«Στα πόδια μου και λιγότερο στα χέρια μου, μύες δεν υπήρχαν. Ήτανε μόνο το δέρμα και το κόκκαλο»
Τη συγκλονιστική περιπέτεια που έζησε από τη στιγμή που διαγνώστηκε με κορονοϊό και μετέπειτα περιέγραψε ο Γιώργος Λεβέντης από τη Ρόδο, ο οποίος αρχικά διασωληνώθηκε στο νοσοκομείο του νησιού, ενώ στη συνέχεια συνέχισε τη μάχη για τη ζωή του στο νοσοκομείο «Σωτηρία».
Μιλώντας στο rodiaki.gr για τον Γολγοθά που ακόμα ανεβαίνει, ο κ. Λεβέντης συγκλονίζει λέγοντας ότι οι γιατροί του έλεγαν ότι είναι θαύμα το γεγονός ότι κατάφερε να βγει ζωντανός. «Τελευταία, πριν βγω από το νοσοκομείο “Σωτηρία”, όταν ήρθε η νευρολόγος να με δει, αφού διάβασε το ιστορικό μου, μου λέει “πρέπει να είσαι καλός άνθρωπος και γι’ αυτό ο Θεός σ’ έστειλε πίσω. Μ’ όλα αυτά που διαβάζω στον φάκελό σου, άνθρωπος δεν τη βγάζει καθαρή” λέει χαρακτηριστικά. «Πολλοί γιατροί μου το είπανε: “Πώς βγήκες ζωντανός από εκεί μέσα! Άρα, υπάρχει Θεός!”» προσθέτει.
Κορονοϊός: «Στην κατάσταση διασωλήνωσης έφτιαχνα ιστορίες στο μυαλό μου, ζούσα στον δικό μου κόσμο, σε μία παράλληλη, φανταστική ζωή»
Σε ερώτηση για το τι θυμάται από την περιπέτειά του με τον κορονοϊό, ο κ. Λεβέντης εξηγεί ότι «από την ώρα που μπήκα στο νοσοκομείο της Ρόδου και μετά, δεν θυμάμαι τίποτα. Ξεκίνησα από το σπίτι μου Κυριακή πρωί, Μάρτιο μήνα, με το αυτοκίνητό μου για το νοσοκομείο της Ρόδου ενώ ήδη είχα συμπτώματα επί δύο μέρες τα οποία αντιμετώπιζα στο σπίτι. […] Πήγα στο νοσοκομείο γιατί το οξυγόνο μου έπεφτε κάτω από αυτό που μου είχαν πει να προσέχω. Από εκεί και πέρα δεν θυμάμαι τίποτα. Στην κατάσταση διασωλήνωσης που βρισκόμουν έφτιαχνα ιστορίες στο μυαλό μου, ζούσα στον δικό μου κόσμο, σε μία παράλληλη, φανταστική ζωή».
«Όταν βγήκα από την εντατική ήμουν 32 κιλά λιγότερα»
«Κάποια στιγμή με ξύπνησαν κι αυτό που ήθελα ήταν να φύγω να πάω στο σπίτι μου, γρήγορα. Δεν ήμουν έτοιμος να με επαναφέρουν, δεν ανταποκρινόμουν όσο θέλανε, αλλά είχα και νεύρα και ήθελα να φύγω. Ήταν τα ισχυρά φάρμακα. Όταν βγήκα από την εντατική ήμουν 32 κιλά λιγότερα. Μπήκα 96 κιλά, βγήκα 68 και τώρα πρέπει να είμαι γύρω στα 80» συγκλονίζει.
«Οι γιατροί δεν το πίστευαν ότι με όλα αυτά που τράβηξε ο οργανισμός μου μπορούσα να βγω ζωντανός. Εκεί μέσα έπαθα πνευμονικό οίδημα, εσωτερική αιμορραγία και μου έβαλαν πέντε φιάλες αίμα ενώ πήρα και τρεις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Όλα αυτά μαζεμένα με έκαναν ένα πολύ βαρύ περιστατικό. Ενάμιση μήνα διασωληνωμένος και άλλες δεκατέσσερις μέρες στο νοσοκομείο μετά. Μόλις αποσωληνώθηκα ερχόταν η γιατρός με ρώταγε: «τι μήνα έχουμε, τι μέρα έχουμε…». Μου έλεγε έχουμε, Μάιο! Λέω, από πού κι ως πού Μάιο, αφού ήταν Μάρτιος. Κι ακόμη μπορώ να πω ότι δεν έχω συνέλθει να καταλάβω τι έγινε» αναφέρει.
«Στα πόδια μου και λιγότερο στα χέρια μου, μύες δεν υπήρχαν. Ήτανε μόνο το δέρμα και το κόκκαλο»
Αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετώπισε από τη στιγμή που βγήκε από το νοσοκομείο, ο Γιώργος Λεβέντης λέει: «Όταν βγήκα από την εντατική, στα πόδια μου και λιγότερο στα χέρια μου, μύες δεν υπήρχαν. Ήτανε μόνο το δέρμα και το κόκκαλο. Όταν σήκωνα το χέρι μου το δέρμα κρεμότανε σαν να ήμουν 100 χρονών. Όταν πια συνήλθα και είδα τον εαυτό μου είπα: “δεν είναι δυνατόν, δεν πρόκειται να σηκωθώ όρθιος”. Δεν κουνούσα πόδια καθόλου. Πήγα στο Κέντρο Αποκατάστασης “Θησέας” που είναι στη Συγγρού, για ενάμιση μήνα. Είχα έντονα κινητικά προβλήματα, όπως και συνεχίζω να έχω. Δεν μπορούσα να κινήσω τις πατούσες μου. Δεν γνωρίζω πόσο θα επανέλθω. Ακόμη έχω πρόβλημα στις πατούσες, στο περπάτημα. Ο μυς έχει ατροφήσει. Οι γιατροί λένε θέλει χρόνο».
Όπως λέει ο κ. Λεβέντης δεν γνωρίζει γιατί πέρασε τόσο βαριά τη νόσο ενώ δεν είχε προβλήματα υγείας, τονίζει ότι φορούσε πάντα μάσκα και προτρέπει τον κόσμο να εμβολιαστεί γιατί «ίσως δεν είναι η σωτηρία μας, αλλά προς το παρόν το εμβόλιο είναι το μόνο που βοηθάει».
Τέλος, σε ερώτηση για το τι είναι αυτό που έχει σημασία στη ζωή, ο Γιώργος Λεβέντης απαντά: «η υγεία μας. Και οι καλοί φίλοι, τίποτα άλλο. […] Μια δουλίτσα θέλει, ένα οκταωράκι και να ζήσουμε αυτή την όμορφη ζωή γιατί δεν θα ξανάρθει η ζωή μας. Και με λίγα μπορείς να ζήσεις και με πολλά. Αυτά τα λίγα να είσαι καλά να τα φας εσύ, να τα ευχαριστηθείς και τίποτα άλλο. […] Τώρα δεν σκάω για τίποτα. Η ζωή μου έδωσε μία ακόμα ευκαιρία και πρέπει να το καταλάβω» συγκλονίζει.