Εκτενές υπόμνημα κατέθεσε αντιπροσωπεία του ΠΑΣΟΚ στον υπουργό Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, με τον οποίο έχει συνάντηση αυτήν την ώρα, στο οποίο καταγράφει τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ για διάφορα φορολογικά θέματα.
Μεταξύ άλλων, το ΠΑΣΟΚ προτείνει μειωμένο πρόστιμο για μη υποβολή ή εκπρόθεσμη υποβολή δήλωσης, από 1.000 ως και 2.500 ευρώ στα 100 ευρώ, την κατάργηση του άρθρου που προβλέπει 100% ποινή σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής έστω και μία μέρα για παρακρατούμενους φόρους, καθώς και τη μη εφαρμογή του φόρου υπεραξίας και την αντικατάστασή του από ένα φόρο 7% επί της τιμής πώλησης που θα τον πληρώνει ο πωλητής και μόνο για όσα ακίνητα αποκτήθηκαν πριν την 1η Ιανουαρίου 2013.
Αναλυτικά το υπόμνημα της αντιπροσωπείας του ΠΑΣΟΚ:
Α. Προτάσεις εξορθολογισμού των ποινών
Οι ποινές πρέπει να έχουν ως σκοπό την συμμόρφωση, αλλά να λαμβάνεται υπόψη η βαρύτητα της παράβασης και να υπάρχει αναλογικότητα και συνάρτηση παράβασης και ποινής.
Να μην τιμωρούνται τυπικές παραβάσεις.
Στην απόκρυψη συναλλαγών το πρόστιμο να υπολογίζεται ποσοστιαία της απόκρυψης της συναλλαγής αλλά και της ωφέλειας.
Να λαμβάνει υπόψη του ο νομοθέτης και την εισπραξιμότητα των προστίμων.
Σημειώνουμε ότι από τα 62 δις ανείσπρακτες οφειλές 23 δις προέρχονται μόνο από πρόστιμα. Το ποσοστό της εισπραξιμότητας των προστίμων είναι γνωστό ότι είναι κάτω του 1% και αυτό επιβάλλει την αναθεώρηση της όλης λογικής επιβολής των ποινών.
Α.1. Δηλώσεις και καταβολή φόρου
Είναι γεγονός ότι οι δηλώσεις αποσυσχετίστηκαν από την καταβολή του φόρου.
Η υποβολή της δήλωσης και η καταβολή του φόρου πλέον είναι δύο διακριτές και ανεξάρτητες πράξεις.
Επειδή προβλέπεται χωριστό πρόστιμο για την μη υποβολή ή την ανακριβή υποβολή δήλωσης και χωριστό για την εκπρόθεσμη καταβολή καθώς και καταβολή τόκου για κάθε μήνα καθυστέρησης, προτείνουμε τα ακόλουθα για τον εξορθολογισμό των ποινών, για να μην οδηγηθούν οι επιχειρήσεις σε αφανισμό, αλλά και να εξυπηρετείται και ο στόχος της καταπολέμησης της μη καταβολής των φόρων:
Όλες οι δηλώσεις να θεωρούνται πληροφοριακού χαρακτήρα, όπως και πράγματι είναι, αφού δεν συνδέονται σε καμιά περίπτωση με την καταβολή του φόρου. Άρα να επιβάλλεται πρόστιμο 100 ευρώ για μη υποβολή ή εκπρόθεσμη υποβολή. (Προβλεπόμενο 100, 1000, 2.500 €)
Στις πιστωτικές ή μηδενικές με το πρόστιμο αυτό κλείνει η ποινή του φορολογούμενου
Στις χρεωστικές δηλώσεις θα ακολουθεί η ήδη προβλεπόμενη επιβολή τόκου για κάθε μήνα καθυστέρησης και το πρόστιμο εκπροθέσμου καταβολής, σύμφωνα με το άρθρο 57 του ΚΦΔ
Δηλαδή: Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, υπολογίζεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του φόρου που δεν καταβλήθηκε εμπρόθεσμα. Μετά την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε είκοσι τοις εκατό (20%) του φόρου. Μετά την πάροδο δύο (2) ετών ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του φόρου.
