Οι άνθρωποι που πεθαίνουν ενώ πενθούν την απώλεια ενός αγαπημένου τους προσώπου , λέγεται ότι «έφυγαν» επειδή ράγισε η καρδιά τους. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η παλαιά παροιμία μπορεί πραγματικά να αποδειχθεί αλήθεια - γιατί η θλίψη και η απώλεια μπορεί να προκαλέσουν θανατηφόρα ζημιά στο ανοσοποιητικό σας σύστημα.
Μια μελέτη διαπίστωσε ότι ο θάνατος ενός συζύγου, ενός στενού φίλου ή ενός συγγενή, μπορεί να έχει δυνητικά καταστροφικές συνέπειες για την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά τις λοιμώξεις. Τα ευρήματα αυτά θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί μια χήρα ή ένας χήρος πεθαίνει μερικές φορές λίγο μετά τον θάνατο του/της συζύγου τους, παρά το ότι είναι υγιής.
Μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Birmingham μελέτησε την επίδραση του πένθους σε μια ομάδα αιμοσφαιρίων που ονομάζονται ουδετερόφιλα. Αυτά παίζουν βασικό ρόλο στην καταπολέμηση βακτηριακών λοιμώξεων, όπως η πνευμονία. Πήραν δείγματα αίματος από πρόσφατα πενθούντες άνδρες και γυναίκες και βρήκαν ότι τα ουδετερόφιλα των νέων σε ηλικία ανθρώπων που θρηνούν παρέμειναν ανεπηρέαστα. Ωστόσο, τα ουδετερόφιλα των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών, δεν ήταν πλέον σε θέση να καταπολεμήσουν τα βακτήρια. Πέρα όμως από την θλίψη, οι πενθούντες ηλικιωμένοι συχνά βρίσκονται ξαφνικά μόνοι τους, και είναι γνωστό ότι η μοναξιά αυξάνει τον κίνδυνο για προβλήματα ψυχικής και σωματικής υγείας και είναι τόσο επικίνδυνη όσο το μέτριο κάπνισμα και η παχυσαρκία.
Περιγράφοντας την πνευμονία ως «έναν από τους μεγαλύτερους δολοφόνους των ηλικιωμένων», η ερευνήτρια Δρ. Άννα Φίλιπς είπε ότι τα βακτήρια που προκαλούν την ασθένεια είναι «παντού» και θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο, όταν τα ουδετερόφιλα των ασθενών δεν λειτουργούν σωστά. Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Immunity and Ageing, διαπίστωσε επίσης ότι η θλίψη μπορεί να δυσκολέψει το ανοσοποιητικό σύστημα στην καταπολέμηση και άλλων ασθενειών,όπως ο καρκίνος. Αυτό πιστεύεται ότι οφείλεται στην έλλειψη μιας ορμόνης που ονομάζεται DHEAS, η οποία κανονικά βοηθά το ανοσοποιητικό μας σύστημανα παραμείνει ισχυρό. Ωστόσο, τα επίπεδα της ορμόνης αυτής «πέφτουν»καθώς γερνάμε και όταν βιώνουμε μια περίοδο έντονου στρες.