Επιφυλακτική, για πρώτη φορά, έναντι των Ευρωπαίων εταίρων της χώρας δηλώνει η κ. Ντόρα Μπακογιάννη, αφήνοντας ευθείς υπαινιγμούς για «παίγνια στην πλάτη του ελληνικού λαού» και για συνθήκες που κάνουν το 2014 να θυμίζει... 2012, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα "Καθημερινή".
«Αν για οποιονδήποτε λόγο οι Ευρωπαίοι έχουν αποφασίσει ότι μπορούν να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές τους σκοπιμότητες καίγοντας τον Τσίπρα και μετατρέποντας την Ελλάδα σε σκιάχτρο για να αποδυναμώσουν τα λαϊκιστικά ακραία κόμματα που σήμερα ταλανίζουν την Ευρώπη... τότε πρέπει να μας το πουν», υπογραμμίζει στη συνέντευξή της στην «Καθημερινή». Η πρώην υπουργός θεωρεί πολύ δύσκολη την παράταση του ισχύοντος προγράμματος και, συνεπώς, εκτιμά ως το καλύτερο ενδεχόμενο για την Ελλάδα την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ επιμένει στην ανάγκη συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων: «Ο πρωθυπουργός να σηκώσει το τηλέφωνο κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποφασίσει να τορπιλίσει τη συνεννόηση, ας επωμιστεί και το κόστος». Εκτιμά, δε, ότι αναφορά του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Σταθάκη περί συμφωνίας για την εκλογή Προέδρου και εκλογών περί την άνοιξη «θα μπορούσε να αποτελέσει βάση συζήτησης, αν συμφωνούμε ότι προέχουν η σταθερότητα και η προοπτική της χώρας». Η κ. Μπακογιάννη επιμένει ότι η Ν.Δ. δεν συνομιλεί πλέον με το ήμισυ των παραδοσιακών της ψηφοφόρων, επιμένει στο κέντρο και δεν αποφεύγει να σχολιάσει τους Γκ. Χαρδούβελη, Φ. Κουβέλη και Στ. Θεοδωράκη.
– Βρισκόμαστε στην τελική ευθεία της εξόδου από το Μνημόνιο κι όμως, αυτή μοιάζει ατελείωτη. Εννοώ ότι από την αισιοδοξία της αλλαγής σελίδας, η χώρα μοιάζει λίγο πριν από το αδιέξοδο.
– Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βρισκόμαστε σε κρίσιμη καμπή – πολύ φοβάμαι ότι το 2014 έχει αρχίσει να θυμίζει επικίνδυνα το 2012. Θα πρέπει, όσο γίνεται πιο γρήγορα, να ολοκληρώσουμε τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα για την αξιολόγηση. Προφανώς αυτή είναι δύσκολη και επώδυνη διαδικασία. Και γι’ αυτό θα πρέπει επιτέλους να προσεγγίσουμε τη διαπραγμάτευση με μια νέα φιλοσοφία. Το δράμα της Ελλάδας της κρίσης είναι ότι οι διαδοχικές κυβερνήσεις στις διαπραγματεύσεις τους με την τρόικα «παίζουν άμυνα». Δηλώνουμε πολλές φορές «ηρωικά» τι δεν αποδεχόμαστε. Τραβάμε κόκκινες γραμμές στην άμμο, τις οποίες μετά –εξίσου «ηρωικά»– καλούμαστε να σβήσουμε. Εφτασε η ώρα το πάθημα να γίνει μάθημα. Εφτασε η ώρα της επίθεσης.
– Για να κάνεις επίθεση, πρέπει να έχεις και όπλα...
