Έντονα επικριτικός απέναντι στην πολιτική σκληρής λιτότητας που επιβλήθηκε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα εμφανίζεται σε συνέντευξή του στο έντυπο ευρωπαϊκής ενημέρωσης Europolitic ο Φιλίπ Λεγκρέν, πρώην οικονομικός σύμβουλος του προέδρου της Κομισιόν, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο.
Συγκεκριμένα, ο Λεγκρέν επισημαίνει ότι η πρώτη σύσταση που έκανε προς την Επιτροπή, όταν ξεκίνησε τη συνεργασία μαζί της, στα τέλη του 2010, ήταν ότι επρόκειτο για μια τραπεζική κρίση και πως η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν εξαιρετικά κρίσιμη. “Κατά την άποψή μου, το κλειδί επίλυσης της κρίσης ήταν η αναδιάρθρωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Όσον αφορά την Ελλάδα, συμβούλευσα να γίνει απομείωση του χρέους και τόνωση επενδύσεων”, σημειώνει.
Μιλώντας στη συνέχεια για το πρόβλημα της πολιτικής λιτότητας, ο Λεγκρέν ξεκαθαρίζει ότι δε θεωρεί κακό να έχουν οι χώρες υγιή δημόσια οικονομικά, αλλά τονίζει ότι το πραγματικό πρόβλημα εντοπιζόταν στο τραπεζικό σύστημα και ότι συμβούλευσε την Επιτροπή να αντιμετωπίσει το ίδιο το πρόβλημα και όχι τα συμπτώματα.
“Αντί να κάνουν αυτό, οι ιθύνοντες κατέληξαν, λανθασμένα, όσον αφορά την περίπτωση της Ελλάδας, ότι η Ευρωζώνη αντιμετώπιζε στο σύνολό της μια δημοσιονομική κρίση και, χωρίς να επιτεθούν στα τραπεζικά προβλήματα, επέλεξαν τη συλλογική λιτότητα, προκαλώντας σοβαρές υφέσεις που επιδείνωσαν τα δημόσια οικονομικά. Προκάλεσαν έτσι πανικό, και οι επενδυτές προσπαθούσαν να καταλάβουν ποια χώρα ήταν η επόμενη Ελλάδα. Ενώ ο πανικός κατέστρεφε την Ευρωζώνη, οι πολιτικοί ιθύνοντες απαιτούσαν όλο και περισσότερη λιτότητα”, υπογραμμίζει.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις συνέπειες αυτής της διαχείρισης, ο Λεγκρέν λέει ότι ήταν καταστροφικές. “Στην Ελλάδα, όπου το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 25%, τα παιδιά ψάχνουν τροφή μέσα στους κάδους και τα νοσοκομεία δεν διαθέτουν φάρμακα. Στην Ισπανία, όπου πάνω από ένας στους τέσσερις είναι άνεργος, οι αυτοκτονίες αποτελούν σήμερα την πρώτη αιτία θανάτων, μετά τα φυσικά αίτια”, επισημαίνει.
Στη συνέχεια της συνέντευξης, κατηγορεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι ενώ η εντολή της είναι να προστατεύει το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον, εκείνη επέλεξε να συμμαχήσει με τη Γερμανία, εμποδίζοντας έτσι την επιβράδυνση των εξελίξεων. Μόλις τον Ιούνιο του 2012, με πρωτοβουλία των πρωθυπουργών της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας ξεκίνησε η τραπεζική ένωση, σημειώνει. Κατά την άποψή του, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε να είχε καταθέσει πολύ νωρίτερα η ίδια αυτή την πρόταση.
Επίσης, κατακρίνει τη γερμανική οικονομική πολιτική, η οποία μειώνει τους μισθούς στο βωμό της ανταγωνιστικότητας, σχολιάζοντας ότι “ζούμε σίγουρα σε μια γερμανική Ευρωζώνη” και τονίζοντας: “Η Γερμανία ήθελε τον κεντρικό έλεγχο των προϋπολογισμών. Έγινε. Η Γερμανία δεν ήθελε μια πραγματική τραπεζική ένωση. Δεν έγινε”.