Το Ανώτατο Δικαστήριο ζήτησε από το λογιστικό γραφείο να παραδώσει τις φορολογικές του δηλώσεις
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επέφερε πλήγμα σήμερα στον Ντόναλντ Τραμπ, κρίνοντας ότι ένας εισαγγελέας της Νέας Υόρκης έχει το δικαίωμα να ζητήσει να του παραδοθεί μια σειρά οικονομικών εγγράφων του Αμερικανού προέδρου, συμπεριλαμβανομένων και των φορολογικών δηλώσεών του.
Με ευρεία πλειοψηφία (7-2), οι δικαστές θεώρησαν ότι «κανένας πολίτης, ούτε καν ο πρόεδρος, δεν μπορεί να αποφύγει να παράσχει έγγραφα στην περίπτωση ποινικής έρευνας». Ο πρόεδρος «δεν έχει απόλυτη ασυλία απέναντι στις έρευνες των εισαγγελέων των Πολιτειών» προστίθεται στο σκεπτικό που συνέταξε ο δικαστής Τζον Ρόμπερτς. Η απόφαση αυτή σημαίνει, ότι θα πρέπει να εφαρμοστεί η κλήτευση που είχε επιδοθεί στο λογιστικό γραφείο Mazars LLP, που διαχειρίζεται εδώ και χρόνια τις φορολογικές υποθέσεις του Τραμπ και να παραδοθούν διάφορα οικονομικά αρχεία του στις αρχές της Νέας Υόρκης.
Παράλληλα ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο απέφυγε να πάρει άμεσα θέση για το αν τρεις επιτροπές της Βουλής των Αντιπροσώπων μπορούν επίσης να κλητεύσουν τα οικονομικά έγγραφα του Τραμπ. Έστειλε την υπόθεση πίσω στα κατώτερα δικαστήρια, κάτι που θεωρείται προσωρινή νίκη για τον πρόεδρο. Και στις δύο αποφάσεις, η πλειοψηφία επιτεύχθηκε με τις ψήφους των τεσσάρων φιλελεύθερων δικαστών, του συντηρητικού Ρόμπερτς και των δύο επίσης συντηρητικών δικαστών Μπρετ Κάβανο και Νιλ Γκόρσατς που έχει διορίσει ο Τραμπ στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Σε αντίθεση με άλλους προέδρους, ο Τραμπ αρνείται να δώσει στη δημοσιότητα τις φορολογικές δηλώσεις του και άλλα στοιχεία που θα παρείχαν πληροφορίες για την περιουσία του και την επιχειρηματική δραστηριότητα της οικογενειακής επιχείρησης, του Trump Organization. Το περιεχόμενο αυτών των οικονομικών αρχείων παραμένει ακόμη μυστήριο, λίγους μήνες πριν διεκδικήσει την επανεκλογή του στο αξίωμα του προέδρου. Οι επιτροπές της Βουλής, που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς, είχαν κλητεύσει τα οικονομικά αρχεία του Τραμπ από το λογιστικό γραφείο Mazars LLP και από δύο τράπεζες, τις Deutsche Bank και Capital One.
Στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας που διεξάγει ο εισαγγελέας του Μανχάταν Σάιρους Βανς (επίσης Δημοκρατικός), είχε κλητευθεί η εταιρεία Mazars για να παραδώσει φορολογικά στοιχεία περίπου 10 ετών. Η έρευνα αυτή ξεκίνησε το 2018 με αφορμή την αποκάλυψη ότι δύο γυναίκες οι οποίες υποστήριζαν ότι είχαν σεξουαλικές επαφές με τον Τραμπ πληρώθηκαν για να μην μιλήσουν. Πρόκειται για την πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς και την Κάρεν ΜακΝτούγκαλ, πρώην μοντέλο του Playboy.
Η Επιτροπή Οικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής εξετάζει αν υπήρξε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα σε αγοραπωλησίες ακινήτων του Τραμπ. Η Επιτροπή Πληροφοριών ερευνά αν οι δοσοληψίες του Τραμπ τον κατέστησαν ευάλωτο στην επιρροή αλλοδαπών ιδιωτών ή ξένων κυβερνήσεων.
Στη δικαστική αντιπαράθεσή του με τη Βουλή, ο Τραμπ υποστήριζε ότι το Κογκρέσο δεν έχει έννομο λόγο να ζητήσει τα αρχεία αυτά και ότι η αποκάλυψη του υλικού θα πλήξει την ιδιωτική ζωή του ίδιου και της οικογένειάς του και θα τον αποσπάσει από τα καθήκοντά του. Στο αίτημα των εισαγγελέων της Νέας Υόρκης, οι δικηγόροι του προέδρου επιχειρηματολόγησαν ότι με βάση το Σύνταγμα ο Τραμπ χαίρει ασυλίας για το διάστημα που διατηρεί το αξίωμα του προέδρου. Επικαλέστηκαν επίσης την οδηγία του υπουργείου Δικαιοσύνης ότι ένας εν ενεργεία πρόεδρος δεν μπορεί να παραπεμφθεί ή να διωχθεί ποινικά.
Στα κατώτερα δικαστήρια, οι συνήγοροι του Τραμπ έφτασαν μάλιστα στο σημείο να υποστηρίζουν ότι οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου δεν θα είχαν το δικαίωμα να κάνουν έρευνα σε βάρος του προέδρου ακόμη και αν εκείνος πυροβολούσε έναν άνθρωπο στην 5η Λεωφόρο της Νέας Υόρκης.