– Εννοώ να αποφασίσουμε τι θέλουμε, όχι μόνο τι δεν θέλουμε. Και με ξεκάθαρη στοχοθεσία να πάμε μπροστά κινητοποιώντας όλες μας τις δυνάμεις για να πετύχουμε τον στόχο. Αυτή είναι η μεγάλη και δημιουργική ανατροπή που πρέπει να γίνει στις διαπραγματεύσεις. Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι σε 10 ή 15 ημέρες μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα μακρόπνοο σχέδιο εθνικής ανασυγκρότησης για την Ελλάδα του 2021, όσο αναγκαίο κι αν είναι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε μία σωστή ιεράρχηση, με πρώτο στόχο τη μείωση της φορολογίας και να το πετύχουμε ενώνοντας όλοι τις δυνάμεις μας. Επειτα από πολλά χρόνια εμπειρίας στα ευρωπαϊκά φόρουμ που έχω στην πλάτη μου, σας διαβεβαιώ ότι όταν δεν ξέρεις πού θέλεις να πας, όσο καλά κι αν είναι τα αντανακλαστικά σου, δεν κάνεις τίποτα παραπάνω από μία διαχείριση κρίσης. Και για να μιλήσω πρακτικά, «ναι» στις μεταρρυθμίσεις. «Ναι» στις αλλαγές στα εργασιακά, κατά το ευρωπαϊκό πρότυπο. «Ναι» στις θεσμικές αλλαγές που απαιτούνται. Αλλά υπό τον όρο ότι θα πετύχουμε τον στόχο της μείωσης της φορολογίας. «Ναι» στον ενιαίο ΦΠΑ. Είναι, άλλωστε, παράλογο να πληρώνει περισσότερα το Διδυμότειχο από τη Μύκονο. Να επιδιώξουμε, όμως, οριζόντια μείωση του ΦΠΑ τουλάχιστον κατά 3 με 5 μονάδες.
– Εχετε εντείνει τις δημόσιες παρεμβάσεις σας, ειδικά για το ζήτημα της φορολόγησης των ακινήτων. Χαρακτηρίσατε τραγέλαφο τον ΕΝΦΙΑ, το ζήτημα των δόσεων και άλλα πολλά. Κάνοντας τον συνήγορο του... διαβόλου, δεν είναι λογικό να υπάρχουν ακόμη και υπέρμετρες επιβαρύνσεις σε μία έκτακτη περίοδο; Εδώ πολλοί συμπολίτες μας έχουν μείνει άνεργοι...
– Η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών, κ. Τερζή, έχει εξαντληθεί. Ο ελληνικός λαός έχει σηκώσει υπέρμετρα βάρη και στο εξής, για να μπορέσει να συνεχίσει να συμμετέχει στην εθνική προσπάθεια, απαιτείται η ύπαρξη ενός αισθήματος δικαιοσύνης στην κατανομή των φορολογικών βαρών. Γι’ αυτό κατέθεσα την τροπολογία για τη μείωση των αντικειμενικών αξιών κατά 30%, που αφενός θα μείωνε αντίστοιχα τον ΕΝΦΙΑ και αφετέρου θα τόνωνε την αγορά ακινήτων. Επίσης, θα έφερνε περισσότερα έσοδα στο κράτος διότι αυτό που η τρόικα αρνείται πεισματικά να δεχθεί είναι ότι η οικονομική δραστηριότητα προσφέρει έσοδα, αυξάνει τις θέσεις εργασίας και δίνει χρήματα στα ασφαλιστικά ταμεία.
– Το είπατε μόνη σας για τη στάση της τρόικας. Εγείρει νέες απαιτήσεις στα δημοσιονομικά, απαίτησε την απόσυρση της ρύθμισης για τις 100 δόσεις. Δεν το χαρακτηρίζεις αυτό δείγμα κοινοτικής αλληλεγγύης και πολιτικής κατανόησης εκ μέρους των εταίρων. Διαφωνείτε;
– Οπως ξέρετε, είμαι φανατική Ευρωπαία. Πιστεύω ότι ο φυσικός μας χώρος βρίσκεται σε μια ισχυρή Ευρώπη. Εξ ου και πολλές φορές έχω παρεξηγηθεί εδώ στην Ελλάδα διότι προσεγγίζω τους εταίρους μας στην Ε.Ε. ως φερέγγυους και συνεπείς συνομιλητές. Για πρώτη φορά, όμως, σήμερα η εμπιστοσύνη μου αρχίζει να κλονίζεται. Οπως η Ελλάδα οφείλει να πει την αλήθεια στους Ευρωπαίους, έτσι και οι Ευρωπαίοι οφείλουν να πουν την αλήθεια στην Ελλάδα. Αν για οποιονδήποτε λόγο οι Ευρωπαίοι έχουν αποφασίσει ότι μπορούν να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές τους σκοπιμότητες, ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί, καίγοντας τον Τσίπρα και μετατρέποντας τη χώρα σε σκιάχτρο, για να αποδυναμώσουν τα λαϊκιστικά ακραία κόμματα που σήμερα ταλανίζουν την Ευρώπη από την Ισπανία ώς την Αγγλία και από την Ολλανδία μέχρι την Ιταλία, τότε πρέπει να μας το πουν. Να κάνουμε κι εμείς τα κουμάντα μας. Εδώ θέλουμε καθαρές κουβέντες. Σε κάθε περίπτωση, κανείς δεν μπορεί να ανεχθεί –κι αυτό είναι κάτι στο οποίο όλοι συμφωνούμε, πέρα και πάνω από κόμματα– ότι στην πλάτη του ελληνικού λαού, που για πέντε χρόνια έχει περάσει απ’ την κόλαση, μπορεί να παίζονται πολιτικά παιχνίδια. Οσο ψηλά κι αν είναι εκείνος που τα παίζει.
