Τη σταθεροποίηση του ποσοστού της ανεργίας στις περισσότερες εθνικές οικονομίες των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με εξαίρεση της Κύπρου, όπου βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη οι μακροοικονομικές προσαρμογές, επισήμανε ο διοικητής της Αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Έβαλντ Νοβότνι, στην ομιλία του στη «Διάσκεψη Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ολοκλήρωσης» στη Βιέννη, με τη συμμετοχή διοικητών κεντρικών τραπεζών και κορυφαίων οικονομολόγων από ολόκληρη την Ευρώπη.
Πρόσθεσε δε, πως οι δείκτες του οικονομικού κλίματος υποδηλώνουν μια ήπια ανάπτυξη μέσα στα επόμενα τρίμηνα αλλά και σε μακρύτερο χρόνο, ωστόσο προειδοποίησε ταυτόχρονα να μην υπάρχει υπερβολική αισιοδοξία καθώς η ετερογένεια της οικονομικής εξέλιξης στην Ευρωζώνη συνεχίζει να αποτελεί αιτία ανησυχίας, αν και, όπως ανέφερε, έχει αλλάξει η διεθνής αντιμετώπιση της Ευρώπης σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι και κατά την πρόσφατη σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας η Ευρώπη δεν βρέθηκε πλέον ως αντικείμενο ανησυχίας στο επίκεντρο της προσοχής.
Ο ίδιος επισήμανε πως για να υποστηριχθούν οι θετικές τάσεις θα πρέπει να ξεπεραστεί η διάσπαση των ευρωπαϊκών χρηματαγορών και ζήτησε να υπάρξει μια πανευρωπαϊκή προοπτική, για παράδειγμα, με τη συμμετοχή στην ευρωπαϊκή εποπτεία τραπεζών όσο το δυνατόν περισσότερων χωρών που δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη, απευθύνοντας συγχρόνως έκκληση προς τους συμμετέχοντες να μην κινούνται σε καμία περίπτωση μόνον από εθνικά συμφέροντα.
Από την πλευρά του, ο Γεργκ Ασμπουσεν, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, τόνισε στην ομιλία του ότι πρώτο δίδαγμα που εξάγεται τον τελευταίο καιρό είναι πως ύψιστη ανάγκη της παρούσας στιγμής αποτελεί μια μεγαλύτερη και προπάντων καλύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Σημειώνοντας πως η οικονομική ανάκαμψη των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης υπήρξε ταχύτερη από εκείνη των Βαλκανίων καθώς υπάρχει μεγαλύτερη διασύνδεση των επί μέρους τομέων παραγωγής στις χώρες της ΕΕ μεταξύ τους, υπογράμμισε πως μια άρση των περιορισμών του εμπορίου μεταξύ των βαλκανικών χωρών και των χωρών της ΕΕ θα ωφελούσε μαζικά τους εξαγωγείς στις βαλκανικές χώρες.
Το δεύτερο δίδαγμα που εξάγεται από την κρίση είναι, κατά την άποψή του, να υπάρξει δέσμευση των χωρών-μελών σε μια σταθερή δημοσιονομική πολιτική και σε αξιόπιστες μακροοικονομικές εξελίξεις, ενώ, όπως συμπλήρωσε, η ΕΕ και το ευρώ δεν μπορούν να παραμένουν κλειστά αλλά θα πρέπει να παραμείνουν ανοικτά για τα κράτη που θέλουν να ενταχθούν και πληρούν τα κριτήρια.