Στις τροποποιητικές δηλώσεις να μην επιβάλλεται πρόστιμο εάν δεν οφείλεται φόρος ή εάν οφείλεται φόρος, όταν αυτός είναι σε ποσοστό μικρότερο του 10% του αρχικού ποσού ή εάν πρόκειται για ποσό κάτω των 300 €, ανεξαρτήτως ποσοστού.
Να καταργηθεί το άρθρο 59 του ΚΦΔ, που προβλέπει 100% ποινή σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής έστω και μία μέρα για παρακρατούμενους φόρους και να ισχύσει ανάλογη ρύθμιση με το άρθρο 57.
Α.2. Πρόστιμα μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης στοιχείων ή άλλων παραβάσεων
Οι ισχύουσες διατάξεις έχουν απολύτως αστοχήσει και δεν εξυπηρετούν τον επιδιωκόμενο σκοπό, που είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής σε συνδυασμό με την μη επιβολή ποινών για τυπικούς λόγους.
Αντιθέτως προκύπτουν εξοντωτικά πρόστιμα για τυπικές παραβάσεις που θα οδηγήσουν σε κλείσιμο υγιείς επιχειρήσεις και ιδιαίτερα μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Τονίζουμε ότι οι διατάξεις αυτές είναι ευθέως αντισυνταγματικές αφού οδηγούν σε επιμέτρηση ποινών που καμιά σχέση δεν έχουν με την διαπραχθείσα παράβαση.
Π.χ. Για μη έκδοση ενός στοιχείου αξίας 4.000 € επιβάλλεται ποινή 1.000 ευρώ σε υπόχρεους τήρησης βιβλίου εσόδων εξόδων, 2.500 σε υπόχρεους λογιστικών βιβλίων, ταυτόχρονα εάν ένα άλλο πρόσωπο βρεθεί να μην έχει εκδώσει 20 αποδείξεις των 20 € η κάθε μια τότε επιβάλλεται πρόστιμο σε υπόχρεο τήρησης βιβλίου εσόδων εξόδων 20*1000=20.000 € και σε λογιστικά βιβλία 20*2.500=50.000 ευρώ.
Δηλαδή, για φοροδιαφυγή 400 € προβλεπόμενο πρόστιμο 20.000 ευρώ ή 50.000 € ανάλογα με τα τηρούμενα βιβλία και συγκρινόμενο και με το πρόστιμο των 1.000 € ή των 2.500 € για απόκρυψη 4.000 €, διαπιστώνουμε χωρίς ειδικό κόπο το ΑΤΟΠΟ των διατάξεων αυτών.
Προτείνουμε, σύνδεση ποινής και απόκρυψης συνολικής συναλλαγής σε κάθε περίπτωση που αφορά μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων, με καθορισμό κατώτερου ορίου.
Συγκεκριμένα: (Η παρ.2 περίπτωση α’ του άρθρου 55 να αντικατασταθεί ως εξής): Όταν η παράβαση αναφέρεται σε μη έκδοση ή σε ανακριβή έκδοση παραστατικών στοιχείων και έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε συνολική αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, επιβάλλεται πρόστιμο για ίσο με ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους αυτής που αποκρύφτηκε.
Εάν η συνολική αποκρυβείσα αξία είναι μικρότερη ή ίση των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, επιβάλλεται πρόστιμο για ίσο με ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους αυτής που αποκρύφτηκε με ελάχιστο ύψος προστίμου στην περίπτωση αυτή το ποσό των εξακοσίων ευρώ (600) για τους υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ για τους υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.
Σε περίπτωση που δεν προκύπτει άμεσα το ύψος της συνολικής αξίας που έχει αποκρυβεί, αυτή υπολογίζεται από άλλα πρόσφορα ή διαθέσιμα στοιχεία τιμών που προκύπτουν από τα στοιχεία της ελεγχόμενης επιχείρησης.
Για τις διαδικαστικές παραβάσεις οι ποινές να είναι με καθορισμένο ποσό ανάλογα με την κατηγορία των τηρουμένων βιβλίων, αλλά να επιβάλλονται στο σύνολο τους και σε κάθε έλεγχο. (ακολουθεί σχέδιο διατάξεων)
Συγκεκριμένα οι παρ.1 και 2 του άρθρου 54 να αντικατασταθούν ως εξής: «1. Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή οποιαδήποτε φορολογική δήλωση.
β) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,
γ) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
δ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ε) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,
ζ) δεν συμμορφώνεται με κάθε υποχρέωση σχετική με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων, όπως ορίζονται στον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης συναλλαγών.
2. Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως εξής:
α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης πληροφοριακού χαρακτήρα ή οποιαδήποτε φορολογική δήλωση. Στις τροποποιητικές δηλώσεις δεν επιβάλλεται πρόστιμο εάν δεν οφείλεται φόρος ή εάν οφείλεται φόρος, όταν αυτός είναι σε ποσοστό μικρότερο του 10% του αρχικού ποσού ή εάν πρόκειται για ποσό κάτω των 300 €, ανεξαρτήτως ποσοστού.
β) εκατό (100) ευρώ, για άλλες παραβάσεις σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων,
γ) εξακόσια (600) ευρώ για άλλες παραβάσεις, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικών βιβλίων και
δ) χίλια διακόσια (1.200) ευρώ για άλλες παραβάσεις, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικών βιβλίων. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση όταν συντρέχει η παράβαση της περίπτωσης ε’ της παραγράφου 1.
Για τις παραβάσεις που αναφέρονται σε μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση ή παραβάσεις πλαστών ή εικονικών ή νοθευμένων φορολογικών στοιχείων ή καταχώρηση ανύπαρκτων συναλλαγών εφαρμόζονται οι ειδικότερες διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55»
Α3. Παρεμπόδιση, υπόθαλψη ή συνέργεια.
Το άρθρο 60 του ΚΦΔ που αναφέρεται στα πρόστιμα για «υπόθαλψη ή συνέργεια» και ορίζεται ότι επιβάλλονται τα ίδια πρόστιμα με τον παραβάτη φορολογούμενο και στα πρόσωπα που συνεργούν, ναι μεν να προβλέπεται επιβάλλεται ποινή, αλλά δεν είναι δυνατόν να επιβάλλεται το ίδιο πρόστιμο με τον παραβάτη, σε άτομα τα οποία εργάζονται με εξαρτημένη σχέση ή ανεξάρτητη αλλά με σχέση εντολής (π.χ. λογιστές), με τον επιχειρηματία ή το νομικό πρόσωπο.
Α4. Θέματα που αφορούν Λογιστές - Φοροτεχνικούς να ενταχθούν στην εποπτεία του Υπουργείου Οικονομικών (και αυτονόητα το Οικονομικό Επιμελητήριο) λόγω του αντικειμένου, αλλά και των δικαιωμάτων, ευθυνών και εν γένει υποχρεώσεων που απορρέουν από την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος.
Β. ΑΓΡΟΤΕΣ
Οι θέσεις μας σχετικά με τα θέματα που αφορούν την φορολόγηση των αγροτών και την ένταξη τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, οι οποίες έχουν γνωστοποιηθεί και κάποιες έχουν ήδη υιοθετηθεί, είναι ακόλουθες :
1. Ένταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για ακαθάριστο εισόδημα πάνω από 20.000 ευρώ.
2. Η προκαταβολή φόρου εισοδήματος να καθοριστεί μόνιμα στο ½ του ορίου, και όχι για ένα έτος, δηλαδή στο 27,5%, λόγω των αυξομειώσεων της αγροτικής παραγωγής και της εξάρτησης της από τις καιρικές συνθήκες, αλλά και του γεγονότος ότι η παραγωγή μπορεί να είναι και χρόνο παρά χρόνο, κ.λ.π.. Η ρύθμιση αυτή είναι πιο κοντά στη γεωργική παραγωγή
3. Ο φόρος επιτηδεύματος ήδη με τις τρέχουσες διατάξεις αφορά την εμπορική δραστηριότητα και ελεύθερους επαγγελματίες. Σαφώς δεν περιλαμβάνει και ούτε μελλοντικά δεν πρέπει να περιλάβει την γεωργική – κτηνοτροφική ή αλιευτική δραστηριότητα οι οποίες είναι παραγωγικές και όχι εμπορικές δραστηριότητες
4. Για τους συνταξιούχους αγρότες και για την σύνταξη που καταβάλλεται από τον ΟΓΑ που παραμένουν στην παραγωγή δεν τίθεται θέμα αναστολής καταβολής σύνταξης τους, καθώς ήδη με τις τρέχουσες διατάξεις αυτό θα ίσχυε για σύνταξη μεγαλύτερη των 1580 ευρώ.
