Ποια τα βασικά χαρακτηριστικά του πληθωρισμού σήμερα;
Η ραγδαία αύξηση των τιμών η οποία καταγράφεται στο επίπεδο της παγκόσμιας οικονομίας, έχει φυσικά επηρεάσει και την ελληνική
οικονομία, με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να αποτελεί- για πρώτη φορά από το μακρινό 2008- το κέντρο της προσοχής όχι μόνο των
υπεύθυνων για την άσκηση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής αλλά και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας.
Στην παρούσα ανάλυση προσπαθούμε και εμείς να συμβάλουμε στην τρέχουσα προβληματική αναφορικά με την πορεία και δυναμική του
πληθωρισμού. Κυρίως όμως προσπαθούμε να εκτιμήσουμε τις επιπτώσεις των πληθωριστικών πιέσεων στο διαθέσιμο εισόδημα και την
καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών καθώς και στην κερδοφορία των ελληνικών επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα η ανάλυση μας προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στα παρακάτω θέματα:
1. Ποια τα βασικά χαρακτηριστικά των υφιστάμενων πληθωριστικών πιέσεων και γιατί είναι σημαντική η κατανόηση τους
2. Εκτίμηση δύο πρόδρομων δεικτών για την έγκαιρη παρακολούθηση της δυναμικής των πληθωριστικών πιέσεων
3. Εκτίμηση της επίπτωσης του πληθωρισμού στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών ανά εισοδηματικό κλιμάκιο
4. Εκτίμηση της επίπτωσης του πληθωρισμού στα περιθώρια κέρδους των βασικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας
1. Ποια τα βασικά χαρακτηριστικά του πληθωρισμού σήμερα;
Τα βασικά χαρακτηριστικά των πληθωριστικών πιέσεων που βιώνουμε σήμερα είναι τα εξής:
(α) Ο τρέχων πληθωρισμός είναι πρώτα και κύρια απότοκο της ραγδαίας αύξησης των διεθνών τιμών ενέργειας και τιμών βασικών
αγροτικών προϊόντων
(β) Η αύξηση του πληθωρισμού υπήρξε μια ραγδαία και βίαιη εκτίναξη των τιμών προς τα πάνω και όχι μια παρατεταμένη
ανοδική διαδικασία
Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά είναι πολύ σημαντικό να τα έχουμε υπόψη μας καθώς μας παρέχουν ένα «κλειδί» για να κατανοήσουμε την
πορεία του πληθωρισμού στο άμεσο μέλλον.
2.Εκτίμηση δύο πρόδρομων δεικτών για την έγκαιρη παρακολούθηση της δυναμικής των πληθωριστικών πιέσεων
Στην προσπάθεια μας να ανιχνεύσουμε και να καταγράψουμε όσο πιο έγκαιρα γίνεται αρχικά την κορύφωση και στη συνέχεια τον περιορισμό
πληθωριστικών πιέσεων, έχουμε εκτιμήσει 2 νέους δείκτες:
(α) την μεταβολή του πληθωρισμού, δηλαδή την εκτίμηση της β’ παραγωγού (2 nd derivative - Διάγραμμα 4)
(β) ένα Δείκτη Πληθωριστικών Προσδοκιών (Composite Inflation Expectation Index - Διάγραμμα 5)
Το συμπέρασμα από την έως τώρα πορεία και των δύο δεικτών είναι ότι οι πληθωριστικές πιέσεις δεν έχουν κορυφωθεί ακόμα, γεγονός που
συνάδει με τις οικονομετρικές εκτιμήσεις για υψηλό πληθωρισμό τους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο. Το ζητούμενο παραμένει εάν θα δούμε
κάποια αποκλιμάκωση των δεικτών στο προσεχές μέλλον, γεγονός που θα μας δώσει ελπίδες για ύφεση των πληθωριστικών πιέσεων από το β’
εξάμηνο του 2022 και ύστερα.
