Η Γερμανία δε χρειάζεται ένα σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας της και το ίδιο το σχέδιο θα μπορούσε να αποδειχθεί αντιπαραγωγικό, έκρινε σήμερα ο Γενς Βάιντμαν, ο πρόεδρος της Bundesbank, για τον οποίο η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία πρέπει απλά να κατανείμει καλύτερα τις δαπάνες της.
“Η Γερμανία δεν έχει ανάγκη μια πολιτική τόνωσης”, είπε ο κεντρικός τραπεζίτης σε μια σύνοδο χρηματοοικονομικού ενδιαφέροντος στη Ρίγα, την πρωτεύουσα της Λετονίας.
Αυτήν την εβδομάδα η γερμανική κυβέρνηση αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη του ΑΕΠ της χώρας το τρέχον έτος και το επόμενο, σημειώνοντας μια επιβράδυνση που συνδέεται με την γενικότερη οικονομική δυναμική, εν μέσω της συνεχιζόμενης κρίσης στην Ουκρανία και την παρατεινόμενη αδυναμία της οικονομίας της Ευρωζώνης. Το γεγονός αυτό ενίσχυσε τα επιχειρήματα όσων προτείνουν αλλαγή της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζει η γερμανική κυβέρνηση, η οποία καλείται ιδίως από εταίρους της στην Ευρωζώνη να κάνει περισσότερα για να τονωθεί η ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρώπης.
Ωστόσο, οι αναπροσαρμοσμένες προβλέψεις περί ανάπτυξης 1,2% φέτος και 1,3% το 2015 δείχνουν “ακόμη ανάπτυξη, πράγμα που συνάδει με την δυναμική” της γερμανικής οικονομίας, σύμφωνα με τον Βάιντμαν. “Αντίθετα, εν όψει των δημογραφικών προκλήσεων με τις οποίες βρισκόμαστε αντιμέτωποι, εάν λαμβάναμε δυσβάστακτα μέτρα τόνωσης της ανάκαμψης, τα ίδια τα μέτρα θα μπορούσαν να έχουν αντιπαραγωγικό αποτέλεσμα, αποσαθρώνοντας την εμπιστοσύνη” στη γερμανική οικονομία, συνέχισε.
“Το να ακολουθείται μια πολιτική δημοσιονομικής εξισορρόπησης είναι απόλυτα λογικό για τη χώρα”, η οποία έχει μεγάλο χρέος και γήρανση πληθυσμού, επιχειρηματολόγησε ο Βάιντμαν.
Ο κεντρικός τραπεζίτης της Γερμανίας αναγνώρισε πάντως πως οι δημόσιες επενδύσεις έχουν έναν ρόλο να διαδραματίσουν σε ό,τι αφορά την αύξηση της αναπτυξιακής δυναμικής της Γερμανίας.
Το πρακτορείο Reuters επισημαίνει ότι οι τοποθετήσεις του Βάιντμαν και άλλων στελεχών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αποκαλύπτουν βαθείς διχασμούς εντός του θεσμού. Η τοποθέτηση του Βάιντμαν μοιάζει να αποτελεί απάντηση στην παρότρυνση του προέδρου της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, προς το Βερολίνο να ανεβάσει το επίπεδο των δημοσίων δαπανών της για να συμβάλει να ανακάμψει η Ευρωζώνη.
Νωρίτερα ο Μπενουά Κερέ, επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας και εκ των διαμορφωτών πολιτικής της ΕΚΤ, επεσήμανε πως οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο αποπληθωρισμού με τη “δημοσιονομική πολιτική τους, όταν διαθέτουν αναμφίβολη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους” — ουσιαστικά παροτρύνοντας και αυτός το Βερολίνο να επενδύσει.
Αλλά ο Βάιντμαν απέκρουσε για άλλη μια φορά την άποψη ότι εάν η Γερμανία επένδυε περισσότερο, αυτό θα βοηθούσε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, ενώ επέκρινε επίσης τα σχέδια αγοράς εγγυημένων τιτλοποιημένων αξιόγραφων από την ΕΚΤ. “Η τόνωση στις χώρες της περιφέρειας από μια αύξηση των γερμανικών δημοσίων επενδύσεων θα είναι πιθανόν αμελητέα”, δήλωσε, απηχώντας θέσεις που εξέφρασαν πρόσφατα η Άνγκελα Μέρκελ, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Όσο για τις αγορές τιτλοποιημένων και εγγυημένων αξιόγραφων, ο Βάιντμαν είπε πως είναι “προβληματικές” όταν “αφήνουν να εννοηθεί μια μεταφορά κινδύνων από τις τράπεζες στον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας” της Ευρώπης. “Εν τέλει αυτό θα αντιστοιχούσε σε μια μεταφορά κινδύνου από τις τράπεζες στον φορολογούμενο”, πρόσθεσε.
Στη Βιέννη, ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας, Έβαλντ Νοβότνι, απέρριψε τις ανησυχίες του Βερολίνου για την αγορά καλυμμένων τίτλων (ABS) κάνοντας λόγο για “ανοησίες”:
“Αυτή η συζήτηση περί του ότι η ΕΚΤ μετατρέπεται σε ‘κακή τράπεζα’ ξεβράζεται από τη Γερμανία σε εμάς εδώ. Ας το πούμε απλά, αυτό είναι μια ανοησία διότι αν δούμε τον ισολογισμό της ΕΚΤ, το πιθανό ποσοστό των ABS είναι τόσο μικρό που κανείς δεν μπορεί να τη συγκρίνει με μια ‘κακή τράπεζα’”.