Μελέτη υπολογίζει το ποσοστό θνησιμότητας
Μία από τις πρώτες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για την παρουσία αντισωμάτων στον νέο κορονοϊό εκτιμά ότι ο πραγματικός αριθμός των μολύνσεων στη Σίλικον Βάλεϊ στην Καλιφόρνια είναι τουλάχιστον 50πλάσιος σε σχέση με τον αριθμό των επίσημα επιβεβαιωμένων κρουσμάτων.
Ερευνητές του Στάνφορντ εξέτασαν το πρώτο Σαββατοκύριακο του Απριλίου 3.330 εθελοντές από την κομητεία Σάντα Κλάρα, που δήλωσαν τη συμμετοχή τους μέσω του Facebook, και εκτιμούν ότι μεταξύ 2,5% και 4,1% του τοπικού πληθυσμού έχει μολυνθεί από τον κορονοϊό, δηλαδή αριθμός υψηλότερος από 50 έως 85 φορές σε σχέση με τον αριθμό των κρουσμάτων που επιβεβαιώθηκαν τότε σε αυτήν την περιοχή.
Στη μελέτη τους, που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο την Παρασκευή και η οποία δεν έχει ακόμη υποβληθεί σε peer review, οι συντάκτες της μελέτης υπολογίζουν στη συνέχεια ότι το πραγματικό ποσοστό θνητότητας από τον κορονοϊό είναι μικρότερο από 0,2%.
Τα αντισώματα είναι η απάντηση του ανοσοποιητικού συστήματος στις λοιμώξεις. Μπορούν να παρέχουν ανοσία για ορισμένους ιούς ισοβίως, όμως για άλλους για μικρότερο χρονικό διάστημα, ακόμη και λιγότερο από ένα χρόνο.
Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε σε αυτήν τη μελέτη έχει περιορισμούς. Υπερβολικά πολλές λευκές γυναίκες δήλωσαν συμμετοχή σε μια περιοχή όπου το ισπανόφωνο στοιχείο είναι πολύ έντονο. Συνεπώς η ομάδα χρειάστηκε να προσαρμόσει τα ανεπεξέργαστα δεδομένα έτσι ώστε το δείγμα να είναι αντιπροσωπευτικό του τοπικού πληθυσμού.
Όμως οι συντάκτες, ανάμεσά τους ο Ιράν Μπέντεϊβιντ και ο Τζέι Μπατασαρίγια του Στάνφορντ, πιστεύουν ότι η μελέτη τους που διενεργήθηκε σε ένα Σαββατοκύριακο «αποδεικνύει τη σκοπιμότητα των ερευνών οροεπιπολασμού σε δείγματα του πληθυσμού σήμερα και στο μέλλον».
Αυτός ο τύπος αιματολογικών εξετάσεων, που ονομάζονται ορολογικά τεστ, είναι πράγματι απλούστερος από τα διαγνωστικά τεστ, που απαιτούν μοριακή ανάλυση από δείγμα που λαμβάνεται βαθιά από τη μύτη. Κατά την μελέτη αυτή ελήφθη μια σταγόνα αίματος από τους εθελοντές ενώ βρίσκονταν στα αυτοκίνητά τους. Υπάρχουν αρκετά τέτοια τεστ, λίγο πολύ ακριβή, με το ποσοστό των «ψευδώς αρνητικών» πιθανόν να είναι σχετικά υψηλό, ανάλογα με τους κατασκευαστές.
Άλλες μεγαλύτερες μελέτες εκπονούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού σε μεγαλύτερη κλίμακα, με σκοπό να εξακριβωθεί πόσοι άνθρωποι έχουν μολυνθεί και πόσοι παραμένουν ευάλωτοι. Τα αποτελέσματα αναμένεται να συνδράμουν στη λήψη των αποφάσεων των δημοσίων αρχών καθώς προετοιμάζονται για τη χαλάρωση ή την άρση των μέτρων, ειδικότερα στις ΗΠΑ.