β’ παραγωγός
Ο πρώτος δείκτης, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι τίποτε άλλο από
τη μεταβολή του πληθωρισμού (βλ. Διάγραμμα 4). Καθώς ο
πληθωρισμός είναι ουσιαστικά ο ρυθμός μεταβολής του τιμάριθμου,
η μεταβολή του πληθωρισμού αποτελεί ουσιαστικά τη β’ παράγωγο
του τιμάριθμου.
Από την μελέτη των συναρτήσεων γνωρίζουμε ότι το πραγματικό
σημείο καμπής του πληθωρισμού θα επέλθει όταν θα μεταβούμε από
έναν εντεινόμενο σε ένα μειούμενο πληθωρισμό δηλαδή όταν η
μεταβολή του ρυθμού μεταβολής [i.e Δ(Inf(t) – Inf(t-12)
)] περάσει από θετικό σε αρνητικό πρόσημο (ή αλλιώς όταν η δεύτερη παράγωγος αλλάξει πρόσημο).
Συνεπώς η υποχώρηση της β’ παραγώγου του τιμάριθμου θα
αποτελέσει την πρώτη ίσως ένδειξη κορύφωσης των πληθωριστικών
πιέσεων.
2.β.Δείκτης Πληθωριστικών Προσδοκιών / Composite Inflation Expectations Index
Ταυτόχρονα προχωράμε και στην εκτίμηση ενός Δείκτη Πληθωριστικών Προσδοκιών (CIEI, Composite Inflation Expectations Index) (βλ. Παράρτημα Α).
Από τις έρευνες οικονομικής συγκυρίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
(Business & Consumer Surveys) – από τις οποίες κατασκευάζεται και ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) - απομονώνουμε τις ερωτήσεις εκείνες που αφορούν τις προβλέψεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων
στην Ελλάδα για την πορεία του πληθωρισμού.
Στο επόμενο στάδιο τις συνθέτουμε σε ένα νέο δείκτη, ο οποίος συνοψίζει τις πληθωριστικές προσδοκίες του συνόλου σχεδόν των συμμετεχόντων στην παραγωγική διαδικασία (βλ. Διάγραμμα 5).
Ο δείκτης αυτός όχι μόνο ακολουθεί την πορεία του πληθωρισμού
αλλά έχει και υψηλή συσχέτιση με την πορεία του πληθωρισμού για
τους επόμενους 5 μήνες.
3. Εκτίμηση της επίπτωσης του πληθωρισμού στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών ανά εισοδηματικό κλιμάκιο
Ο δείκτης του πληθωρισμού, όπως συνήθως εκτιμάται από τις αρμόδιες στατιστικές αρχές έχει ως στόχο να αποτυπώσει έγκαιρα και με
ακρίβεια τη μεταβολή του κόστους σε ένα καλάθι αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνει ένα μέσο νοικοκυριό σε κάθε οικονομία. Ωστόσο,
όπως πολύ εύκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό, νοικοκυριά με διαφορετικά επίπεδα εισοδήματος εμφανίζουν ουσιαστικές διαφορές στο
καταναλωτικό τους πρότυπο και κατ’ επέκταση βιώνουν διαφορετικά επίπεδα πληθωρισμού. Καθώς δε τα λιγότερο εύπορα νοικοκυριά
δαπανούν ένα σημαντικό ποσοστό του εισοδήματος του σε είδη διατροφής και δαπάνες διαμονής, οι διαφορές του πληθωρισμού ανά
εισοδηματικό κλιμάκιο δύναται να είναι αξιοσημείωτες στην τρέχουσα συγκυρία.
Το πρώτο βήμα για να εκτιμήσουμε τις πληθωριστικές πιέσεις ανά εισοδηματικό κλιμάκιο είναι να χρησιμοποιήσουμε τα στοιχεία για τα
εισοδήματα αλλά και τις δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών όπως αυτές καταγράφονται στις Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ)
της ΕΛΣΤΑΤ.
“Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών – ΕΟΠ (Household Budget Survey) είναι μία στατιστική έρευνα με την οποία συγκεντρώνονται πληροφορίες από αντιπροσωπευτικό δείγμα νοικοκυριών για τη σύνθεσή τους, την απασχόληση των μελών τους, τις συνθήκες στέγασης και, κυρίως, για τις δαπάνες διαβίωσής τους, καθώς και για τα εισοδήματά τους.
Οι πληροφορίες για τις δαπάνες που συγκεντρώνονται από τα
νοικοκυριά είναι πολύ αναλυτικές. Βασικός στόχος της έρευνας είναι η αναθεώρηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που καταρτίζεται από την
ΕΛΣΤΑΤ.
3 (α) Χαρακτηριστικά Νοικοκυριών σύμφωνα με την ΕΟΠ 2020
Χρησιμοποιώντας τα στοιχεία των ΕΟΠ 2020, στο Διάγραμμα 6,
παραθέτουμε την κατανομή των περίπου 4 εκατ. Ελληνικών νοικοκυριών
ανάλογα με την οικογενειακή εισοδηματική τους κατάσταση.
Στα Διαγράμματα 7, 8 και 9 παραθέτουμε αντίστοιχα ποσοστά δαπάνης
των νοικοκυριών σε ενέργεια, διατροφή και λοιπά αγαθά και υπηρεσίες
ανά εισοδηματικό κλιμάκιο.
Από τα διαγράμματα αυτά βλέπουμε ότι νοικοκυριά με μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα €751-€1100 δαπανούν το 27,1% και 13,6% του εισοδήματός τους για διατροφή και ενέργεια αντίστοιχα.
Στον αντίποδα, νοικοκυριά με εισοδήματα άνω των €3500 δαπανούν μόνο το 18,7% και 10,5% του εισοδήματος τους στις ίδιες κατηγορίες αγαθών.
Ως εκ τούτου το ποσοστό δαπάνης των «φτωχών» νοικοκυριών για όλα τα υπόλοιπα αγαθά και υπηρεσίες ανέρχεται στο 59%-63% ενώ των εύπορων στο 70,8%.
Αυτές ακριβώς οι αποκλίσεις καταναλωτικών προτύπων είναι η αιτία των διαφορετικών επιπέδων πληθωρισμού που βιώνουν νοικοκυριά με διαφορετικά εισοδήματα – ιδιαίτερα σε μια περίοδο που ο πληθωρισμός
οφείλεται εν πολλοίς στην ενέργεια και στις τιμές αγροτικών προϊόντων.
3. Υπο-δείκτες Πληθωρισμού βάση ΕΟΠ -2020 ανά εισοδηματικό κλιμάκιο
Χρησιμοποιώντας λοιπόν την ανάλυση δαπανών και εισοδημάτων από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ, 2020) σε συνδυασμό
με τις τιμές αγαθών και υπηρεσιών από το μηνιαίο Δελτίο Τιμών της ΕΛΣΤΑΤ, εκτιμούμε αρχικά 3 υποδείκτες πληθωρισμού (βλ. Παράρτημα Β):
(i) ενέργειας, (ii) διατροφής και (iii) λοιπών αγαθών και υπηρεσιών ανά εισοδηματικό κλιμάκιο.
Από τους δείκτες αυτούς προκύπτει ότι εξαιτίας της διαφορετικής βαρύτητας των 3 αυτών κατηγοριών στις δαπάνες κάθε νοικοκυριού προκύπτει διαφορετικός πληθωρισμός, με ακριβώς τις ίδιες τιμές των αγαθών και υπηρεσιών.
Έτσι στα πολύ φτωχά εισοδήματα τα αγαθά και οι υπηρεσίες ενέργειας πληθωρίζονται κατά 55,5% σε ετήσια βάση ενώ στα πολύ εύπορα κατά 48,2% . Αντίθετα, τα λοιπά αγαθά και υπηρεσίες στα φτωχά νοικοκυριά αυξάνονται κατά 1,4% και στα εύπορα κατά 2,1% (βλ. σελίδα 16: Διάγραμμα 10).
