Μπορεί το Χρηματιστήριο Αθηνών να έχει επιστρέψει στα επίπεδα του Ιουλίου 2011, να ενισχύεται από τις αρχές Οκτωβρίου κατά 18,02% και από τις αρχές του έτους να σημειώνει άνοδο 31,83%, ωστόσο πρόσφατες φορολογικές αλλαγές θέτουν σε κίνδυνο την σταθεροποίηση της αγοράς και θέτουν εμπόδια στην ανάκαμψή της.
Χθες δόθηκε στη δημοσιότητα εγκύκλιος του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων κ. Χ. Θεοχάρη για την φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας (διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και της τιμής πώλησης εφόσον η δεύτερη υπερβαίνει την πρώτη) που προκύπτει από την μεταβίβαση μετοχών, στην οποία αποσαφηνίζεται πως ο φόρος υπεραξίας θα αντικαταστήσει από την 1η Ιανουαρίου 2014 τον υφιστάμενο φόρο συναλλαγών, η ισχύς εφαρμογής του οποίου λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2013.
Στην εγκύκλιο σημειώνεται πως «η υπεραξία που προκύπτει από μεταβιβάσεις μετοχών, εισηγμένων και μη, που θα πραγματοποιηθούν από την 1 Ιανουαρίου 2014 και μετά υπόκειται σε φόρο, ανεξάρτητα από το χρόνο κτήσης των μετοχών». Ακόμη, υπογραμμίζεται πως μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2013 τα κέρδη από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών σε τιμή ανώτερη της τιμής αποκτήσεως τους θα απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος.
Πρέπει να τονισθεί πως ο φόρος υπεραξίας 15% δεν θα επιβληθεί σε αλλοδαπούς επενδυτές λόγω των συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συνομολογήσει η Ελλάδα και θα βαρύνει αποκλειστικά του εγχώριους επενδυτές. Η μεταχείριση αυτή που προκαλεί στρεβλώσεις στο χρηματιστηριακό πλαίσιο έχει ήδη τεθεί υπόψη της ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών.
Ακόμη, οι χρηματιστές έχουν προτείνει ο φόρος υπεραξίας να επιβάλλεται μια φορά το χρόνο για το σύνολο των χρηματοπιστωτικών μέσων που εμπεριέχονται στο χαρτοφυλάκιο του επενδυτή και να επαναδιατυπωθούν οι διατάξεις του Ν. 4172/2013, ώστε ως υπεραξία να νοείται το αλγεβρικό άθροισμα κερδών-ζημιών που προκύπτουν σε ετήσια βάση από τη μεταβίβαση όλων των τίτλων συνολικά, αφού αφαιρεθούν- προστεθούν τα έξοδα και οι δαπάνες κάθε συναλλαγής.