Μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα παράνομα αποδεικτικά μέσα σε μία δίκη;
Tο σύνταγμα, προστατεύει τις ιδιαίτερες εκδηλώσεις της προσωπικότητας του ανθρώπου, καθώς σε περίπτωση παραβίασης της προσωπικότητας, καθιερώνει αξίωση αποζημίωσης με την άσκηση της σχετικής αγωγής. Συγκεκριμένα, το άρθρο 9Α του Συντάγματος ορίζει, ότι «καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων». Με αυτή τη διάταξη θεμελιώνεται το δικαίωμα του ανθρώπου στην προστασία των προσωπικών του δεδομένων. Δηλαδή, προστατεύεται κάθε ενέργεια συλλογής, επεξεργασίας και χρήσης των προσωπικών δεδομένων του ανθρώπου, η οποία πραγματοποιείται με οποιοδήποτε μέσο.
Στην έννοια του αρχείου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιλαμβάνεται το σύνολο των πληροφοριών που αναφέρονται σε συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο, η ταυτότητα του οποίου είτε είναι γνωστή είτε μπορεί να εξακριβωθεί. Υπό αυτό το πρίσμα, στην έννοια της επεξεργασίας τέτοιων δεδομένων περιλαμβάνεται οποιαδήποτε σχετική με αυτά εργασία ή σειρά εργασιών προερχόμενη από τρίτο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων μόνο των περιπτώσεων επεξεργασίας εκ μέρους φυσικών προσώπων για την άσκηση αποκλειστικά οικιακών ή προσωπικών δραστηριοτήτων. Η επεξεργασία τέτοιων πληροφοριών, επιτρέπεται μόνο όταν το άτομο έχει δώσει τη συγκατάθεση του και κατ' εξαίρεση επιτρέπεται μόνο εφόσον συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις που ορίζονται στο νόμο.
Επομένως, η συλλογή από τρίτους πληροφοριών που αφορούν σε ερωτική ή άλλη απόρρητη παράμετρο της ιδιωτικής σφαίρας ορισμένου φυσικού προσώπου που γίνεται, χωρίς τη συγκατάθεση αμφοτέρων των μερών της σχέσης, εφόσον δεν εμπίπτει σε κάποια από τις εξαιρέσεις των άρθρων 9 ή 9Α του Συντάγματος, παραβιάζει αυτές τις διατάξεις. Εξάλλου, η χρήση τέτοιων πληροφοριών (προσωπικών δεδομένων) ως αποδεικτικών μέσων αποκλείεται.
Προς επίρρωση των ανωτέρω, το άρθρο 19 του Συντάγματος ορίζει ότι «απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α».
Σε αυτό το πλαίσιο, όταν έχουμε μία δίκη διαζυγίου κατά την εκδίκαση της οποίας αποδεικνύεται πόσο ισχυρά έχουν κλονισθεί οι σχέσεις των συζύγων και η συνέχιση του έγγαμου βίου τους, έχει καταστεί αφόρητη, δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν παράνομα αποδεικτικά μέσα. Με τον όρο παράνομα αποδεικτικά μέσα εννοούμε αυτά τα στοιχεία, δεδομένα που έχουν αποκτηθεί χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου. Αυτά δηλαδή τα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο ενώ η απόκτησή τους γεννά αξιώσεις αποζημίωσης και φυσικά την ποινική ευθύνη αυτού που τα απέκτησε με παράνομο τρόπο.
Ας δούμε ενδεικτικά παραδείγματα, παράνομων αποδεικτικών μέσων:
1) παρανόμως ηχογραφημένες συνομιλίες του ενός συζύγου με τρίτο πρόσωπο που διατηρεί εξωσυζυγική σχέση
2) ηλεκτρονική αλληλογραφία ( για παράδειγμα emails, ερωτικά μηνύματα μέσω facebook, twitter, κλπ),
3) γραπτά μηνύματα μέσω κινητών τηλεφώνων (sms)
4) ερωτικές επιστολές του ενός συζύγου με τρίτο πρόσωπο που διατηρεί εξωσυζυγική σχέση
Ωστόσο, στην ποινική δίκη, σε ακραίες περιπτώσεις, όπου η χρήση παρανόμως αποκτηθέντων αποδεικτικών μέσων εμφανίζεται ως ο μόνος τρόπους να αποκτηθεί η γνώση της ουσιαστικής αλήθειας που επιδιώκει πάντα ο ποινικός δικαστής μπορεί να αντιμετωπισθεί με γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα. Έτσι, αν η πράξη παράνομης απόκτησης αποδεικτικών μέσων, έγινε για ενάσκηση (άσκηση) του δικαιώματος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, ο άδικος χαρακτήρας της αποκλείεται σύμφωνα με το άρθρο 20 ΠΚ, του νομικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Συντάγματος που αναγνωρίζουν στον κατηγορούμενο το δικαίωμα υπεράσπισης ενώπιον του Δικαστηρίου. Εξάλλου αυτός που υφίσταται εκβίαση μπορεί να χρησιμοποιήσει το παράνομο αποδεικτικό μέσο, π.χ το μέσο της παράνομης φωνοληψίας, επικαλούμενος, αν κατηγορηθεί σχετικά, ότι βρισκόταν σε άμυνα. Επίσης, σε περιπτώσεις που υπερτερεί το δημόσιο συμφέρον και η δημόσια ασφάλεια, μπορούν να χρησιμοποιηθούν παρανόμως αποκτηθέντα αποδεικτικά μέσα διότι όταν σταθμίζουμε τα έννομα αγαθά της προστασίας των προσωπικών δεδομένων του προσώπου και το δημόσιο συμφέρον, τότε υπερτερεί το έννομο αγαθό του δημοσίου συμφέροντος.
Χρύσα Τσιώτση
Νομικός
[email protected]