Οι διαφορές αυτές γίνονται περισσότερο κατανοητές όταν συνθέσουμε αυτούς τους δείκτες σε ένα συνολικό και σε δομικό πληθωρισμό ανά
εισοδηματικό κλιμάκιο.
Από το διάγραμμα 11 της σελίδας 17 προκύπτει ότι στην παρούσα συγκυρία ήδη από τον Μάρτιο του 2022, ο πληθωρισμός για τα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα έως €750 είχε ήδη φτάσει τα επίπεδα του 10,6%, στα νοικοκυριά με εισόδημα €751 - €1100 στο 11,1% ενώ σε πιο εύπορα νοικοκυριά με εισοδήματα €2800 - €3500 περιορίζεται στο 9,5% και σε νοικοκυριά με εισόδημα άνω των €3500 στο 8,5%.
Από τα Διαγράμματα αυτά βλέπουμε ότι στην τρέχουσα συγκυρία νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα βιώνουν υψηλότερα επίπεδα
πληθωρισμού, τα οποία φθίνουν όσο ανερχόμαστε στην εισοδηματική κλίμακα.
Διάγραμμα 10: Υπο-δείκτες πληθωρισμού Ενέργειας, Τροφίμων και Λοιπών αγαθών & υπηρεσιών (ετήσια % μεταβολή)
Διάγραμμα 11: Δείκτες Συνολικού και Δομικού πληθωρισμού ανά εισοδηματικό κλιμάκιο (συμβολή, %)
3. Μεταβολή αγοραστικής δύναμης ανά εισοδηματικό κλιμάκιο
Τέλος χρησιμοποιούμε τη μεθοδολογία των Ebelstein και Killian (2009) (βλ. Παράρτημα Γ) προκειμένου να υπολογίσουμε την απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών εξαιτίας της αύξησης των τιμών ενέργειας και διατροφής.
Με απλά λόγια επιχειρούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα: υπό την προϋπόθεση ότι τα νοικοκυριά επιθυμούν να καταναλώνουν τα ίδια επίπεδα υπηρεσιών ενέργειας και ειδών διατροφής τότε πόσο μειώνεται το ποσοστό εισοδήματός τους που είναι διαθέσιμο για την αγορά όλων των υπολοίπων αγαθών και υπηρεσιών. (βλ. σελίδα 19: Διάγραμμα 12).
Τα συμπεράσματα της μεθοδολογίας των Ebelstein & Killian αποτελούν φυσικά αντικατοπτρισμό των παραπάνω ευρημάτων μας αναφορικά με
τους υψηλότερους ρυθμούς πληθωρισμού των “φτωχών” έναντι των ευπορών νοικοκυριών.
Με απλά λόγια η αύξηση των τιμών ενέργειας και τροφίμων περιορίζει κατά 8,2% το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε όλες τις λοιπές καταναλωτικές τους ανάγκες στο κάτω άκρο της κατανομής των εισοδημάτων αλλά μόνο 5,7% στο άνω άκρο των πιο ευπορών νοικοκυριών.
Διάγραμμα 12: Μεταβολή Αγοραστικής Δύναμης λόγω διακυμάνσεων στις τιμές ενέργειας και διατροφής ανά εισοδηματικό κλιμάκιο (κάτω από την υπόθεση της μη – αλλαγής του καταναλωτικού πρότυπου)
4. Εκτίμηση της επίπτωσης του πληθωρισμού στα περιθώρια κέρδους των βασικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας (α)
Τέλος, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, είναι να καταλάβουμε ποιοι είναι οι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας των οποίων τα περιθώρια κέρδους θα
επηρεαστούν περισσότερο από τις τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις και κατά πόσο.
Δεδομένου ότι - όπως έχουμε αναλύσει ήδη - ο τρέχων πληθωρισμός είναι εξωγενής, αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι όλοι οι κλάδοι και οι επιχειρήσεις
στην Ελλάδα θα επηρεαστούν αρνητικά.
