Στο κίνημα της διακίνησης προϊόντων κατευθείαν από τον παραγωγό στον καταναλωτή, χωρίς μεσάζοντες, αναφέρεται με εκτενές άρθρο της η εφημερίδα New York Times, σημειώνοντας πως πρόκειται για ένα “νέο είδος οικονομίας”, με το οποίο οι Έλληνες πειραματίζονται λόγω της κρίσης, με αρκετά μεγάλη επιτυχία.
Στο άρθρο καταγράφεται η περίπτωση του Σάββα Μαυρομάτη, ιδιοκτήτη μίας εταιρείας παραγωγής απορρυπαντικών, ο οποίος αν και αρχικά δίσταζε να συμμετάσχει στο κίνημα αυτό, 14 μήνες μετά δηλώνει πως η απόφασή του αυτή τελικά έσωσε την επιχείρησή του, που ήταν στο χείλος του γκρεμού.
Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, τα σούπερ μάρκετ απαιτούσαν πάντα “μίζες” για να δεχτούν απλώς μία συνάντηση για να τους παρουσιάσει τα προϊόντα του, ενώ ζητούσαν επιπλέον χρήματα για να τα τοποθετήσουν σε καλά σημεία. Μάλιστα, παραδέχεται πως όταν ξεκίνησε να συμμετέχει στο κίνημα χωρίς μεσάζοντες “είχα περάσει τόσο καιρό μιλώντας με σούπερ μάρκετ, που περίμενα ότι κάποια στιγμή θα μου ζητούσαν χρήματα κάτω από το τραπέζι. Αλλά κανείς ποτέ δε ζήτησε, κι εγώ δεν πλήρωσα τίποτα”.
Αναφέρει ακόμα πως πιστεύει στην ελεύθερη αγορά, όχι όμως στην Ελλάδα, όπου η διαφθορά κυριαρχεί σε κάθε επίπεδο. “Δεν έχουμε μαγικό ραβδί. Δεν είμαστε κομμουνιστές και δεν είμαστε καπιταλιστές, αλλά προσπαθούμε να βοηθήσουμε τον κόσμο να επιβιώσει”, τονίζει.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Χρήστος Καλαϊτζής, που παράγει ακτινίδια, ελιές και ρεβίθια σε μία φάρμα κοντά στον Όλυμπο και συμμετέχει στο κίνημα. “Ο στόχος δεν είναι να καταστρέψουμε το παλιό σύστημα της αγοράς, αλλά απλά να το καθυστερήσουμε και να το αναγκάσουμε να αλλάξει. Ίσως αυτό είναι λίγο ρομαντικό, αλλά γιατί θα έπρεπε να πουλάω σε μεγάλες εταιρείες αν οι επιταγές τους μένουν ακάλυπτες; Αν η ελεύθερη αγορά στην Ελλάδα λειτουργούσε κανονικά, τίποτα από αυτά δε θα είχε συμβεί”, υποστηρίζει.
Σύμφωνα με τους New York Times, το κίνημα αυτό “μπορεί να μην προσφέρει μία μακροπρόθεσμη λύση, και να είναι υπερβολικά μικρό για να μεταβάλει τη γενικότερη μορφή της οικονομίας, αντιπροσωπεύει μία προσπάθεια από κάτω προς τα πάνω για να αντιμετωπιστεί μία οικονομική κρίση της οποίας το πιο πρόσφατο προηγούμενο ίσως ήταν η επόμενη ημέρα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου”.