Καθόλου ασφαλείς δεν νιώθουν στα μέσα μεταφοράς οι γυναίκες και σε σχετική έρευνα δηλώνουν ότι αν κάποιος τις παρενοχλούσε λεκτικά ή ακόμη και σωματικά κανένας επιβάτης δεν θα επενέβαινε να τις βοηθήσει. Μάλιστα, όπως ανέδειξε έρευνα που δημοσιεύει το Reuters, το Παρίσι είναι μια από τις χειρότερες πόλεις παγκοσμίως στο συγκεκριμένο θέμα.
Η έρευνα, θέμα της οποίας είναι το σύστημα μεταφορών για τις γυναίκες, διενεργήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 6.300 γυναικών από 15 διαφορετικές χώρες, οι οποίες κλήθηκαν να απαντήσουν πόσο σίγουρες νιώθουν ότι άλλοι συμπολίτες τους θα έσπευδαν να τις βοηθήσουν. Το Παρίσι κατατάσσεται ανάμεσα στις 15 χειρότερες πρωτεύουσες παγκοσμίως στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Σύμφωνα με την έρευνα, η οποία δημοσιοποιήθηκε την Τετάρτη, 9 στις 10 γυναίκες στη Σεούλ της Νότιας Κορέας θεωρούν πως είναι απίθανο κάποιος συμπολίτης τους να τους βοηθήσει σε περίπτωση που βρεθούν σε κίνδυνο. Το Τόκιο καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση, ενώ ακολουθεί το Παρίσι στην τρίτη θέση.
Αντίθετα, σχεδόν 5 στις 10 γυναίκες στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής και στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ δήλωσαν βέβαιες ότι κάποιος συνάνθρωπός τους θα τις βοηθούσε εάν το απαιτούσαν οι καταστάσεις.
Η έρευνα διεξήχθη διαδικτυακά από την εταιρεία δημοσκοπήσεων YouGov. Τα αποτελέσματα δημοσιοποιήθηκαν εν μέσω συζητήσεων σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους τα μέσα μαζικής μεταφοράς θα μπορούσαν να καταστούν ασφαλέστερα για τις γυναίκες, μετά από αναφορές σχετικά με την άνοδο των περιστατικών παρενόχλησης.
Συνολικά, το 65% των γυναικών που ερωτήθηκαν δεν εξέφρασαν σιγουριά ότι συνάνθρωποί τους θα τις βοηθούσαν εάν έπεφταν θύματα παρενόχλησης, ενώ μόλις το 28% δήλωσε το αντίθετο.
"Η απραξία των παριστάμενων αποτελεί τεράστιο πρόβλημα. Είναι μεγάλος ο αριθμός των γυναικών που αναφέρουν ότι έχουν παρενοχληθεί ή ακόμα και δεχτεί επίθεση σε κάποιο μέσο μαζικής μεταφοράς και οι άλλοι επιβάτες απλά γύρισαν το βλέμμα τους αλλού", δήλωσε από το Λονδίνο η Λόρα Μπείτς, ιδρύτρια της οργάνωσης Everyday Sexism Project. "Το πρόβλημα ομαλοποιείται με το να φαίνεται κοινωνικά αποδεκτό, δίνει στα θύματα την αίσθηση ότι δεν μπορούν να μιλήσουν και στέλνει το μήνυμα ότι οι αυτουργοί μπορούν να δρουν χωρίς να τιμωρούνται", είπε.