Ωστόσο, η ιστορική εμπειρία μάς οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα.
Η τελευταία περίοδος στην προ κρίσης Ελλάδα, δηλαδή προ του 2010, κατά την οποία καταγράφηκε απότομα αύξηση των διεθνών τιμών ενέργειας ήταν το 2008, όταν η τιμή του πετρελαίου κορυφώθηκε στα μέσα του έτους στα 147 δολάρια το βαρέλι από 51 δολάρια στις αρχές του 2007.
Προκειμένου λοιπόν να προσεγγίσουμε την επίδραση αυτής της εξωγενούς αύξησης των τιμών ενέργειας στην κερδοφορία των ελληνικών
επιχειρήσεων συγκρίνουμε το λειτουργικό περιθώριο κέρδους των βασικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας το 2008 σε σχέση με το μέσο όρο του
λειτουργικού κέρδους των ίδιων κλάδων την προηγούμενη τριετία 2005-2007.
Χρησιμοποιούμε το μέσο όρο τριετίας προκειμένου να αποφύγουμε την επίδραση τυχαίων παραγόντων που μπορεί να επηρεάσουν την κερδοφορία του εκάστοτε κλάδου μια συγκεκριμένη χρονιά. (Διάγραμμα 13).
4. Εκτίμηση της επίπτωσης του πληθωρισμού στα περιθώρια κέρδους των βασικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας (β)
Τα αποτελέσματα που παραθέτουμε στο Διάγραμμα 13 καταδεικνύουν ότι, ενώ συνολικά η κερδοφορία παρουσίασε οριακή πτώση κατά 0,7%,
υπήρξε ένας σημαντικός αριθμός κλάδων και μάλιστα πολύ ενεργοβόρων (βλ. Διάγραμμα 14), όπως η διύλιση πετρελαίου και οι αερομεταφορές, οι
οποίοι ευνοήθηκαν από την αύξηση των τιμών ενέργειας. Οι κλάδοι αυτοί κατά γενική ομολογία ήταν σε θέση να υπερασπιστούν τα περιθώρια
κέρδους τους «μετακυλίοντας» τις αυξήσεις στο αγοραστικό κοινό τους. Ταυτόχρονα, υπήρξαν κλάδοι, όπως το real estate, οι διοικητικές και
υποστηρικτικές υπηρεσίες και η εστίαση, οι οποίοι ευνοήθηκαν από το γενικότερο πληθωριστικό περιβάλλον που δημιουργήθηκε στην ευρύτερη
οικονομία.
Στον αντίποδα υπήρξαν φυσικά και κλάδοι, όπως, η παραγωγή ηλεκτρισμού, οι κατασκευές, οι μεταφορές εκτός των αερομεταφορών,
η μεταλλουργία και η φαρμακοβιομηχανία, οι οποίοι αδυνατούσαν να μετακυλήσουν τις αυξήσεις των τιμών στους πελάτες τους και στους
τελικούς καταναλωτές, με αποτέλεσμα να καταγράψουν μείωση της κερδοφορίας τους έως και διψήφιο ποσοστό.
Τέλος, ο κλάδος της ενέργειας χρήζει ειδικής μνείας. Οι συνθήκες που επικρατούν τόσο θεσμικά όσο και επιχειρηματικά, έχουν διαφοροποιηθεί
σημαντικά σε σχέση με την περίοδο 2005-2008. Το φυσικό αέριο έχει πλέον υψηλότερη διείσδυση στο ενεργειακό μίγμα έναντι του λιγνίτη, ως
καύσιμο «γέφυρα» για την πράσινη ενεργειακή μετάβαση και ο βαθμός ενεργειακής εξάρτησης της χώρας από το εξωτερικό έχει αυξηθεί. Πλέον η
εγχώρια τιμολόγηση του φυσικού αερίου βασίζεται λιγότερο στη διακύμανση της τιμής του πετρελαίου σε σχέση με το παρελθόν και περισσότερο από του TTF (Title Transfer Facility), που έχει αυξηθεί σημαντικά.