– Προ εβδομάδων, και μου είχε κάνει εντύπωση, είχατε αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο μικρής παράτασης του προγράμματος για την Ελλάδα. Θεωρείτε πιθανό πλέον αυτό το ενδεχόμενο;
– Αυτό οφείλεται στο ότι διέβλεπα τη δυσκολία στη συμφωνία κατά την τελική αξιολόγηση έτσι ώστε σε συνεννόηση με την Ευρώπη, να κλείσουμε την εποχή των Μνημονίων και να μπούμε στο νέο «σύμφωνο συμβίωσης» με την προληπτική γραμμή χρηματοδότησης. Οφείλουμε, όμως, να ξέρουμε ότι και η παράταση του προγράμματος δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί και αυτό γιατί απαιτείται να συμφωνήσουν τα Κοινοβούλια έξι χωρών, που κλείνουν ενόψει Χριστουγέννων στις 18 Δεκεμβρίου. Συμπέρασμα, πρέπει να πετύχει το plan A.
– Η διαπραγμάτευση διεξάγεται ενώ στην Ελλάδα το κλίμα, και με το βλέμμα στις κάλπες, είναι πολωτικό. Είδαμε, προ ημερών, την ανταλλαγή επίσημων δηλώσεων για το ποιος υπονομεύει τη συνεννόηση. Εν τέλει, αυτή δεν προκύπτει.
– Διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές των δηλώσεων των κομμάτων, διακρίνει κανείς την αλλαγή των θέσεων που έχουν εκφραστεί στο παρελθόν. Είμαι βεβαία ότι αυτό που πριν από δύο μήνες εισηγήθηκα –και τότε ήμουν μόνη μου– σήμερα πλέον αποτελεί κοινό αίτημα των στελεχών και της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της κοινωνίας. Ηρθε η ώρα ο πρωθυπουργός να σηκώσει το τηλέφωνο. Δεν είναι δύσκολη η εξίσωση της συνεννόησης, δεν χρειάζεται να συμφωνήσουμε, να ταυτιστούμε ή να συμπέσουμε. Χρειάζεται, όμως, να αποκτήσουμε κοινή αντίληψη για τα προβλήματα και τα μεγάλα θέματα που αντιμετωπίζει η χώρα, για την ουσία, τους κινδύνους, τις επιλογές που έχουμε μπροστά μας. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποφασίσει να τορπιλίσει τη συνεννόηση, ας επωμιστεί και το κόστος.
– Αν και ο πολιτικός χρόνος έχει πυκνώσει, υπό τις σημερινές συνθήκες εκτιμάτε ότι μπορεί να υπάρξει συμφωνία για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας;
– Οσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος. Με τόσα ανοιχτά μέτωπα, οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη. Παρά ταύτα είναι ενδιαφέρον ότι ακούγονται προτάσεις όπως αυτή του κ. Σταθάκη, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει βάση συζήτησης, αν συμφωνούμε ότι προέχουν η σταθερότητα και η προοπτική της χώρας. Αυτήν την ώρα η προσφυγή στις κάλπες, αν δεν είναι καταστροφή, σίγουρα θα οδηγήσει τη χώρα δύο χρόνια πίσω. Η Ελλάδα χρειάζεται σταθερότητα για να προετοιμαστεί το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης για την επόμενη δεκαετία.