5. Η καταβολή προς ΕΛΓΑ αποτελεί επαγγελματική δαπάνη ασφάλισης της παραγωγής και για το λόγο αυτό θα αφαιρείται από τα ακαθάριστα έσοδα της εκμετάλλευσης, όπως και κάθε άλλη δαπάνη προς τρίτους (ενέργεια, ΓΟΕΒ για τα τέλη άρδευσης κλπ)
6. Η υποχρέωση για την υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων να είναι ετήσια και για τα έσοδα και για τα έξοδα
7. Όσοι αγρότες διαθέτουν τα προϊόντα τους μέσω τρίτων (Ομάδων, Συνεταιρισμών και εμπόρων), το ΦΠΑ να αποδίδουν οι τρίτοι που πουλάνε για λογαριασμό τους. Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος θα συνεχίσουν το υπάρχον σύστημα στους οποίους ο ΦΠΑ θα επιστρέφεται στο τέλος του χρόνου με βάση τον κατ’ αποκοπή συντελεστή
8. Υπάρχει καθυστέρηση από το Υπ. Οικονομικών στην έκδοση διευκρινιστικών εγκύκλιων που αφορούν συντελεστές αποσβέσεων και διαχείρισης αποθεμάτων για τον αγροτικό , κτηνοτροφικό τομέα , όπως και για τον τομέα της αλιείας .
9. Πρέπει άμεσα από το Υπ. Οικονομιών να γίνει η έκδοση κάθε ερμηνευτικής διάταξης που επιλύει κάθε εκκρεμότητα σχετικά με τη φορολόγηση των αγροτών, κτηνοτρόφων και αλιέων όπου θα λαμβάνει υπόψη την μεταβατικότητα της χρονιάς του 2014.
Γ. Συγκεντρωτικές καταστάσεις
Ο τρόπος υποβολής και οι μηνιαίες υποχρεώσεις θεωρούνται υπερβολική επιβάρυνση για όλους τους μικρομεσαίους, χωρίς ανάλογη ωφέλεια για το Δημόσιο.
Μικρές επιχειρήσεις μπορεί να επιλέξουν να κλείσουν λόγω της μεγάλης γραφειοκρατίας και του κόστους υποβολής.
Δεν είναι δυνατή η ουσιαστική και με αποτελέσματα διασταύρωση για το ΦΠΑ, οι καταστάσεις σκοπό έχουν να διασταυρώσουν τους αντισυμβαλλόμενους και να μην καταχωρούνται πλαστά ή εικονικά στοιχεία. Οι μηνιαίες καταστάσεις θα οδηγήσουν σε μεγάλες ασυμφωνίες.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ:
Να υποβάλλονται κάθε τρίμηνο και οι καταστάσεις πελατών και προμηθευτών από όλους τους υπόχρεους. (όχι μηνιαίες)
Να καθοριστεί όριο μη αναλυτικής υποβολής το ποσό των 300 €.
Ειδικά ετήσιες καταστάσεις πελατών και προμηθευτών να υποβάλλουν οι απαλλασσόμενοι επιτηδευματίες που έχουν έναρξη εργασιών και οι αγρότες του κανονικού ή ειδικού καθεστώτος.
Δ. Υπεραξία μεταβίβασης ακινήτων λόγω πώλησης
Ο τρόπος που έχουν συνταχθεί οι διατάξεις οδηγεί σε πρακτική αδυναμία εφαρμογής π.χ. για τα ακίνητα που έχουν αποκτηθεί πριν πολλά χρόνια, για ακίνητα που έχουν αναγερθεί από τον ιδιώτη ιδιοκτήτη, για ακίνητα με χρησικτησία, κ.λπ.
