Του Γιώργου Λαμπίρη
Ο Στέργιος και ο Θάνος. Ο Θάνος και ο Στέργιος. Με όποια σειρά κι αν βάλει κανείς τα ονόματα, θα καταλήξει στο ίδιο αποτέλεσμα. Γιατί όλα ξεκίνησαν από μια κοινή... τρέλα. Ένας Θεσσαλονικιός και ένας Λαρισαίος, σχεδόν άγνωστοι μεταξύ τους, αποφάσισαν να ξεκινήσουν το δικό τους ταξίδι. Να φτιάξουν το δικό τους...success story, όπως σατίριζαν οι ίδιοι, βγάζοντας τη γλώσσα σε οποιαδήποτε σύγχρονη ιστορία επιτυχίας.
Αποφάσισαν να κάνουν το γύρο της Αφρικής με μια βέσπα. Να γράψουν τα δικά τους Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας, φεύγοντας από τη χώρα, που τους είχε πληγώσει, με προορισμό το άγνωστο. Βλέποντας μπροστά τους μόνο προκλήσεις και νέες εικόνες, που τους περίμεναν. Αυτό, που τους έφερε κοντά, ήταν η αγάπη τους για τα... τσίλικα βεσπάκια, η επιθυμία για ταξίδι και, πάνω απ' όλα, η αφιλόξενη για εκείνους Ελλάδα.
Ο Στέργιος Γκόγκος έφυγε από τη Θεσσαλονίκη παρέα με τον συνταξιδιώτη του και με αρχικό στόχο να φτάσει στο Μαρόκο με καράβι μέσω Ιταλίας. Αποφασισμένοι να... φορτώσουν το κοντέρ τους με πάνω από 40.000 χιλιόμετρα, περνώντας μέσα από τη ζούγκλα και συνάπτοντας γνωριμία με κάθε λογής ανθρώπους, πολιτισμούς και άγρια θηρία, ξεκίνησαν αυτό, που για κάποιον άλλο θα φάνταζε παρανοϊκό.
Όπως λέει ο Στέργιος, "Αφετηρία ήταν η αγάπη για το ταξίδι. Αφορμή η κρίση στην Ελλάδα και το γεγονός ότι, για μεγάλο χρονικό διάστημα, ήμουν άνεργος. Στην πραγματικότητα, ήθελα να κάνω ένα μεγάλο διάλειμμα και να αφήσω πράγματα πίσω μου. Όλα εκείνα που με βάραιναν και ήθελα να αποτινάξω... Έτσι αρχίσαμε, χωρίς καθόλου χρήματα να χτίζουμε ένα όνειρο ίσως άπιαστο στην αρχή".
Το χρονοδιάγραμμα ήταν έτοιμο... "Έπρεπε, με βάση το πρόγραμμα, που είχαμε ετοιμάσει, να έχουμε συγκεντρώσει ένα σεβαστό ποσό στους επόμενους έξι μήνες και να είμαστε έτοιμοι για το μεγάλο ταξίδι. Με δεδομένο ότι δεν είχαμε οικονομική στήριξη από πουθενά ή χορηγούς, τουλάχιστον στην αρχή, πουλήσαμε πράγματα. Ένα ποδήλατο, ρούχα και εξοπλισμό μηχανής, ή άλλα άχρηστα πράγματα βρήκαν νέους ιδιοκτήτες, ενισχύοντας την προσπάθειά μας να γεμίσουμε τον κουμπαρά του ταξιδιού", περιγράφει ο Στέργιος.
"Τελικά καταφέραμε να συγκεντρώσουμε ένα χρηματικό ποσό, ενώ βρέθηκαν και κάποιοι χορηγοί. Μας έδωσαν 500 ευρώ σε πρώτη φάση και με αυτά περάσαμε δύο μήνες. Το κόστος ζωής, όπως καταλαβαίνετε, δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα, καθώς μπορεί κανείς να ζήσει με τα μισά χρήματα χώρες του τρίτου κόσμου", λέει ο παράτολμος ταξιδιώτης.
Οι δύο βέσπες έγιναν μία...
Στην πορεία, οι ισορροπίες άλλαξαν. Ο ένας από τους δύο βεσπόβιους, ο Θάνος, αποφάσισε να εγκαταλείψει στα μισά της διαδρομής. Έφτασε έως τη Σενεγάλη κι εκεί σταμάτησε, επιστρέφοντας στην Ελλάδα. Ο Στέργιος, απτόητος, αποφάσισε να συνεχίσει τη μοναχική του διαδρομή.
"Εγώ, όσο περνάω καλά, θα συνεχίσω. Η διαδρομή ξεκίνησε από το Μαρόκο για να φτάσει Δυτική Σαχάρα, Σενεγάλη, Μάλι, Μπουργκίνα Φάσο, Γκάνα, Τόγκο, Μπενίν, Νιγηρία, Καμερούν και επόμενος προορισμός το μικρό Κονγκό". Όπως λέει ο Στέργιος, είχε όπλο σε όλες τις μέχρι στιγμής δυσκολίες το χιούμορ. Μιλώντας μαζί του για αντιξοότητες στη διάρκεια του ταξιδιού, κάνει λόγο μόνο για εμπειρίες. "Μοναδική εξαίρεση η Νιγηρία. Εκεί, κάθε σχεδόν 20 χιλιόμετρα, πέφταμε σε μπλόκα της αστυνομίας, η οποία έλεγχε τα χαρτιά μας. Ένα βράδυ, σε μία πόλη της Νιγηρίας, μπούκαραν στο ξενοδοχείο μας, γιατί υπέθεσαν ότι είμαστε τρομοκράτες, μας σκάναραν από πάνω μέχρι κάτω και μας έτρεχαν στο τμήμα".
