Για συνεχείς παλινωδίες του υπουργού Παιδείας αναφορικά με το θέμα των αιώνιων φοιτητών κάνει λόγο ο βουλευτής και συντονιστής της Επιτροπής Ελέγχου του Κυβερνητικού Έργου Παιδείας και Θρησκευμάτων του ΣΥΡΙΖΑ, Τάσος Κουράκης, με αφορμή, όπως υποστηρίζει, τους αντιφατικούς χειρισμούς του όλου θέματος.
Συγκεκριμένα, ο κ. Κουράκης δήλωσε ότι “οι συνεχείς παλινωδίες του Υπουργού Παιδείας, κ. Ανδρέα Λοβέρδου, αναφορικά με τους «αιώνιους» φοιτητές πραγματικά δεν έχουν τέλος, κρατώντας μέσα στο καλοκαίρι εγκλωβισμένους τους όλους εκείνους τους φοιτητές που, αν και έχουν καθυστερήσει στις σπουδές τους, επιθυμούν ωστόσο να πάρουν το πτυχίο τους”.
Σύμφωνα με τον κ. Κουράκη, η αντιφατικότητα του υπουργού Παιδείας διαπιστώνεται τόσο από γραπτή του απάντηση στη Βουλή κατά την οποία υποστήριξε ότι “τα ιδρύματα, τα οποία έχουν την αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διαγραφή ή μη των φοιτητών, μπορούν στον οργανισμό τους να θεσπίσουν ειδικά κριτήρια για τις περιπτώσεις που θεωρούν ότι χρήζουν ιδιαίτερης μέριμνας”, όσο και από τη συνάντηση που είχε με τα τριμελή συμβούλια των Πρυτάνεων των Πανεπιστημίων και των Προέδρων των ΤΕΙ, στην οποία είχε συμφωνήσει πως οι διοικήσεις των Ιδρυμάτων είναι εκείνες που θα αποφασίσουν πως θα αντιμετωπιστούν οι χρονίζοντες φοιτητές, στο βαθμό που τα δύο τελευταία χρόνια κατέβαλλαν προσπάθειες για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και να πάρουν το πτυχίο τους.
Ωστόσο, με Δελτίο Τύπου στις 10 Αυγούστου ο υπουργός Παιδείας άλλαξε γνώμη, καθώς έριξε την ευθύνη στα ίδια τα Ιδρύματα που δεν έχουν ολοκληρώσει τη σύνταξη των οργανισμών τους και “αποφάσισε να δείξει ο ίδιος την πόρτα στους «αιώνιους» φοιτητές με κατεπείγουσες μάλιστα διαδικασίες, από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, διαβεβαιώνοντας τους πάντες πως ο νόμος θα εφαρμοστεί”, όπως επισημαίνει μεταξύ των άλλων ο κ. Κουράκης.
“Είναι φανερό”, τονίζει ο κ. Κουράκης, “πως η αναλγησία του κ. Λοβέρδου δεν έχει στόχο τη βελτίωση της πραγματικότητας των πανεπιστημίων, που οι μνημονιακές κυβερνήσεις έχουν οδηγήσει στην υποβάθμιση και στη συρρίκνωση. Ξαφνικά το Υπουργείο αποφασίζει να εξαντλήσει όλη του την πυγμή στο ζήτημα των καθυστερούντων φοιτητών, τη στιγμή που περικόπτει δραματικά τους προϋπολογισμούς των Ιδρυμάτων, οδηγεί το προσωπικό τους στη διαθεσιμότητα, και παραδίδοντάς τα βορά στις επιταγές και τις επιθυμίες της κερδοφόρας αγοράς της Εκπαίδευσης”.
Ο κ. Κουράκης συνεχίζει αναφέροντας ότι “εμείς, ως ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε αναδείξει την ανομολόγητη στόχευση του Υπουργείου, που δεν είναι άλλη από μια ακόμα επίθεση ενάντια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Έχουμε τονίσει πως, τη στιγμή που οι επί πτυχίω φοιτητές ούτε το δημόσιο επιβαρύνουν ούτε την εκπαιδευτική διαδικασία δυσχεραίνουν, η βούληση του κ. Λοβέρδου είναι να δείξει ότι «νοικοκυρεύει τα Ιδρύματα». Αλλά αυτό το λεγόμενο «νοικοκύρεμα» σκοπό έχει τη λογιστική μείωση της αναλογίας διδασκόντων διδασκομένων, και δεν είναι παρά ένας προάγγελος της περαιτέρω μείωσης προσωπικού σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ”.
Ο συντονιστής Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην τροπολογία και προσθήκη στο σχέδιο νόμου “Ίδρυση και οργάνωση Συμβουλίου Εθνικής Πολιτικής για την Παιδεία και άλλες διατάξεις”, την οποία έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, με την οποία και επιδιώκει την αποκατάσταση της αδικίας σε βάρος ενός μεγάλου αριθμού επί πτυχίω φοιτητών, οι οποίοι με τις ισχύουσες διατάξεις απειλούνται με άμεσες και οριζόντιες διαγραφές - χωρίς μεταξύ άλλων να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες που μπορούν να οδηγήσουν σε καθυστέρηση των σπουδών τους - μετά την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος (αρχής γενομένης από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο).
Το δελτίο τύπου κλείνει υπογραμμίζοντας ότι “με τις κινήσεις αυτές από την πλευρά μας, θα θέλαμε να θυμίσουμε στον κ. Υπουργό πως η Παιδεία είναι δικαίωμα και αγαθό, ενώ τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα χρήσουν σταθερότητας, συνέπειας και προσεκτικής μελέτης εκ μέρους της Πολιτείας. Ο κ. Λοβέρδος θα πρέπει να έχει υπόψη του πως η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν είναι ένα «βολικό μπαλάκι» άλλοτε για ασκήσεις «κοινωνικής ευαισθησίας» και άλλοτε για την παροχή διαπιστευτηρίων εκσυγχρονιστικής συνέπειας προς εκείνους που υποτίθεται πως ευαγγελίζονται τον «εξορθολογισμό» της”.