Ταυτόχρονα, η γεωπολιτική κρίση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας επιβαρύνει την ενεργειακή κρίση.
Ο αριθμός των επιχειρήσεων έχει μεν αυξηθεί, αλλά έχει διαφοροποιηθεί ο τρόπος διαμόρφωσης της χονδρικής τιμής ηλεκτρικής
ενέργειας σύμφωνα με το ισχύον Target Model, αλλά και ο τρόπος τιμολόγησης της λιανικής τιμής με την ενεργοποίηση της ρήτρας
αναπροσαρμογής, βάσει της οποίας μετακυλίεται το αυξημένο κόστος από την παραγωγή στους καταναλωτές.
Όλα τα παραπάνω εντείνουν την αβεβαιότητα για την κατεύθυνση της πληθωριστικής επίπτωσης στο περιθώριο κέρδους του κλάδου, το οποίο ενδεχομένως να μην επηρεαστεί στον ίδιο βαθμό όπως στο παρελθόν.
Διάγραμμα 13: Μεταβολή λειτουργικού περιθωρίου κέρδους ανά κλάδο (2008 έναντι μέσου όρου 2005-2007)
Διάγραμμα 14: Ένταση ενέργειας ανά κλάδο, μέσος όρος 2014-2019 (σε εκατ. joules ανά ευρώ)
Παράρτημα Α: Μεθοδολογία I. Δείκτης Πληθωριστικών Προσδοκιών/Composite Inflation Expectations Index (CIEI)
Οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό διαδραματίζουν εξέχοντα ρόλο στην εξήγηση της τρέχουσας και μελλοντικής εξέλιξης των τιμών, καθώς είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που μπορεί να προκαλέσει σημαντικές δευτερογενείς επιπτώσεις ευνοώντας έτσι τα επίμονα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού με πιθανώς αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα.
Εκτιμάμε τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό εφαρμόζοντας ανάλυση κύριων συνιστωσών (principal component analysis, PCA) σε πέντε οικονομικούς δείκτες που παρέχονται στις Έρευνες Οικονομικής Συγκυρίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Business and Consumer Surveys, DG ECFIN).
Η συγκεκριμένη έρευνα παρέχει μηνιαίους δείκτες ποσοστού ή ισοζυγίου που προέρχονται από απαντήσεις σχετικά με τις εκτιμήσεις και τις προσδοκίες για την οικονομική δραστηριότητα σε διαφορετικούς τομείς της οικονομίας.
Ειδικότερα, εστιάζουμε στους δείκτες ισοζυγίου που απεικονίζουν:
1. Τις πληθωριστικές προσδοκίες των καταναλωτών τους επόμενους 12 μήνες.
2. Τις προσδοκίες για τις τιμές πώλησης τους επόμενους τρείς μήνες για τους τομείς της μεταποίησης, υπηρεσιών, λιανικού εμπορίου και κατασκευών.
Για τους επιχειρηματικούς τομείς η μορφή των ερωτήσεων είναι η παρακάτω:
Ποια αναμένετε να είναι η τάση των τιμών πώλησης τους επόμενους τρείς μήνες, εξαιρουμένων των εποχικών μεταβολών:
1. Να αυξηθούν
2. Να παραμείνουν οι ίδιες
3. Να μειωθούν
Στην Έρευνα Καταναλωτή η σχετική ερώτηση διαμορφώνεται ως εξής:
Πώς αναμένεται να αλλάξουν οι τιμές καταναλωτή τους επόμενους 12 μήνες συγκριτικά με τους προηγούμενους 12 μήνες:
1. Να αυξηθούν με μεγαλύτερο ρυθμό
2. Να αυξηθούν με τον ίδιο ρυθμό
3. Να αυξηθούν με μικρότερο ρυθμό
4. Να παραμείνουν οι ίδιες
5. Να μειωθούν