– Σας αποδόθηκε η εκτίμηση ότι οι βουλευτές που μπορούν να ψηφίσουν ανέρχονται σε 172... Εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί ή μειωθεί;
– Ολα θα κριθούν από το πολιτικό κλίμα που θα υπάρχει την περίοδο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας.
– Πριν από καιρό είχατε επισημάνει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι πλέον «μικρό κόμμα». Ο χαρακτηρισμός αυτός, σας διαβεβαιώ, είχε προκαλέσει έντονη ενόχληση.
– Το πρόβλημα είναι αν είπα ότι η Ν.Δ. είναι μικρό κόμμα ή γιατί η μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη δεν συνομιλεί πια με το 50% των παραδοσιακών ψηφοφόρων της;
– Δεν συνομιλεί, κ. Μπακογιάννη, λόγω της κρίσης και της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται...
– Φταίει μόνο η κρίση ή και εμείς πρέπει να εντοπίσουμε στον πολιτικό μας λόγο τις ελλείψεις του και να ξαναβρούμε την ταυτότητά μας, καλύπτοντας κοινωνικές ομάδες που σήμερα νιώθουν πολιτικά ορφανές; Η Ν.Δ. είναι και σήμερα η πολιτική δύναμη που έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο και στο μέλλον. H ειλικρινής αυτοκριτική είναι προϋπόθεση εκείνων των αλλαγών που θα φέρουν την επιτυχία.
– Με τον πρωθυπουργό έχετε επικοινωνήσει για να του μεταφέρετε τους προβληματισμούς σας;
– Οχι, κ. Τερζή.
Ο Γκίκας, ο Φώτης και ο Σταύρος
– Ποια η άποψή σας για τον κ. Γκίκα Χαρδούβελη;
– Τον κ. Χαρδούβελη προσωπικά τον εκτιμώ, το ζήτημα, όμως, δεν είναι προσωπικό. Εχω μιλήσει για την ανάγκη ύπαρξης ξεχωριστού υπουργείου Οικονομικών. Ενας υπουργός Οικονομικών γνωρίζει το φορολογικό σύστημα και τους εισπρακτικούς μηχανισμούς. Η ύπαρξη ενός τέτοιου υπουργού θα μας γλίτωνε ενδεχομένως από τις παλινωδίες στον ΕΝΦΙΑ και, ταυτόχρονα, θα μπορούσε να εφαρμόσει μια σοβαρή φορολογική μεταρρύθμιση έτσι ώστε οι Ελληνες και ξένοι επενδυτές να γνωρίζουν από πριν τι φόρους θα πληρώσουν.
– Να περάσουμε λίγο στην... Κεντροαριστερά. Τι δεν έκανε καλά ο κ. Κουβέλης;
– Η ΔΗΜΑΡ με τις επιλογές που έκανε έχασε τον ρόλο της μεταρρυθμιστικής Κεντροαριστεράς, του πόλου σταθερότητας που έχει ανάγκη η χώρα. Αυτό απογοήτευσε τους ψηφοφόρους της, οι οποίοι θέλουν μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά, που πιστεύει και υπηρετεί πολιτικές εκσυγχρονισμού του κράτους και δεν οπισθοχωρεί μπροστά στο πρόσκαιρο πολιτικό κόστος.
– Και τι κάνει καλά ο κ. Θεοδωράκης;
– Η γνώμη μου είναι ότι αν εμείς είχαμε κάνει αξιόπιστα το άνοιγμά μας προς το κέντρο, ο χώρος που διεκδικεί σήμερα το «Ποτάμι» θα ήταν σαφώς μικρότερος. Για του λόγου το ασφαλές, δεν είναι τυχαίο ότι όσο ο κ. Θεοδωράκης δήλωνε κεντροαριστερός, τα δημοσκοπικά ποσοστά του ήταν σαφώς μικρότερα από αυτά που έχει σήμερα, που δηλώνει κεντρώος.