Η παρέα γυναικών από τι ΗΠΑ παρήγγειλε αστακομακαρονάδα, καλαμαράκια και σαλάτα και απειλήθηκε όταν διαμαρτυρήθηκε για τον λογαριασμό
Αντιμέτωπο με νέα καταγγελία από τουρίστες για υπέρογκες χρεώσεις βρίσκεται το πολύ γνωστό εστιατόριο DK Oyster στον Πλατύ Γιαλό της Μυκόνου, μετά από εκείνη για τα πανάκριβα καβουροπόδαρα, αλλά και για την συμπεριφορά του προσωπικού του καταστήματος.
Αυτή τη φορά μια γυναίκα από το Σιάτλ των ΗΠΑ, κατήγγειλε μέσω της βρετανικής εφημερίδα Daily Mail, τις «επιθετικές» -όπως τις χαρακτήρισε- τακτικές του εστιατορίου απέναντι στους τουρίστες που επισκέπτονται το νησί. Συγκεκριμένα, η 43χρονη Σέριλ Λαμφίρ δήλωσε στην εφημερίδα, ότι εκείνη και η παρέα της «παραπλανήθηκαν, εκφοβίστηκαν και εξαπατήθηκαν» ώστε να πληρώσουν 1.640 δολάρια «για φαγητό που δεν δικαιολογούσε την εξωφρενική αυτή τιμή». Η Λαμφίρ ανέφερε πως τόσο αυτή όσο και η παρέα της, δεν είχαν άλλη επιλογή από το να πληρώσουν το ποσό αυτό για ένα πιάτο καλαμαράκια, αστακομακαρονάδα, μια σαλάτα και ψωμί στο εστιατόριο στον Πλατύ Γιαλό.
Η μητέρα δύο παιδιών είπε, ότι επισκέφθηκε με την παρέα της τη Μυκονο στις 3 Μαΐου και η πρώτη τους βραδιά στο νησί εξελίχθηκε σε «κόλαση», αφού ο ιδιοκτήτης και το προσωπικό του εστιατορίου τους «στρίμωξαν», όταν τόλμησαν «να αμφισβητήσουν τον αστρονομικό λογαριασμό» για το φαγητό που είχαν παραγγείλει. «Όλο το ανδρικό προσωπικό στο εστιατόριο σηκώθηκαν και μας περικύκλωσαν... Ήταν τουλάχιστον πέντε και σχεδόν μας έκλεισαν την είσοδο. Ήταν μια πολύ, πολύ τρομακτική κατάσταση, γιατί ήμασταν έξι γυναίκες που μας περικύκλωναν πέντε άνδρες... Πρέπει να προσθέσω ότι ήταν όλοι ντυμένοι στα μαύρα... σαν γκάνγκστερ», συνέχισε η Λαμφίρ.
Η ίδια υποστήριξε, ότι προηγουμένως τις είχε προσεγγίσει στην παραλία ένας «πιεστικός» σερβιτόρος, ο οποίος τους έδειξε «μόνο για λίγο το μενού» πριν τις σπρώξει μέσα και τις «υποχρεώσει» να παραγγείλουν, πριν καλά-καλα προλάβουν να καθίσουν στο τραπέζι. «Το φαγητό και ειδικά η γεύση του, δεν δικαιολογούσε τον τεράστιο λογαριασμό» πρόσθεσε η Αμερικανίδα, που ασχολείται με το μάρκετινγκ και τη διαφήμιση. «Υπερηφανεύονται ότι χρησιμοποιούν επιλεγμένα υλικά, αλλά ο αστακός ήταν απαίσιος. Όλα τα άλλα ήταν εντάξει, αλλά ο αστακός ήταν ίσως ο χειρότερος που έχω φάει ποτέ. Ειλικρινά, μόλις και μετά βίας τρώγονταν. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πώς μας συνέβη αυτό», ανέφερε η 43χρονη.
Όπως είπε, άτομα από την παρέα της κατάφεραν να δουν, πως οι τιμές κυμαίνονταν κατά μέσο όρο γύρω στα 32 δολάρια. Όταν μια γυναίκα από την παρέα επέμεινε, ζητώντας να δει τον κατάλογο, ο σερβιτόρος της τον έδειξε, αλλά δεν την άφησε να τον παραλάβει. «Το κράτησε, ίσα-ίσα για να δει, τι θέλαμε. Δεν πεινάγαμε πολύ, οπότε συμφωνήσαμε να παραγγείλουμε μόνο μερικά διαφορετικά πράγματα για να τα μοιραστούμε», είπε η Λαμφίρ. Έτσι, παρήγγειλαν την αστακομακαρονάδα, μία μερίδα καλαμαράκια και μία σαλάτα με ψωμί. Ένα μέλος της παρέας, αγόρασε ένα μπουκάλι σαμπάνιας αξίας 214 δολαρίων, το οποίο χρεώθηκε αμέσως και ξεχωριστά.
Σύμφωνα με τη 43χρονη, παρά το γεγονός ότι έκαναν τα πάντα για να ξεκαθαρίσουν στον σερβιτόρο, ότι ήθελαν μόνο μία μερίδα από το κάθε πιάτο, όταν το φαγητό έφτασε στο τραπέζι, η παρέα γνώριζε, ότι «το προσωπικό εκμεταλλεύτηκε τη δικαιολογία τηις διαφορετικής γλώσσας για να τους χρεώσει σκόπιμα για επιπλέον φαγητό, που δεν θα μπορούσαν να τελειώσουν». «Ήταν μια τεράστια πιατέλα. Και την κοιτάξαμε. Είμαστε έξι άτομα, είμαστε όλες γυναίκες. Ήξεραν ότι μας κορόιδευαν, ήταν τεράστιες ποσότητες όλων των φαγητών», δήλωσε η Λαμφίρ, προσθέτοντας πως οι σερβιτόροι τις «ενοχλούσαν» διαρκώς και τις προέτρεπαν να παραγγείλουν και στρείδια.
Η 43χρονη και η παρέα της συνέχισαν να τρώνε και όταν τελείωσαν, επιχείρησαν να φύγουν από το εστιατόριο, αλλά τότε ήρθαν αντιμέτωπες με το προσωπικό, που τους είπε, ότι έπρεπε να μπουν μέσα στο εστιατόριο για να πληρώσουν το λογαριασμό. «Ο σερβιτόρος μας είπε "πρέπει να έρθετε στο γραφείο μας, για να πληρώσετε το λογαριασμό". Δεν μας έδωσαν απόδειξη με τις παραγγελίες και μας είπαν ότι ήταν 1.500 ευρώ», δήλωσε η Λαμφίρ στη DailMail. Στη συνέχεια, οι έξι γυναίκες στριμώχτηκαν «από πέντε σερβιτόρους, ντυμένους στα μαύρα», όταν ξεκίνησαν να κάνουν ερωτήσεις σχετικά με τον λογαριασμό. Τελικά, πλήρωσαν «απρόθυμα τον λογαριασμό τους όταν η κατάσταση κόντεψε να φτάσει στο απροχώρητο».
Κατά την επιστροφή τους στο ξενοδοχείο που έμεναν, οι γυναίκες διηγήθηκαν σε μια υπάλληλο την περιπέτειά τους. «Τότε εκείνη κατέβασε κάτω το κεφάλι της, μας ζήτησε συγγνώμη και μας είπε, πως έπρεπε να μας προειδοποιήσει από πριν για το συγκεκριμένο μαγαζί. "Δεν ξέρουμε γιατί λειτουργεί ακόμα", μας είπε».