Διαμονή σε ελεύθερο ή οργανωμένο κάμπινγκ
Ο περιπλανώμενος μοτοσυκλετισής από τη Θεσσαλονίκη δεν προτιμάει ξενοδοχεία και πανδοχεία για τη διαμονή του. Χαρακτηριστικό είναι ότι συνήθως κατασκηνώνει σε ελεύθερο ή οργανωμένο κάμπινγκ, "όπου προσφέρεται καλύτερα το σημείο". Εμείς τον πετύχαμε σε ένα μοναστήρι στο Καμερούν, όπου είχε στήσει τη σκηνή του.
Θυμάται ανθρώπους που συνάντησε μέχρι σήμερα. Με θέρμη περιγράφει τη φιλοξενία των Νιγηριανών. "Είναι εντυπωσιακή η καλοσύνη και το αίσθημα φιλοξενίας, που βγάζουν οι Νιγηριανοί στο Βορρά, παρότι είχαμε ακούσει τα χειρότερα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις στιγμές κινηματογραφικής ταινίας, που ζήσαμε όταν όλοι μας κόρναραν, μας χαιρετούσαν, έτρεχαν από πίσω μας, ήταν για εκείνους μια γιορτή, κι εμείς το καλύτερο αξιοθέατο, η καλύτερη διαφυγή από την τόσο γνωστή και απαραβίαστη καθημερινότητά τους".
Θα σκεφτούν κάποιοι ότι, οδηγώντας μια βέσπα, διανύοντας τόσα και άλλα τόσα χιλιόμετρα, τα ταξίδι μόνο εύκολο δεν μπορεί να είναι. Για το Στέργιο, όμως, η βέσπα του είναι η καλύτερη παρέα. Και όχι μόνο στη σφαίρα του ιδεατού. "Είναι πολύ πρακτική και άνετη. Για μένα, είναι αυτή τη στιγμή σαν μικρό τροχόσπιτο. Εκτός από άνετη, όμως, είναι και πολύ οικονομική, ενώ δεν με έχει προδώσει ποτέ. Το πρώτο και μοναδικό πρόβλημα, που αντιμετώπισα μέχρι στιγμής, ήταν ηλεκτρολογικό και το διόρθωσα δίνοντας μόλις 5 ευρώ".
Το τίμημα της...τρέλας και η αξία της απώλειας
Ίσως να πιστέψετε ότι η τρέλα, έστω και η καλώς εννοούμενη, όπως αυτή του Στέργιου, δεν έχει κανένα τίμημα. Παρόλ' αυτά, όπως ο ίδιος παραδέχεται, του λείπει η καθημερινότητα, η ρουτίνα του. "Ξαφνικά, έχω απόλυτη ελευθερία να κάνω ό,τι θέλω. Κι όμως, κάποιες φορές δεν μου αρκεί αυτό. Μου έχουν λείψει οι ανέσεις του σπιτιού μου. Ένα πλυντήριο, ένα ψυγείο. Οι φίλοι μου, η οικογένειά μου. Να πιω κάτι παγωμένο όταν το λαχταράω. Ασήμαντα ίσως πράγματα, όταν τα έχει κανείς όποτε θέλει, σημαντικά όμως, όταν του λείπουν. Όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα πράγματα στη ζωή μας. Η απώλεια πάντα μας βοηθάει να εκτιμάμε καλύτερα".
Ο ίδιος υπολογίζει ότι θα έχει ολοκληρώσει το γύρο της Αφρικής φτάνοντας στο Κέιπ Τάουν σε έξι μήνες από τώρα. Αναλόγως με την κατάσταση της βέσπας του, αλλά και τη δική του, θα αποφασίσει αν θα συνεχίσει για τη Λατινική Αμερική, χωρίς να αποκλείει τον επαναπατρισμό του.
Δεν είναι τόσο ότι δεν θέλει να γυρίσει στην Ελλάδα, ούτε ότι δεν του λείπουν όλα όσα άφησε πίσω του. "Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα κατάσταση που επικρατεί", όπως εκείνος τη χαρακτηρίζει, είναι από μόνη της μια πρόκληση. Μαθημένος να κυνηγάει ό,τι τον προκαλεί, ό,τι εξιτάρει τη φαντασία, το μυαλό, το σώμα και κάθε ίχνος της ύπαρξής του. Σε λίγο καιρό από τώρα, θα ξέρει, όπως λέει. Ένα διάστημα απουσίας ήταν απαραίτητο για εκείνον, δεν παύει όμως να θέλει να επιστρέψει και να παλέψει για κάτι καλύτερο, και να κερδίσει όλα όσα έμοιαζαν χαμένα πριν φύγει.