Για να απεμπλακεί η όλη λειτουργία των διατάξεων και για την επί της ουσίας εφαρμογή, την εξυπηρέτηση της λειτουργίας της αγοράς και των δημοσιονομικών στόχων, προτείνουμε:
Για τα ακίνητα που έχουν αποκτηθεί πριν την 1-1-2013 να επιβληθεί συντελεστής 7% επί της τιμής πώλησης που θα επιβαρύνει τον πωλητή. Επί της ουσίας το δημόσιο θα εισπράττει για τα παλιά ακίνητα το ίδιο ποσό που εισέπραττε, αλλά θα επιβαρύνεται 3% ο αγοραστής και 7% ο πωλητής.
Για τα ακίνητα που αποκτώνται από 1-1-2013 και μετά να λειτουργεί ο φόρος υπεραξίας, όπου θα υπάρχουν πλέον τιμές σε κάθε περίπτωση.
Οι δηλώσεις και η καταβολή του φόρου να γίνεται με την μεταβίβαση
Ε. Υπεραξία μεταβίβασης επιχειρήσεων, μεριδίων και εν γένει τίτλων μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο
Οι δηλώσεις και η καταβολή του φόρου να γίνεται με την μεταβίβαση και όχι στο επόμενο έτος με την δήλωση εισοδήματος, όπως εκ των νέων διατάξεων προκύπτει.
Ε. Παρακρατούμενοι φόροι
Επιβάλλεται το Υπουργείο να καταθέσει διευκρινιστική διάταξη σε ποιες ρητά περιπτώσεις διενεργείται παρακράτηση φόρου, δεδομένου ότι οι διατάξεις είναι παντελώς ασαφείς και δεν υπάρχει ασφάλεια δικαίου.
Να μην διενεργείται παρακράτηση φόρου σε τιμολόγια κάτω των 300 €, γιατί έχει αφενός έχει διαπιστωθεί ότι η παρακράτηση σε μικροποσά δημιουργεί μεγάλη γραφειοκρατία και αφετέρου διαπιστώνεται μη απόδοση από τον λήπτη του στοιχείου και ο εκδότης εκπίπτει ένα φόρο που πράγματι δικαιούται γιατί του έγινε παρακράτηση, αλλά το Δημόσιο δεν τον εισέπραξε και το κόστος του να διενεργεί τέτοιους ελέγχους είναι δυσανάλογα μεγάλο. Αυτονόητο είναι ότι δεν υπάρχει καμιά απώλεια εσόδων με την πρόταση αυτή, αντίθετα το Δημόσιο θα εισπράξει το φόρο από τον δικαιούχο
Να καθοριστεί ρητά παρακράτηση φόρου στις αμοιβές που καταβάλλονται σε απαλλασσόμενους με απόδειξη δαπάνης(τίτλο κτήσης), γιατί στις νέες διατάξεις δεν προβλέπεται.
Να τροποποιηθεί η ασαφής διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 64, στην οποία ήθελε να ορίζεται που εξαντλείται η φορολογία, γιατί οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα.
ΣΤ. Αποδείξεις καταναλωτικών δαπανών
Η εικόνα του Υπουργείου στο συγκεκριμένο θέμα δεν θα λέγαμε ότι είναι καλή.
Η θέση μας για τις αποδείξεις είναι να καταλαμβάνει η υποχρέωση το σύνολο του πληθυσμού και όχι μόνο τους μισθωτούς.
Η ποινή για τη μη συγκέντρωση του οριζόμενου ποσού, να καθοριστεί στο 10% ίσως και λιγότερο και να καταργηθεί η ποινή του 22%.
Ζ. Εκχώρηση στο Δημόσιο μη εισπραχθέντων ενοικίων ακινήτων
Στη Βουλή ο Υπουργός δήλωσε ότι η διάταξη για εκχώρηση στο Δημόσιο των μη εισπραχθέντων μισθωμάτων θα συνεχίσει να ισχύει.
Σημειώνουμε όμως ότι δεν περιλαμβάνεται στον νέο ΚΦΕ(Ν.4172/2013, όπως ισχύει).
Να κατατεθεί η συγκεκριμένη ρύθμιση