Κατά του νέου συστήματος αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων τάσσεται με ανακοίνωσή της η Ένωση Περιφερειών Ελλάδας, υποστηρίζοντας πως δεν πρόκειται για ένα σύστημα που παρέχει ουσιαστικά κίνητρα για την βελτίωση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας του έργου τους και ζητώντας το “πάγωμα” της εφαρμογής του σχετικού νόμου.
Όπως σχολιάζει η Ένωση Περιφερειών Ελλάδας, τα κριτήρια αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας του νέου συστήματος, όπως προσδιορίζονται στις διατάξεις του νόμου, “είναι στην ουσία αόριστες και μη σαφώς προσδιορισμένες έννοιες σε μία διοίκηση που λειτουργεί χωρίς καθηκοντολόγιο, χωρίς διακριτά χρονικά στάδια υλοποίησης των διαδικασιών και χωρίς προσδιορισμό των υπαλλήλων που απαιτούνται για τη διεκπεραίωση των διοικητικών ενεργειών σε υπηρεσίες που στην ουσία λειτουργούν υποστελεχωμένες”.
Επιπρόσθετα, συνεχίζει η Ένωση, η αξιολόγηση, ιδιαίτερα κατά την πρώτη εφαρμογή της, απαιτεί εξειδίκευση από το υπουργείο με την παροχή συγκεκριμένων οδηγιών και κατευθύνσεων ως προς τα τεχνικά ζητήματα που αφορούν στην εφαρμογή συγκεκριμένων αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των υπαλλήλων. “Τέτοιες οδηγίες και κατευθύνσεις δεν έχουμε λάβει μέχρι σήμερα, γεγονός που καθιστά το νόμο επί τοις ουσίας ανεφάρμοστο σε βασικά ουσιώδη σημεία του”, υποστηρίζει.
“Το πάγωμα της εφαρμογής του νόμου ειδικά στις αιρετές Περιφέρειες επιβάλλεται και από τους νομικούς περιορισμούς που έχουν τεθεί στη διενέργεια πάσης φύσεως υπηρεσιακών μεταβολών μέχρι την ανάληψη της θητείας των νέων Περιφερειακών αρχών”, σημειώνεται στην ανακοίνωση, που καταλήγει: “Για τους λόγους αυτούς η ΕΝΠΕ θεωρεί ότι ο νόμος είναι αντικειμενικά ανεφάρμοστος και στέκεται στο πλευρό των εργαζομένων μέχρι να δοθούν από το Υπουργείο οι απαραίτητες οδηγίες και διευκρινίσεις καθώς και να κριθούν οριστικά τα σοβαρά ζητήματα αντισυνταγματικότητας που έχουν εγερθεί ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας”.