Η Δέσποινα Βανδή σημείωσε όλα όσα έχει ξεχωρίσει ως τώρα από το Voice...
“Mε είχε ενθουσιάσει όταν είχα δει κάτι επεισόδια στην Αμερική που παίζεται και κάποια στην Αγγλία. Μου είχε φανεί τόσο αστείο, εντός εισαγωγικών, να βλέπεις την Aguilera να παρακαλάει ένα παιδί που μέχρι προχθές μόνο η μαμά του το παρακαλούσε... Μου άρεσε πολύ και ο τρόπος με τον οποίο μιλούσαν στα παιδιά και έτσι κάποια στιγμή, όταν είχα μιλήσει με τον κύριο Λάτσιο και για ένα άλλο παιχνίδι, του είπα ότι εμένα θα μ’ ενδιέφερε μόνο στην περίπτωση που ερχόταν στην Ελλάδα το Voice. «Αν έρθει και το πάρετε, εγώ εκεί θα συμμετέχω. Θέλω.». Μπορώ να πω ότι το διασκεδάζω πάρα πολύ”.
Γιατί Voice και όχι κάποιο άλλο talent show;
Η Δέσποινα Βανδή απαντά: “Έτυχε πολλές φορές ξέρεις να εξοργιστώ από την τοποθέτηση κάποιων ανθρώπων, γιατί, ό,τι και να ‘ναι ένα παιδί απέναντί σου, οφείλεις να το σέβεσαι, όποιος κι αν είσαι. Δεν είν’ ωραίο καθόλου, δεν τιμά εσένα τον ίδιο να μιλάς απρεπώς σε ένα παιδί που εκείνη την ώρα αποφασίζει κι εκτίθεται μπροστά σε σένα και σε όλη την Ελλάδα. Αλλά το Voice είν’ ένα χαρούμενο show και δεν έχω μετανιώσει στιγμή που είπα το ναι”.
Την ενδιαφέρει όμως η τηλεόραση επαγγελματικά;
“Η τηλεόραση αν είναι ένα project το οποίο θεωρώ ότι μπορεί να μου ταιριάζει, μπορεί να το ‘κανα. Αυτό που τέλος πάντων, θεωρώ ότι μου έδωσε η τηλεόραση, ήταν ότι... μου έδωσε την κανονικότητά μου πίσω. Σ’ αυτά τα 20 χρόνια που μετράω στη δισκογραφία και στη διαδρομή που έχω κάνει, δεν κατάφερα ποτέ τελικά να επικοινωνήσω το πώς είμαι ως άνθρωπος στην κανονική μου ζωή”.
Άρα το The Voice βοήθησε και την ίδια...
“Στο The Voice κατάλαβα ότι όλοι είχαν μια λάθος εικόνα για εμένα. Είναι τρομερό. Δεν ξέρω πώς έγινε όλο αυτό το πράγμα, αλλά τελικά, μέσα από το The Voice κατάλαβα ότι μπόρεσα να επικοινωνήσω και να δείξω το αυτονόητο. Ότι έτσι είμαι. Και ότι αυτό που είμαι, τόσα χρόνια δεν το ήξερε κανείς. Θα μου ήταν πολύ εύκολο να πω ότι οι άλλοι φταίνε για όλη αυτή την εικόνα που έχει βγει τόσα χρόνια... Αλλά σίγουρα έχω ένα μερίδιο ευθύνης σ’ αυτό. Εγώ τους δημοσιογράφους πάντα τους φοβόμουνα πολύ. Και ίσως αυτή, απ’ το φόβο μου και την ανασφάλειά μου, έβγαζα... Έχω φτάσει στο σημείο να μη βγάζω τόσο γρήγορα συμπεράσματα. Συναντάω κάποιον, του μιλάω με εγκαρδιότητα και τον βλέπω πολύ σφιγμένο. Εεε... Δεν λέω πια «πλάκα μας κάνει; Δηλαδή πώς μας το παίζεις έτσι;». Μπορεί να είναι κι από ντροπή κι από συστολή αυτό που συμβαίνει. Νομίζω ότι στην δική μου περίπτωση, κάτι έκανα λάθος... Αλλά στις συνεντεύξεις ήμουνα πάντα ένας πολύ κλειδωμένος άνθρωπος, γιατί φοβόμουνα ότι «από κάπου τώρα θα μου έρθει και δεν ξέρω από πού». Έτσι, αυτό που έγινε με το Voice, που μπήκαμε κάθε Παρασκευή στα σπίτια των ανθρώπων, χωρίς να έχω να απολογηθώ για κάτι, «πες για τα τραγούδια σου!», «πες που σε συγκρίνουν!», «πες γιατί φόρεσες εκείνο!», «πες...»... Δεν είχα να πω τίποτα, έλεγα απλώς, όπως παίζω ένα παιχνίδι στο σπίτι μου και ξαφνικά αυτό μού έβγαλε από πάνω αυτό το σεντόνι που μπορεί να φορούσα και που δεν επέτρεπε να δει ο κόσμος πιο βαθιά το πώς είμαι”.
Τι μουσική όμως ακούει τελικά η Δέσποινα Βανδή στο σπίτι της;
“Κατά βάση ακούω ξένη μουσική. Ελληνικά ακούω σε πολύ συγκεκριμένες περιόδους της ζωής μου. Ακούω πολλά όμως είδη και διαφορετικά. Από rock, soul, lounge, jazz... αναλόγως με τη διάθεσή μου”.
