Η φτώχεια επηρεάζει το μέγεθος του εγκεφάλου

 

Εκτός από πολλά λεφτά, οι πλούσιοι έχουν και κάτι ακόμη... μεγαλύτερους εγκεφάλους.

Σε δύο ξεχωριστές έρευνες, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι όσοι βιώνουν τη φτώχεια στην πρώιμη παιδική ηλικία, έχουν μικρότερο μέγεθος εγκεφάλου και είναι λιγότερο αποτελεσματικοί στην επεξεργασία συγκεκριμένων αισθητηριακών πληροφοριών, αναφέρει δημοσίευμα του Time

Προηγούμενη μελέτη υποστήριζε ότι η φτώχεια μπορεί να συμβάλει σε μειωμένη γνωστική λειτουργία και χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο, αλλά με τη βοήθεια εικόνων, οι ερευνητές κατάφεραν να τεκμηριώσουν μετρήσιμες αλλαγές στον εγκέφαλο, οι οποίες συνδέονται με τη φτώχεια.

Στη μία μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο JAMA Pediatrics, παιδιά που είχαν μεγαλώσει σε φτωχότερα νοικοκυριά παρατηρήθηκε ότι είχαν μικρότερο μέγεθος «γκρι και φαιάς ουσίας» στους εγκεφάλους τους, συγκριτικά με εκείνα που είχαν περισσότερα αγαθά. 

Ακόμη, τα λιγότερο πλούσια παιδιά λιγότερο ανεπτυγμένο ιππόκαμπο και αμυγδαλή, περιοχές οι οποίες σχετίζονται με τη ρύθμιση της προσοχής, της μνήμης και των συναισθημάτων.

Σύμφωνα με τους ερευνητές από το τμήμα Ιατρικής του πανεπιστημίου Washington στο St. Louis, οι μικρότερες περιοχές του εγκεφάλου μπορεί να οφείλονται στο αυξημένο στρες και το άγχος που βίωσαν αυτά τα παιδιά μεγαλώνοντας μέσα σε οικογένειες με οικονομικά προβλήματα, με αποτέλεσμα αυτό να έχει επίδραση στην υποστήριξη και την αλληλεπίδραση που είχαν με τους γονείς τους.

Στη δεύτερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο JournalofNeuroscience, ερευνητές από το πανεπιστήμιο Northwestern του Illinois, συνέδεσαν το φαινόμενο της «μειωμένης μητρικής εκπαίδευσης» (μανάδες με χαμηλή μόρφωση) -ένα κοινό σύμπτωμα σε καταστάσεις φτώχειας- με την κακή επεξεργασία ηχητικών σημάτων στον εγκέφαλο των παιδιών, που μεγαλώνουν σε πιο φτωχά περιβάλλοντα.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι υπάρχει κάποια σχέση με την έλλειψη σταθερής λεκτικής αλληλεπίδρασης μεταξύ μητέρας και παιδιού.

Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε πιο εύρωστες οικονομικά οικογένειες, «εκτίθενται» σε 30 εκατομμύρια περισσότερες λέξεις, συγκριτικά με όσα μεγαλώνουν σε φτωχικές οικογένεις και οι γονείς τους δεν είναι μορφωμένοι.

Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτά μπορούν να ανατραπούν.

Οι οικογένειες δεν επιλέγουν να ζουν στη φτώχεια και μια αλλαγή στον τρόπο φροντίδας,  ιδίως κατά την πρώιμη παιδική ηλικία, θα μπορούσε να αποτρέψει κάποιες από τις σωματικές μετρήσεις που έκαναν οι επιστήμονες.

«Με τη μελέτη της κοινωνικο-οικονομική κατάστασης μέσα σε ένα νευρο-επιστημονικό πλαίσιο, έχουμε τη δυνατότητα να διευρύνουμε την κατανόησή μας επάνω στις “βιολογικές υπογραφές” της φτώχειας» ανέφερε η Nina Kraus, καθηγήτρια νευροβιολογίας, φυσιολογίας και επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο Northwestern και συγγραφέας της μελέτης αυτής.