιτούνται κατά την πρώτη ψηφοφορία που θα διεξαχθεί στις 17 Δεκεμβρίου, 200 ψήφοι. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρωθούν, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μετά από πέντε ημέρες, όπου πάλι απαιτείται η συγκέντρωση 200 ψήφων, ενώ η τρίτη και τελευταία πραγματοποιείται κι εκείνη πέντε ημέρες αργότερα - αλλά με 180 ψήφους να απαιτούνται για την εκλογή.
Σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων σε ένα πρόσωπο και δεν εκλεγεί Πρόεδρος μετά και την τρίτη ψηφοφορία, τότε οδηγούμαστε σε διάλυση της Βουλής και σε εθνικές εκλογές. H Bουλή που αναδεικνύεται από τις νέες εκλογές, αμέσως μόλις συγκροτηθεί σε σώμα, εκλέγει με ονομαστική ψηφοφορία Πρόεδρο της Δημοκρατίας με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών, σύμφωνα με το άρθρο 32 του Συντάγματος.
Αν δεν επιτευχθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μέσα σε πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Aν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά, ύστερα από πέντε ημέρες, μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφισαν και θεωρείται ότι έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία.