Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ ακτιβιστής και παράνομος μετανάστης Χοσέ Αντόνιο Βάργκας συνελήφθη σήμερα από την αμερικανική αστυνομία σε μια πόλη κοντά στα σύνορα με το Μεξικό.
Ο εκπρόσωπος της συνοριοφυλακής των ΗΠΑ, Τζο Γκουτιέρες, επιβεβαίωσε τη σύλληψη του Βάργκας, χωρίς να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις. Η οργάνωση Define American ("Προσδιόρισε τον Αμερικανό") που είχε ιδρύσει ο Βάργκας για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των ανθρώπων οι οποίοι ζουν παράνομα στις ΗΠΑ, σε ανακοίνωσή της τονίζει ότι ο δημοσιογράφος παραμένει ακόμη υπό κράτηση.
Οι εκπρόσωποι της Define American, μεταξύ των οποίων και ο Βάργκας, είχαν πάει στην πόλη Μακάλεν του Τέξας για να συναντηθούν με μέλη άλλων μη κυβερνητικών, ανθρωπιστικών οργανώσεων, όπως οι United We Dream ("Ενωμένοι Ονειρευόμαστε") και Minority Affairs Council ("Συμβούλιο Μειονοτικών Υποθέσεων") με σκοπό "να δώσουν ανθρώπινο πρόσωπο στις ιστορίες των παιδιών και των οικογενειών που φεύγουν από τις πιο επικίνδυνες περιοχές της κεντρικής Αμερικής", συνεχίζει η ανακοίνωση.
"Ήταν προφανές, όσο βρισκόμασταν εκεί, σε αυτή την πόλη της μεθορίου, ότι ο ιδρυτής της οργάνωσής μας, ο Χοσέ Αντόνιο Βάργκας, δεν θα μπορούσε να φύγει από το Μακάλεν. Αυτή είναι η κατάσταση που ζουν χιλιάδες άνθρωποι χωρίς χαρτιά, στριμωγμένοι στα σύνορα", προστίθεται στην ανακοίνωσή.
"Η Αμερική μας είναι καλύτερη από αυτό: πιο ανθρώπινη, με περισσότερη συμπόνια και αγωνιζόμαστε για μια καλύτερη Αμερική, για μια χώρα που την αγαπούμε αλλά που ακόμη δεν μας έχει αναγνωρίσει" ως πολίτες της, ανέφερε από την πλευρά του ο ίδιος ο Βάργκας, σύμφωνα πάντα με την οργάνωσή του.
Ο 33χρονος Βάργκας γεννήθηκε στις Φιλιππίνες αλλά από την ηλικία των 12 ετών ζει παράνομα στις ΗΠΑ. Εργαζόταν στην εφημερίδα Ουάσινγκτον Ποστ και τιμήθηκε, μαζί με άλλους συναδέλφους του, με το βραβείο Πούλιτζερ για τα ρεπορτάζ τους που αφορούσαν τη σφαγή στο πανεπιστήμιο Βιρτζίνια Τεκ το 2008.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται αντιμέτωπες αυτήν την περίοδο με ένα κύμα αφίξεων παράνομων μεταναστών, στην πλειονότητά τους παιδιών που ταξιδεύουν μόνα, χωρίς τους γονείς τους. Περισσότερα από 57.000 από αυτά έχουν ήδη περάσει τα σύνορα από τον περασμένο Οκτώβριο και προέρχονται κυρίως από περιοχές της κεντρικής Αμερικής που μαστίζονται από φτώχεια και βία.