Τότε ή τώρα έχουν περισσότερες ευκαιρίες τα νέα παιδιά για να κάνουν καριέρα στο τραγούδι;
“Η διαφορά τώρα στα talent show με τη δική μας διαδρομή, είναι ότι εμείς βγάζαμε ένα τραγούδι με μία εταιρεία και μετά τρέχαμε από κανάλι σε κανάλι, για να γίνει γνωστό. Η στιγμή που ήρθε ο περιπτεράς και με αναγνώρισε, ότι εγώ ήμουν αυτή που έλεγε το «Γέλα μου», ήταν μεγάλη στιγμή για μένα. (γέλιο). Εδώ λοιπόν πάει αντίστροφα. Εδώ ξέρουμε ήδη την Αρετή. Την ξέρουμε ήδη με το μικρό της όνομα. Κατάλαβες τι θέλω να σου πω; Είναι η δύναμη η τηλόραση”. Παράλληλα ωστόσο συμπληρώνει: “Δεν είχαμε, λοιπόν, αυτές τις αξιώσεις. Εμείς... Και λέω «εμείς» γιατί κι εγώ κι ο Αντώνης, παράλληλη πορεία είχαμε, ήμασταν κάποια παιδιά από μια συγκεκριμένη γενιά, που φύγαμε απ’ τη Θεσσαλονίκη και κατεβήκαμε στην Αθήνα στα πρώτα μας βήματα. Αυτό που μας ένοιαζε ήτανε να υπάρχουμε σε διάφορες μουσικές σκηνές. Εμείς τα μπουζούκια τότε τα σνομπάραμε. Εμείς ήμασταν σε σκηνές που τελικά... μπουζούκια ήταν κι αυτά, αλλά εμείς δεν τα λέγαμε έτσι. Εμάς λοιπόν τότε αυτό που μας ένοιαζε ήταν να είμαστε σε διάφορες μουσικές σκηνές, να τραγουδάμε, μόλις έβγαινε ένα κομμάτι «πω πω, ποιος έχει αυτή την επιτυχία; Το λέει η Αλέξια; Θέλω να το πάρω εγώ». Δηλαδή ο ανταγωνισμός μας έφτανε στο σημείο ποια θα μοιραστεί το κομμάτι της Ευρυδίκης! Όταν κατέβηκα στην Αθήνα και ξαφνικά άνοιξε μπροστά μου ο μαγικός κόσμος της δισκογραφίας, ήταν ένα άγνωστο κείμενο όλο αυτό. Και πάλι με χαρά το ‘βλεπες, ότι «α, μια καινούρια διαδρομή, τι ωραία, τηλεόραση, εκεί, ναι...». «Πήγα σ’ αυτό το κανάλι, α, δε μ’ έβγαλε η Ρούλα Κορομηλά, γιατί δεν είμαι ακόμη, δεν έχω φτάσει, έχω κι άλλο, ξέρεις, πρέπει ν’ αγωνιστώ»... Αυτό ήτανε. Προσπαθούσες να σκαρφαλώσεις σε εκπομπές, για να ακουστεί περισσότερο το τραγούδι σου και να συνδυάσουν τη φάτσα σου, να μάθουν τ’ όνομά σου... Μεγάλη επιτυχία όταν πήγα πρώτη φορά στο Bravo Ρούλα. Πω πω... Κάτσε μάνα να δεις την κόρη σου. Μεγάλη επιτυχία. (γέλια). Αυτό ήτανε καταξίωση όμως, κατάλαβες; Καταλάβαινες ότι μια μεγάλη μερίδα του κόσμου πια σε βλέπει. Και θα ‘λεγα για πρώτη φορά το «Νυχτολούλουδο» τότε, του Φοίβου. Ήτανε σκαλί-σκαλί η διαδρομή που έφερνε το ένα το άλλο. Ε, λίγο πιο ρομαντικά.
Θα κάνουν όμως τελικά καριέρα οι νέοι μέσα από το The Voice;
Η Δέσποινα Βανδή απαντά: “Το The Voice δεν υπογράφει καμία διάρκεια, καμία καριέρα. Η καριέρα, η επιτυχία και η διάρκεια έχει να κάνει με πολλά άλλα πράγματα, τα οποία δεν μπορείς να πεις ότι είναι αυτά τα 10 και τα κάνεις αυτά σωστά. Είναι άδικο κάποιος να νομίζει ότι, αν κερδίσει στο The Voice και δεν κάνει καριέρα, είναι άχρηστο το παιχνίδι. Είναι λάθος σκεπτικό. Καριέρα μπορεί να κάνει κάποιος που δεν θα τον στέψουμε με την κορόνα του The Voice, μπορεί να κάνει ο δεύτερος, τρίτος... Αν βγει κάποιος που τραγουδάει – να στο πω τόσο απλά – αγγλικά τραγούδια και μόνο, είναι λίγο δύσκολο να κάνει καριέρα στην Ελλάδα. Γιατί κι εγώ πέρασα από ‘κει, μικρή σνόμπαρα αυτά που άκουγε η μάνα μου κι ο πατέρας μου, «πω πω, Γλυκερία; Νταλάρας; Δε θέλω. Μαρινέλλα; Τι είν’ αυτά; Εγώ AC/DC». Όταν είσαι πιτσιρικάς, γουστάρεις ν’ ακούς ξένη μουσική και... Μεγαλώνοντας όμως βλέπεις ότι, στην Ελλάδα, δεν επικοινωνείς διαφορετικά και δεν εκφράζεσαι όσο εκφράζεσαι μέσα απ’ το ελληνικό τραγούδι. Κι εγώ γουστάρω ξένα και τα λοιπά, αλλά αν κάνω καβγά με το Ντέμη, ελληνικά θέλω ν’ ακούσω. (γέλια). «Θα ‘θελα να μην υπήρχες». Δηλαδή, τέτοιο σου βγαίνει... Πόνος”.